Έχει περάσει καιρός από τότε που οι δρόμοι σας πήραν χωριστές πορείες. Και παρ’ όλο που ήταν μια απόφαση που την πήρες μετά από ώριμη σκέψη, τελικά κάθε μέρα έχει κάτι από εκείνο το πρόσωπο. Μπορεί να είναι μια μυρωδιά, ένα μουσικό κομμάτι ή ακόμα και μια μικρή λεξούλα που θα ακούσεις τυχαία και θα σου το θυμίσει. Οι περισσότερες μέρες κυλάνε αδιάφορα, χωρίς εντάσεις, χωρίς αγάπη, χωρίς έρωτα, χωρίς γέλια κι ανούσια μικρά καβγαδάκια που μόνο τώρα καταλαβαίνεις πόσο άλλαζαν τη ζωή σου.
Τις περισσότερες μέρες καταφέρνεις να βγάλεις τη μέρα ανώδυνα, νιώθοντας ικανοποίηση για το τεράστιο κατόρθωμα σου. Υπάρχουν όμως κάποιες άλλες μέρες που κυλάνε τόσο δύσκολα, που η ανάγκη σου να δεις το πρώην ταίρι μοιάζει με μεσαιωνικό βασανιστήριο. Τι μπορεί άραγε να κάνει κάποιος για να μετριάσει την έλλειψη του αγαπημένου του ανθρώπου από τη ζωή του;
Πηγαίνεις για καφέ με φίλους, γνωστούς ψάχνοντας απεγνωσμένα να γεμίσεις το μυαλό σου με τα προβλήματα των άλλων. Πόσες ώρες και πόσους καφέδες όμως μπορείς να αντέξεις ώστε να βγάλεις από το μυαλό σου το ένα και μοναδικό άτομο που σε νοιάζει -χωρίς να σε χτυπήσουν οι καφέδες στα νεύρα;
Φοράς την αθλητική σου ενδυμασία και αρχίζεις να τρέχεις σε βουνά και σε λαγκάδια. Κοιτάζεις τα δέντρα, θαυμάζεις τη φύση και τρέχεις χιλιόμετρα μακριά, προσπαθώντας μ’ αυτόν τον τρόπο να δαμάσεις τις σκέψεις σου, να ξεκολλήσεις το μυαλό σου από την εικόνα του. Ναι είναι ένας καλός τρόπος, αλλά κι αυτός τόσο πρόσκαιρος. Πόσα χιλιόμετρα μπορείς να διανύσεις χωρίς στο τέλος να ψοφήσεις και να πέσεις κάτω;
Αποφασίζεις ν’ ασχοληθείς με τις οικιακές δουλειές και να το παίξεις οργανωτικός κι επιμελείς τύπος. Ξεσηκώνεις χαλιά, πλένεις κουρτίνες, ξεσκονίζεις κάθε σπιθαμή που έχει καθίσει η σκόνη, προσπαθώντας να αποτινάξεις με τον ίδιο τρόπο το βάσανο από πάνω σου. Για λίγο κάτι καταφέρνεις, γιατί η κούραση κι ο ιδρώτας που τρέχει είναι τελικά λυτρωτικά. Μόλις όμως ηρεμείς, επιστρέφεις στην πρότερη κατάσταση, σου λείπει.
Δεν μπορεί, θα υπάρχει κάποιος τρόπος να σε κάνει να ξεχάσεις. Σκέφτεσαι, στύβεις το μυαλό σου να κατεβάσει κάποια καλή ιδέα, αλλά μάταια.
Αποφασίζεις τελικά να πέσεις για ύπνο. Το πολύ-πολύ να δεις το πρώην ταίρι και στα όνειρα σου, εκεί άλλωστε μπορεί να είναι ακόμη δικό σου. Κουλουριάζεσαι σε εμβρυϊκή στάση και περιμένεις να σε πάρει ο ύπνος, μόνο που αυτός έχει άλλα σχέδια και δεν έρχεται. Σου στέλνει πάλι βασανιστικές σκέψεις.
Μήπως τελικά πρέπει απλά να σταματήσεις να το καταπιέζεις και να αφεθείς;
Βάζεις ένα ποτό, χαμηλώνεις τα φώτα, επιλέγεις ατμοσφαιρική μουσική και απλά αφήνεις τις σκέψεις σου να σε πάνε όπου θέλουν, αβίαστα, χωρίς πίεση, χωρίς άγχος και κυρίως χωρίς φόβο. Τελικά όλοι οι δρόμοι του μυαλού και του υποσυνείδητου οδηγούν εκεί, σε γνώριμα μονοπάτια που καταλήγουν σε ταμπέλα που γράφει αδιέξοδο κι έχει τη μορφή του ανθρώπου σου. Συνειδητοποιείς τελικά πως είναι όμορφα εκεί, οικεία. Ίσως αυτό είναι που σου λείπει από εκείνον τον άνθρωπο, η οικειότητα, η άνεση που είχες μαζί του και σου έβγαζε τον αυθόρμητο εαυτό σου -αυτόν που όλο προσπαθείς ν’ υπονομεύσεις, να τον σαμποτάρεις , να τον ξεγελάσεις, μην τυχόν βγει στην επιφάνεια και σε προδώσει, από φόβο. Ένα φόβο όμως που μαζί του δεν ένιωθες. Ίσως τελικά να σου λείπει ακριβώς αυτό, το ποιος άνθρωπος ήσουν εσύ δίπλα σ’ εκείνον.
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου