-Πότε θα το τελειώσεις αυτό;
-Δεν το έχω ξεκινήσει ακόμη.
-Τι περιμένεις;
-Αύριο.
Και μέσα σ’ αυτό το «αύριο» κρύβεται όλη η αναβλητικότητα που θα μπορούσε να υπάρξει σ’ αυτόν τον κόσμο.
Πολλοί έχουμε συνδέσει την αναβλητικότητα με την ασυνέπεια και την αδιαφορία εκπλήρωσης της εργασίας που μας έχει δοθεί να φέρουμε εις πέρας. Πράγματι, αυτό που δε θέλεις να κάνεις, τις περισσότερες φορές έχεις τη τάση να το καθυστερείς, μέχρι να μην έχεις πια άλλο περιθώριο, οπότε ν’ αναγκαστείς το κάνεις, γιατί δεν έχεις πια όρια άρνησης. Ωστόσο, υπάρχει κι η άποψη -που ισχύει και κομματάκι παραπάνω αφού όταν κάτι δεν το θέλεις, το κάνεις πιο γρήγορα για να το ξεφορτωθείς- ότι όταν θέλεις να κάνεις κάτι χωρίς κανένα περιθώριο λάθους καταλήγεις να το αναβάλλεις.
Θέλεις να βγει ένα άρτιο αποτέλεσμα, να είναι η καλύτερη εκδοχή της εργασίας που θα μπορούσες να κάνεις κι έτσι, επιθυμείς να δείξεις την αμέριστη προσοχή σου σ’ αυτό το εγχείρημα. Επιθυμείς ν’ αναδείξεις όλο σου το ταλέντο και να κάνεις κινήσεις ακριβείας χωρίς τίποτα και κανένας να σε διακόψουν. Έχεις τόσο πολύ αυτή την επιθυμία που απλώς μεταθέτεις τη δουλειά που πρέπει να γίνει γι’ αργότερα ώστε να είναι η κατάλληλη στιγμή για να γίνουν όλα τέλεια. Η οποία τέλεια στιγμή σαφώς δεν έρχεται ποτέ.
Είναι μια βαθιά εσωτερική επιθυμία, σαν κάτι να σε χτυπά από μέσα σου και λες ότι ακριβώς έτσι πρέπει να γίνουν τα πράγματα: Πρέπει να υπάρξει απόλυτο κενό εκείνη την μέρα ώστε από το πρωί ως το βράδυ ν’ ασχοληθείς αμέριστα κι απρόσκοπτα πάνω στο συγκεκριμένο αντικείμενο, πρέπει να έχεις κοιμηθεί καλά, να μη βρέχει, να έχει βάλει δυο γκολ η Εθνική, να έχεις μια good hair day.
Οι γρήγοροι ρυθμοί όμως που επιβάλει ο σύγχρονος τρόπος ζωής κι οι επιταγές της κοινωνίας μειώνουν σημαντικά το ενδεχόμενο να υπάρξει τέτοια μέρα, οπότε κάθε φορά το πας στο «αύριο» κι έτσι, παρατείνεις το άγχος και την αγωνία σου γιατί νιώθεις από μέσα σου να σε τρώει το γεγονός ότι θέλεις να ξεμπερδέψεις από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, θέλεις να τη φέρεις εις πέρας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αλλά έχεις τόσο αγχωθεί με την ανάγκη να πλησιάσει την τελειότητα, που φτάνεις στην ευθυνοφοβία μιας απόφασης για δράση.
Αναβολή στην αναβολή, σπανίως κάποιος θα καταλάβει ότι το κάνεις λόγω υπέρμετρου ενδιαφέροντος κι όχι λόγω αδιαφορίας ή απαξίωσης. Σίγουρα είναι πολλά αυτά στη ζωή σου που σε γεμίζουν άγχος και πανικό, ακόμη και μόνο στη σκέψη του ότι πρέπει να τ’ αντιμετωπίσεις και να τα ολοκληρώσεις αποκλειστικά και μόνο βασιζόμενος στις δικές σου δυνάμεις. Σίγουρο όμως, είναι επίσης το γεγονός ότι κάποια στιγμή στο παρελθόν το πέρασες ξανά. Κι ίσως είχες ζοριστεί πολύ κι είχες αναβάλει κάτι ως εκείνη τη στιγμή που δε θα έπαιρνε πια άλλη παράταση, αλλά τελικά, με έναν απίστευτο και μαγικό τρόπο, τα κατάφερες και το αποτέλεσμα σε δικαίωσε.
Από αυτές τις σκέψεις μπορείς να πάρεις κουράγιο, να αντλήσεις δύναμη για να τα βγάλεις πέρα κι αυτή τη φορά που καθυστερείς να φέρεις εις πέρας αυτό που έχεις στους ώμους σου, επειδή δε θέλεις να ασχοληθείς μαζί του για 10 λεπτά, δε θέλεις να κάνεις κάτι πρόχειρο και να το διορθώσεις μετά ή φοβάσαι μήπως η έκβαση δεν είναι η ιδανική. Όσο κι αν θέλεις να αφοσιωθείς πλήρως σε κάτι για να γίνει άριστο, χωρίς ίχνος λάθους από την πρώτη ενασχόληση, το πιο πιθανό είναι να πάνε όλα στραβά ή μάλλον τα περισσότερα. Οπότε απλώς, βούτα.
Δεν είναι υγιές ούτε ρεαλιστικό να αναζητάς την τελειότητα, ή ν’ αφήνεις τη ζωή σου γι’ αργότερα επειδή θέλεις να της δώσεις ιδιαίτερη προσοχή, οπότε για τώρα την αγνοείς. Είναι κακό- για σένα αλλά και για όσους συνεργάτες μοιράζονται μαζί σου μια προθεσμία- να μένεις σε μια μόνιμη αναμονή για να βρεθεί -ουρανοκατέβατα- η τέλεια στιγμή κι οι καλύτερες συνθήκες για ν’ ασχοληθείς. Μην αργείς! Δημιούργησέ τις με τις δυνάμεις σου. Κι αν γίνει λάθος, έ, τι να κάνουμε, έγινε!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου