Είναι εφτά η ώρα το πρωί, περπατάω αλλά δε θέλω να φτάσω.
Αυτός ο καιρός με αρρωσταίνει σαν εσάς.
Η σιωπή κάνει τις σκέψεις μου ν’ ακούγονται στην άσφαλτο του δρόμου δυνατά.
Κοιτάω το κινητό μου, ακόμη εφτά.
Η ώρα δυο, έχω στρώσει το χαρτί κι έχω πάρει το στυλό
προσπαθώ να γράψω μια γραμμή.
Η ώρα πέντε, μόλις μπήκα σπίτι.
Μαγειρεύεις, τρώμε, ξαπλώνουμε.
Έφυγε όλη η μελαγχολία,
όλες οι σκέψεις που γίνονται εκκωφαντικές σταγόνες βροχής
κάποιο μουντό πρωινό, εξαφανίστηκαν.
Μένει μόνο έρωτας κι αγάπη.
Κι η αλήθεια είναι ότι θέλω να τα κρατήσω περισσότερο για εμάς
γιατί οι ώρες περνάνε,
κι αρκετά ευάλωτος έχω γίνει.