Η σειρά «Αυτή η νύχτα μένει» έριξε αυλαία με το επεισόδιο της Κυριακής κι εάν λέγαμε πως μας άφησε αδιάφορους αυτό θα ήταν ψέμα. Είχε γέλιο, τραγούδια, λύπη, φιλιά, δάκρυα και πολλές συγκινήσεις, όπως μας έχει συνηθίσει άλλωστε, αλλά στο φινάλε, θα λέγαμε πως κάποια πράγματα καταστάλαξαν καλύτερα μέσα μας. Σαν να «μπήκαν όλα σε μια σειρά» κι εμείς δε θα μπορούσαμε να μην επιλέξουμε -με βαριά καρδιά- τις καλύτερες σκηνές που μας άφησαν με το στόμα ανοιχτό. Ίσως στην τελευταία να ρίξαμε και λίγα παραπάνω δάκρυα, αλλά σας υποσχόμαστε πως ήταν για καλό σκοπό.
Προσοχή: Ακολουθούν spoilers
1. Η αυτοχειρία του Χρήστου και του Στρατή
Αυτή η ιστορία μεταξύ τους ή θα τελείωνε με μια υποχώρηση ή με το τέλος και των δύο κι οι σεναριογράφοι επέλεξαν το δεύτερο. Παρ’ όλο που ο Χρήστος δεν άφησε τον Στρατή να πεθάνει μόνος του μετά τον τραυματισμό του και του μιλούσε για μια άλλη εποχή όπου εκείνοι οι δύο θα μπορούσαν να είναι φίλοι, μια άλλη πραγματικότητα που όμως δεν υπήρξε ποτέ, δεν κατάφεραν να νικήσουν τους δαίμονές τους. Ίσως ο εγωισμός και των δύο δεν άφησε αυτή την έχθρα και την πικρία να κατασταλάξει ώστε ν’ αφήσουν το παρελθόν τους με τη Μαρίνα (τη σύζυγο του Χρήστου που ήταν ερωμένη του Στρατή) και να προχωρήσουν. Στο σημείο που είχε υποτιθέμενα χαθεί η Μαρίνα, αποφάσισαν να πεθάνουν και οι δύο μαζί. Μπορεί να αξίζει κάποιος να πεθάνει για έναν έρωτα -ίσως- αλλά σίγουρα δεν αξίζει να πεθάνει για ένα μίσος.
2. Η κατάρρευση της Ζέτας όταν άκουσε για τον θάνατο του Στρατή
Σε αυτό το σημείο λυγίσαμε κι εμείς. Μόλις είχε αποφασίσει να επιστρέψει στο Αγρίνιο γιατί αγαπούσε τον Στρατή και κατάλαβε πως μακριά του δεν μπορούσε να ζήσει, γεμάτη χαρά μπήκε στο μαγαζί και το πρώτο πράγμα που άκουσε ήταν πως ο άνθρωπος που λάτρευε είχε χαθεί. Τα γόνατά της λύγισαν και το βλέμμα της κάπου χάθηκε, μετά την είδαμε κουλουριασμένη να θρηνεί κρατώντας ένα ρούχο του, το μόνο που της είχε απομείνει από εκείνον. Περίμενε από στιγμή σε στιγμή να μπει από την πόρτα και να της πει πως όλα αυτά είναι ένα αστείο (κι εμείς αυτό ελπίζαμε) αλλά δεν εμφανίστηκε ποτέ, παρά μόνο στις αναμνήσεις της. Μάλλον αυτό είναι και το μεγαλύτερο βάσανο: να ζεις μόνο με τις σκέψεις, χωρίς την αληθινή ύπαρξη του άλλου.
3. Η Νίκη που διάλεξε τις αξίες της αντί για τον έρωτα
Η Νίκη ενσαρκώνει πλήρως τη φράση «θα παλέψω για όσα πρεσβεύω» και δεν ήταν ούτε για μια στιγμή ψεύτικη. Η αλήθεια της ήταν πολλές φορές ωμή και σκληρή, άλλες ήταν γλυκιά και τρυφερή, νοιαζόταν για όλους παρ’ όλο που πολλές στιγμές νομίζαμε πως ενδιαφερόταν μόνο για τον εαυτό της. Είχε κερδίσει τον σεβασμό και με αυτή της την κίνηση να απορρίψει τον Κώστα, όταν εκείνος της είπε να φύγουν επειδή θα γινόταν βουλευτής, της «σηκώσαμε το καπέλο». Ήξερε πως είχε συμμαχήσει με έναν αδίστακτο άνθρωπο χωρίς ηθικές αξίες και δε θα βγει σε καλό, ούτε όμως μπορούσε να παρατήσει και τους φίλους της που πλέον είχαν γίνει οικογένεια. Οπότε μπροστά στη δική της ευτυχία αποφάσισε να μείνει στη νύχτα, με ό,τι κι όποιον συνεπάγεται αυτό, γιατί αυτά αξίζουν για εκείνη και δε φοβάται να τα διεκδικήσει.
4. Όταν τραγούδησε η Βρεττώ στο κελί
Μια μάνα που έκανε πολλά λάθη αλλά την ύστατη στιγμή αποφάσισε να κάνει κάτι για να δει το παιδί της (Γιώργης), που είχε αδικήσει, ευτυχισμένο και να πάρει την ευθύνη για έναν φ*ν* που διέπραξε η αγαπημένη του. Με τον άλλον της γιο πλέον νεκρό έσπασε κι εκείνη με τον δικό της τρόπο. Άφησε τα μαλλιά της κάτω, βρέθηκε στη φυλακή σαν τιμωρία που αφαίρεση τη ζωή από τη γυναίκα του άλλου της γιου (Χρήστος) και ξεκίνησε να τραγουδάει, κάτι που θύμιζε μοιρολόι την ίδια στιγμή που στο σπίτι του Γιώργη εκείνος φαινόταν σαν να χόρευε νοητά το τραγούδι που έλεγε η μητέρα του. Είναι ίσως κι αυτό μια προσωπική άφεση αμαρτιών για εκείνη;
5. Όταν ο Ντίνος πήγε να βρει τον Αλέξανδρο
Αυτό το ζευγάρι έπρεπε να καταλήξει μαζί και με αυτή την κίνηση του Ντίνου να πάει να βρει τον Αλέξανδρο που είχε πάρει μετάθεση, εμείς φανταζόμαστε πως είναι ήδη μαζί. Γιατί είναι τόσο κρίμα δύο άνθρωποι που αγαπιούνται να μην είναι μαζί επειδή η κοινωνία τους έχει πει πως ο έρωτάς τους είναι λάθος και κάνει τα πάντα να τους κρατήσει χώρια. Αλλά σε αυτή τη συνθήκη μακάρι να υπάρχει πάντα ένας Ντίνος που θα λέει «εγώ γεννήθηκα για να προσπαθώ» και να μη φοβάται να είναι αυτός που πραγματικά νιώθει.
6. Όταν η Διαμάντω παρότρυνε όλους να τραγουδήσουν και να χορέψουν προς τιμήν του Στρατή και του Χρήστου
Άξιζε κάποιο άλλο «αντίο» στον Στρατή πέρα από το να υπάρχει διάχυτη ζωή στο μαγαζί που έχτισε ξανά στη μνήμη της μητέρας, να ακούγονται τραγούδια και οι άνθρωποι να χορεύουν χωρίς να τους νοιάζει η επόμενη μέρα; Η Διαμάντω φρόντιζε τους πάντες και για αυτό ίσως στο τέλος αποφάσισε να κοιτάξει πώς θα φροντίσει κι εκείνη, καταλαβαίνοντας πως όσο και να νοιαζόμαστε τους άλλους και να θέλουμε το καλό τους δεν μπορούμε να τους το επιβάλλουμε. Αγαπούσε τόσο τον Στρατή σαν παιδί της άλλα ακόμα κι αυτή η αγάπη δεν ήταν δυνατή να τον σώσει από τον εαυτό του. Κι όμως, εκείνη ήταν πάντα δίπλα του κι αυτό είναι που στο τέλος μένει.
7. Η Ζέτα που ακολούθησε τον Στρατή για μια τελευταία βόλτα
Εκείνη να κάθεται έξω από το μαγαζί και να καπνίζει με την ανάμνησή του να έρχεται δίπλα της για να του πει εκείνο το τραγούδι που την παρακαλούσε να του πει ξανά και ξανά· ήταν το πλέον δίκαιο να του το τραγουδήσει μια τελευταία φορά. Ήταν η μόνη στιγμή που χαμογέλασαν και οι δύο σαν να λυτρώθηκαν, του κράτησε το χέρι κι ανέβηκαν στη μηχανή για μια βόλτα. Τουλάχιστον στο μυαλό της τον είχε αποχαιρετήσει όπως έπρεπε, στην παραλία τους με ένα φιλί και μια υπόσχεση πως δε θα τον αφήσει ποτέ. Γιατί για τον Στρατή, εάν κάτι ήταν το φως μέσα στο τόσο σκοτάδι του, ήταν η Ζέτα.
(Σε αυτό το σημείο να πούμε πως τις επόμενες θέσεις θα τις μονοπωλήσουν το ζευγάρι που μας συγκίνησε πιο πολύ από όλα, η Νίτσα και ο Γιώργης, η Κόρα Καρβούνη και ο Γιάννης Τσορτέκης, που ήταν κάτι παραπάνω από καθηλωτικοί. Όλοι πλέον θέλουμε έναν σύντροφο όπως τον Γιώργη και μετά θα καταλάβετε ακόμα περισσότερο το γιατί.)
8. Ο Γιώργης όταν έκλαψε στην αγκαλιά της Νίτσας
Ο Γιώργης είχε την πιο αγνή ψυχή στη σειρά. Πάντα τα συναισθήματά του έμοιαζαν με μικρού παιδιού, ήταν ένας γεμάτος ζωή άνθρωπος και ακόμα και στον θάνατο του αδερφού του άφησε τον εαυτό του να κατακλυστεί από τις σκέψεις του και κυριολεκτικά να σπάσει και να ραγίσει. Σαν άγριο ζώο δεν μπορούσε κανείς να τον σταματήσει τη στιγμή που έπεσε στην αγκαλιά της Νίτσας κλαίγοντας, γουρλώνοντας τα μάτια του, φωνάζοντας, ζητώντας εξηγήσεις από τον οποιοδήποτε και κυρίως από τον αδερφό του. Σαν να τον μάλωνε που έκανε κάτι κακό κι εκείνος ως μεγάλος αδερφός θα έπρεπε να τον προλάβει και να τον προστατέψει. Γιατί ο Γιώργης αυτό που ποθούσε περισσότερο απ’ όλα, ήταν μια οικογένεια και τη βρήκε στο πρόσωπο της Νίτσας.
9. Όταν η Νίτσα είπε στον Γιώργη πως πρέπει να παραδοθεί
«Θα με περιμένεις;» τον ρώτησε κι εκείνος της απάντησε «για πάντα» και κάπου εκεί λυγίσαμε. Μέσα στα τραγούδια και στον χορό στο νυχτερινό κέντρο, η Νίτσα παραδέχεται στον Γιώργη πως δεν μπορεί να προσπαθεί άλλο. Να κρύβεται, να κουβαλάει αυτό το βάρος μόνη της, να είναι η μητέρα του στη φυλακή για έναν φόνο που διέπραξε εκείνη; Όποια κι εάν είναι η αφορμή, εκείνη θέλει να είναι αντάξια να βρίσκεται απέναντι στον Γιώργη γιατί τον αγαπά κι από δεν μπορεί να είναι κάποιος άλλος πέρα από τον πραγματικό της εαυτό. Παραδόθηκε στην αστυνομία κι εκείνος -επειδή είναι αυτός ο άνθρωπος που είναι- κατάλαβε την ανάγκη της και τη σεβάστηκε. Γι’ αυτό όλοι χρειάζεται να βρούμε έναν Γιώργη στη ζωή μας.
10. Η συνάντηση της Νίτσας με τη χαμένη της κόρη
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά που έχει κάνει για εκείνη κι όσα είναι ως προσωπικότητα, κατάφερε να της δώσει κι αυτό που ποθούσε περισσότερο από όλα: το παιδί που είχε χάσει. Ίσως δεν έχουμε ζητήσει κάτι περισσότερο από τη σειρά από το να σμίξει ξανά η Νίτσα με το παιδί της, μια γυναίκα τόσο πληγωμένη που της άξιζε ένα αίσιο τέλος και μια λύτρωση. Κι έτσι, με αυτή τη σκηνή γεμάτη δάκρυα, συγκίνηση και μια προσωπική εξιλέωση και δικαίωση, η σειρά τελείωσε γλυκόπικρα.
Το σίγουρο είναι πως αυτή η νύχτα σίγουρα θα μας μείνει.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου