«Κάνε υπομονή παιδί μου. Έχεις μικρά παιδιά. Τι θα πει ο κόσμος;»
Μια φράση που τις περισσότερες φορές βγαίνει από πονεμένα στόματα γονιών με κλαμένα μάτια, όσο βλέπουν τα παιδιά τους να υποφέρουν και να βασανίζονται, νιώθοντας ωστόσο ανήμποροι ν’ αντιδράσουν εξαιτίας των απόψεών τους και των δήθεν ηθικών αξιών που προσπαθούν ν’ ακολουθήσουν επειδή έτσι έμαθαν. Μια φράση που ενώ γεννάει πόνο και θλίψη για την κοινωνία μας, δεν μπορούμε εξ ολοκλήρου να τη φορτώσουμε στους γονείς αυτούς -όχι γιατί δεν έχουν ευθύνη, αλλά γιατί το δάχτυλό μας πρέπει αλλού να το στρέψουμε πρώτα.
Ποια μάνα και ποιος πατέρας άλλωστε θα άντεχε να βλέπει το παιδί του εξευτελισμένο και ταπεινωμένο και θα προέβαινε σε τέτοιες δηλώσεις χωρίς πόνο ψυχής; Πόσοι γονείς είναι τόσο αδιάφοροι για τη ζωή τον παιδιών τους και την ευτυχία τους; Είναι τελικά όλο αυτό η ένδειξη ότι κάποιος γονιός δε νοιάζεται για τη δυστυχία του παιδιού του ή μήπως η απόδειξη πως γενιές και γενιές τώρα έχουν μεγαλώσει μέσα στη βία και τη δέχονται ως δεδομένη και σχεδόν φυσιολογική -ακόμα κι αν αυτό σε μας ακούγεται κι είναι άρρωστο;
Η πραγματικότητα είναι πως η ζωή και η κοινωνία κάποιους ανθρώπους τους μεγάλωσε με τα πρότυπα του καλού φαίνεσθαι. Αυτή η σάπια κοινωνία τους δίδαξε πως δεν πρέπει να λένε όχι, πως οι γάμοι δε διαλύονται και πως για την ευτυχία των παιδιών θα πρέπει να σωπαίνουν όλοι -ακόμα και αν αυτό σημαίνει πως ένας από τους δύο γονείς υποφέρει.
Κι ενώ φυσικά και βλέπω το λάθος και το μερίδιο ευθύνης αυτών των γονιών, νιώθω λύπη για κάποιους απ’ αυτούς που όταν το κακό έχει συμβεί δεν ξέρουν πώς να το αντιμετωπίσουν. Νιώθω ένα βάρος για εκείνες τις ερινύες που χορεύουν πάνω από τα κεφάλια τους και τους κάνουν να μετανιώνουν για την κάθε κουβέντα που ξεστόμισαν και για κάθε φορά που δεν πήραν το μέρος του παιδιού τους και δεν το βοήθησαν να φύγει.
Μεγαλώνουμε τα παιδιά μας σε ασφαλή περιβάλλον και παλεύουμε για να τους προσφέρουμε μια καλή ζωή. Μια ζωή που ένας ασυνείδητος, επειδή ήπιε, επειδή φαντάστηκε ή επειδή έτσι γούσταρε μπορεί να μας την αφαιρέσει σε ελάχιστα λεπτά. Και παρ’ όλα αυτά καθόμαστε να σκεφτούμε «τι θα πει ο κόσμος;», κι όχι τι θέλουν τα παιδιά μας, πώς νιώθουν ή πώς θα είναι ευτυχισμένα.
Ένα αιώνιος κριτής αυτός ο κόσμος που διαφεντεύει το μυαλό μας κι έμμεσα μας χειραγωγεί. Γιατί μ’ ένα «τι θα πει ο κόσμος» καταλήγουμε να θρηνούμε ζωές, να χάνουμε αγάπες, να διαλύουμε όνειρα. Θέλει κανένας απ’ αυτόν τον ανόητο κόσμο που έμαθε να θεωρεί πως το ηθικό είναι να μη χωρίζεις, να μη μιλάς, να μην έχεις άποψη αλλά να υπομένεις με την ελπίδα πως ίσως κάποτε όλα αλλάξουν, να απαντήσει σ’ αυτά τα παιδιά τι ακριβώς έχει γίνει;
Μήπως αυτός ο ανόητος κόσμος θέλει σήμερα να πει κάτι σ’ έναν άνθρωπο που παλεύει για τη ζωή του; Γιατί μέχρι χθες και πριν συμβεί τ’ οτιδήποτε, θα είχε σίγουρα άποψη κι αυτή θα ήταν ενάντια στη ζωή του θύματος. Αύριο αυτός ο ανόητος κόσμος λοιπόν θα φορέσει τα καλά του και θα πάει να παρηγορήσει. Θα βάλει τη μάσκα της θλίψης και θα πει «τι σας βρήκε!», εσείς μην τον πιστέψετε.
Θύμωσα με τα λόγια μιας μάνας χθες αλλά ταυτόχρονα σκέφτηκα πως και η δική μου μάνα αν ζούσε ίσως έτσι να σκεφτόταν. Το μυαλό της θα σταματούσε στα λόγια του κόσμου και δε θα έβλεπε πέρα απ’ αυτά. Και ναι, είμαι οργισμένη που τα πράγματα είναι έτσι, αλλά η ευθύνη δεν ξεκινάει μεμονωμένα με τους γονείς των θυμάτων, αλλά με την κοινωνία. Ξεκινάει όταν μεγαλώνουν τα παιδιά κι εμείς σηκώνουμε χέρι. Όταν θέλουν να πάρουν μια διαφορετική απόφαση κι εμείς τα ρωτάμε «τι θα πει ο κόσμος;». Όταν δεχόμαστε και προάγουμε τη βία σαν να ‘ναι σίγουρη η ύπαρξή της σ’ αυτήν την κοινωνία.
Όπως και να ‘χει, σάπιος κόσμος και άνθρωποι που θα κρίνουν τις ζωές μας πάντα θα υπάρχουν. Δουλειά ενός γονέα είναι να καταλάβει πως η μόνη του εύθυνη είναι να μεγαλώσει έναν ευτυχισμένο άνθρωπο που δε θα έκανε κακό σ’ άλλους ανθρώπους. Δουλειά της κοινωνίας από την άλλη είναι, να δίνει τα σωστά εργαλεία στους γονείς για να το πετύχουν.
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου