Ως γειτονάκια και γεωγραφικά και ιστορικά (με την έννοια ότι ακριβώς μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έγινε η άνοδος της Βυζαντινής) είναι φυσικό η Ιταλία να έχει στενούς δεσμούς με την Ελλάδα. Είμαστε δύο χώρες, με δύο κουλτούρες που αναμείχθηκαν λόγω θαλάσσιου εμπορίου αλλά και εξαιτίας των συνεχών αμφίδρομων μετακινήσεων πληθυσμών. Δεν είναι μόνο ότι αγαπάμε ο ένας την κουλτούρα του άλλου αλλά και ότι πολλές φορές αναγνωρίζουμε στοιχεία της μίας στην άλλη. Και αυτό επεκτείνεται ακόμα και σε ονόματα πόλεων που υπάρχουν ακόμα στην Ιταλία και που έχουν Ελληνική «καταγωγή». Πλούσιες σε ιστορία και παραδόσεις που έχουν διατηρηθεί απ’ τα Βυζαντινά χρόνια, εξερευνούμε τα ονόματα και την ιστορία 5 περιοχών στη Νότια Ιταλία, της λεγόμενης από τα αρχαία χρόνια «Magna Graecia» που ακόμα κι ως σήμερα διατηρούν έντονη ελληνική ταυτότητα.
- Νapoli (από το Ελληνικό «Νεάπολις»)
Ιδρύθηκε τον 5ο αιώνα πΧ και εγκαταστάθηκαν εκεί κάτοικοι της περιοχής Κύμης (Αρχικά κάτοικοι της Εύβοιας που εγκαταστάθηκαν στο νησί της Ίσκια τον 8ο αιώνα πΧ και έπειτα μεταφέρθηκαν στην Κύμη ώστε να έχουν πρόσβαση στην ηπειρωτική χώρα) Η πόλη, όπως και σήμερα ακόμα, βρίσκεται στον ομώνυμο κολπίσκο οπού δημιουργήθηκε και το λιμάνι της Νάπολης, το οποίο έδινε πρόσβαση στους αποίκους στο πλούσιο θαλάσσιο εμπόριο και την εύφορη καλλιεργήσιμη γη – καθιστώντας το ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της εποχής. Η Νάπολη συνέχισε να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και να καυχιέται για το δικό της μοναδικό μείγμα ελληνικών, ρωμαϊκών και τοπικών πολιτιστικών στοιχείων. Αυτή η συγχώνευση συνέβαλε στον ξεχωριστό χαρακτήρα και την κληρονομιά της πόλης.
Σήμερα, η σύγχρονη Νάπολη στέκεται ως μια πολυσύχναστη μητρόπολη, με πληθυσμό που υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο ανθρώπους. Το ιστορικό της βάθος, σε συνδυασμό με επιρροές από Βυζαντινούς, Νορμανδούς, Ισπανούς και άλλους πολιτισμούς, δημιούργησε ένα ζωντανό και μοναδικό αστικό τοπίο. Η κληρονομιά της «Νεάπολις» ζει στην αρχιτεκτονική, την κουζίνα και την καθημερινή ζωή της πόλης, μια απόδειξη της διαρκούς επίδρασης του ελληνικού αποικισμού σε αυτό το ιταλικό στολίδι.
- Taranto (από το Ελληνικό «Τάρας»)
Πήρε το όνομά του από το μυθικό ήρωα Τάρας, γιο του Ποσειδώνα, που βρέθηκε ανεμοδαρμένος στις ακτές της περιοχής που τελικά πήρε το όνομά του. Ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα πΧ από Σπαρτιάτες και υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές πόλεις της Magna Graecia έχοντας «γεννήσει» φιλοσόφους, συγγραφείς, αθλητές και στρατηγούς όπως οι Αριστόξενος, Λίβιος Ανδρόνικος, Ηρακλείδης, Λεωνίδας και Σωσίβιος. Κορυφαία εποχή ανάπτυξης γνώρισε γύρω στο 500 πΧ όταν έφτασε τους 300,000 κατοίκους υπό την ηγεμονία του Αρχύτα. Η γοητεία του Ταράντο ήταν ακαταμάχητη και έγινε ένα πολυπόθητο βραβείο στις κατακτήσεις αυτοκρατοριών. Το εκπληκτικό είναι ότι μπορεί νέες αυτοκρατορίες και νέοι κατακτητές να έρχονταν και έφευγαν, το ελληνικό πνεύμα άντεξε. Η ρωμαϊκή επιρροή συγχωνεύτηκε με τις ελληνικές ρίζες της πόλης, αφήνοντας πίσω ένα πολιτιστικό μωσαϊκό που συνεχίζει να διαμορφώνει την ταυτότητα του Ταράντο.
- Syracuse (από το Ελληνικό «Συράκουσαι»)
Ιδρύθηκε το 734-733 π.Χ από τον Ἀρχία Ἀναξιδότου Πελλαῖος ο οποίος έφερε μαζί του αποίκους από την Κορινθία και την Τενέα. Θεωρείται μια από τις «προγραμματισμένες» αποικίες μιας και ο Αρχίας είχε καθορίσει εκ των προτέρων το πώς θα μοιραζόταν η πολη στους αποίκους, τις διαδρομές που θα ακολουθούσαν οι δρόμοι της πόλης καθώς και ότι ο πυρήνας της πόλης θα είναι το μικρό νησάκι Ορτυγία (Ortygia)το οποίο ονομάστηκε έτσι από το Ελληνικό «ὄρτυξ» δηλαδή Ορτύκι.
Καθώς η επιρροή της επεκτάθηκε, η πόλη-κράτος άνθισε σε μια τρομερή ναυτική δύναμη που ανταγωνίστηκε ακόμη και τη μεγάλη Αθήνα. Η δύναμη και η ευημερία της ήταν εμφανής στην μεγαλοπρεπή αρχιτεκτονική της, στις πολυσύχναστες αγορές και στην ακμάζουσα καλλιτεχνική σκηνή. Ο Αθηναίος ιστορικός Θουκυδίδης επαίνεσε κάποτε τις Συρακούσες για τη δύναμή της, και ο διάσημος μαθηματικός και μηχανικός του, Αρχιμήδης, άφησε ένα ανεξίτηλο σημάδι στην ιστορία με τις πρωτοποριακές συνεισφορές του. Η κληρονομιά της πόλης δεν ήταν χωρίς τις δοκιμασίες της. Οι Συρακούσες βρέθηκαν μπλεγμένες στον περίπλοκο ιστό της μεσογειακής πολιτικής ανάμεσα στις αυτοκρατορίες που ανταγωνίζονταν για τον έλεγχο. Ρωμαίοι, Καρχηδόνιοι, και Βυζαντινοί όλοι προσπάθησαν να διεκδικήσουν αυτό το περίφημο κόσμημα, ο καθένας αφήνοντας το σημάδι του στον πολιτισμό και τον χαρακτήρα του.
- Locri (από το Ελληνικό «Ἐπιζεφύριοι Λοκροί»)
Παρασουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον το όνομα της περιοχής αυτής που ανήκει στη μεγαλύτερη ελληνική αποικία Reggio Calabria, την σημερινή Καλαβρία. Ένα σύνθετο όνομα που αποδίδεται το πώς βρέθηκαν εκεί οι άποικοι της, οι Λοκροί (σύμφωνα με τον Strabo κάτοικοι Οζολών Λοκρών από την περιοχή της Άμφισσας) καθώς και Λακεδαιμονίοι. Εν συντομία, το όνομα που δόθηκε στην πόλη σημαίνει οι «Λοκροί που ταξίδεψαν στον Ζέφυρο» (δηλαδή τον Δυτικό Άνεμο).
Η αξία της πόλης δεν ήταν απλώς οικονομική. Ήταν ένας λίκνος πνευματικών αναζητήσεων. Καλλιέργησε το μυαλό μεγάλων φιλοσόφων και στοχαστών, καθιστώντας την πόλη φάρο του Διαφωτισμού στον αρχαίο κόσμο. Ο Πυθαγόρας, γνωστός για το θεώρημα και τις μαθηματικές του γνώσεις, βρήκε πατρίδα στην καρδιά του Locri, συμβάλλοντας στην κληρονομιά της γνώσης και της σοφίας για την οποία είναι φημισμένη.
Με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι αυτοκρατορίες αυξήθηκαν και εξασθένησαν, η ταυτότητα της Locri παρέμεινε σταθερή. Άντεξε την καταιγίδα της ρωμαϊκής κυριαρχίας, διατηρώντας τον ελληνικό χαρακτήρα της. Παρόλο που το όνομά της μπορεί να έχει εξελιχθεί, η ουσία παρέμεινε ως μια απόδειξη για το αδάμαστο πνεύμα των ιδρυτών του.
- Monasterace (από το Ελληνικό «Μοναστηράκιον»)
Ιδρύθηκε ως Caulonia (Καυλωνία) τον 7ο αιώνα πΧ από Αχαιούς και γρήγορα καθιερώθηκε ως μια πολυσύχναστη πόλη με στρατηγική θέση κατά μήκος εμπορικών οδών, μιας και βρίσκεται στη περιοχή ανάμεσα σε δύο ποταμούς, Stilaro και Assi. Το 389 πΧ κατακτήθηκε από τον Διονύσιο Α’ τύρρανος των Συρακουσίων, ο οποίος μετέφερε τους πολίτες της στις Συρακούσες και τους έδωσε υπηκοότητα και απαλλαγή από φόρους για πέντε χρόνια. Στη συνέχεια ισοπέδωσε την πόλη και έδωσε την επικράτειά της στους συμμάχους του, τους Λοκρούς. Αλλάζοντας αρκετές φορές χέρια, η πόλη τελικά μετοικήθηκε και ξαναχτίστηκε τον 4ο αιώνα πΧ.
Με την πάροδο του χρόνου, η μοίρα της Caulonia ήταν συνυφασμένη με την άνοδο και την πτώση όλων των αρχαίων αυτοκρατοριών. Έπεσε κάτω από την κυριαρχία Ρωμαίων, Βυζαντινών, και Νορμανδών, αφήνοντας ο καθένας το σημάδι του στην ιστορία της περιοχής. Παρά τους μετασχηματισμούς αυτούς, η ελληνική κληρονομιά της Caulonia και κατ’επέκταση του Monasterace, παρέμεινε ένα νήμα που συνδέει το παρελθόν με το παρόν.