Κοιτάξτε να δείτε κάτι παράξενα πράγματα. Ενώ σ’ όλα υπάρχει μια αρχή και ένα τέλος και έτσι είμαστε σίγουροι για το πότε ξεκινάει κάτι και πότε τελειώνει, δεν ισχύει το ίδιο για τις σχέσεις μας. Παρατηρήστε το, τα πάντα γύρω μας έχουν μια αρχή κι ένα τέλος που το αντιλαμβανόμαστε. Η φύση πείτε το, η ανάγκη μας να βάλουμε τάξη στο χάος και τα δύο έχουν οργανώσει έτσι τον κόσμο που ζούμε ώστε να υπάρχει μια στιγμή που ξεκινάει κάτι και μια στιγμή που λήγει. Στο μόνο κομμάτι που δεν ισχύει το παραπάνω, ειδικά στην εποχή μας, είναι στις ερωτικά μας. Ειλικρινά, ανάθεμα και αν ξέρουμε πότε ξεκινάει μια σχέση και ειδικότερα πότε έχει τελειώσει.

Για την αρχή δεν το συζητάω. Βρε δε πα να έχουμε βγει με τον άλλο καμία πενηνταριά φορές, δε πα να έχουμε κάνει s@x άλλες τόσες, εμείς συνεχίζουμε ν’ αναρωτιόμαστε, είμαστε για δεν είμαστε μαζί. Ξεκάθαρη απάντηση δε, ούτε για πλάκα. Πάμε λίγο με τη μαντεψιά, με την Άση Μπίλιου παρέα και με το πότε η Αφροδίτη θα δώσει ώθηση για να μπούμε σε σχέση. Καμία φορά, σκέφτομαι εκείνο το παιδικό θέλεις να τα φτιάξουμε και πολύ μου λείπει η αθωότητα εκείνης της εποχής και το ότι ξέραμε πότε μπαίναμε σε σχέση. Και κάπου εκεί πάνω στο μετέωρο βήμα του πελαργού κάποιοι, πιο τυχεροί, συνειδητοποιούν ότι μπαίνουν σε μια σχέση ενώ κάποιοι άλλοι νιώθουν ότι βρίσκονται εγκλωβισμένοι στη ζώνη του λυκόφωτος. Με την απορία να ξεπετάγεται σα συννεφάκι πάνω από το κεφάλι τους «Τώρα εγώ να βολευτώ ή θα ακούσω κάποια στιγμή τη συγγνώμη αλλά ενοχλείτε εδώ που είστε». Αυτά, λοιπόν συμβαίνουν με την αρχή αλλά και με το τέλος δεν πάμε καλύτερα οι περισσότεροι.

Αν είμαστε, λοιπόν από τους τυχερούς που ξεκινήσαμε τη σχέση και πορευόμαστε ή ακόμα και από τους άλλους που πηγαίνουμε με το ένστικτο, δυστυχώς πολλές φορές οι ανασφάλειες και τα προβλήματα τείνουν να καταπιούν τη σχέση μας. Ο φόβος, η αδυναμία να συνδεθούμε συναισθηματικά, τα απωθημένα το λήγουν το παιχνίδι αλλά ακόμα και εκεί τις περισσότερες φορές δεν καθίσταται ποτέ ξεκάθαρο ότι κάτι έχει τελειώσει. Τραβάμε τις διαδικασίες και ζορίζουμε ή ζοριζόμαστε τόσο πολύ και ξεκινάμε τα «θα φύγω» και «θα έφευγα» χωρίς όμως να φεύγουμε. «Θα φύγω» λέμε στους φίλους μας, «θα φύγω» λέμε στον σύντροφό μας, «θα φύγω» λέμε στον εαυτό μας αλλά το βήμα δε το κάνουμε γιατί σε κανένα θα φύγω ποτέ δεν έφυγε κανείς.

Κανένας χωρισμός και κανένα τέλος δεν είναι σε χρόνο μέλλοντα. Ίσως αυτή να είναι η μόνη αρχή που χρειάζεται να ξέρουμε, για να μάθουμε να ξεχωρίζουμε πότε έρχεται το πραγματικό τέλος. Όσο φωνάζουμε «θα φύγω» τόσο είναι σα να φωνάζουμε «κράτα με». Όσο φωνάζουμε «θα φύγω» τόσο ζητάμε να μείνουμε, να δώσουμε ευκαιρίες, να το δουλέψουμε κι άλλο. Μπορεί να πιεζόμαστε μέσα μας και κάτι να μάς τριβελίζει τη ψυχή αλλά η αλήθεια είναι πως δεν ήρθε η ώρα να αποχωρίσουμε ακόμα από αυτήν τη σχέση. Ο χωρισμός βιώνεται και δεν ανακοινώνεται. Όταν το απόλυτο τέλος έχει έρθει και η ψυχή μας και το σώμα μας ασφυκτιούν τότε χωρίς καμία δήλωση αποχωρούμε και πολλές φορές δε ξαναγυρνάμε. Χωρίζω θα πει «φεύγω».

Εξετάζοντας, τώρα, αν είναι λογικό ή υγιές να ζητάμε να μείνουμε σε μια σχέση απειλώντας με έναν επικείμενο χωρισμό θα πρέπει να μιλήσουμε ειλικρινά και να πούμε όχι. Δεν είναι η θεραπεία στα προβλήματά μας και στις ανασφάλειες μας οι απειλές ότι θα διαλύσουμε όσα έχουμε. Όμως η αλήθεια είναι ότι φανερώνει μια ψυχική κούραση και μια γενικότερη απογοήτευση, ίσως, από όλα αυτά που έχουμε βιώσει στην ερωτική μας ζωή και μάλλον ίσως και να φανερώνει την ανάγκη μας να δηλώσουμε χωρίς πολλές αναλύσεις ότι κάτι δεν πάει καλά, χωρίς, όμως, να είμαστε έτοιμοι να φύγουμε. Διαστροφικό θα λέγαμε, ξεκάθαρα αλλά όλοι το κάνουμε. Κανέναν πραγματικό χωρισμό δεν τον δηλώσαμε ενώ αντίθετα φύγαμε ήσυχα και αθόρυβα όταν συνειδητοποιήσαμε ότι δεν μπορούμε άλλο να είμαστε με τον άνθρωπο μας. Παράξενο αλλά το «θα φύγω» ίσως και να λέγαμε ότι είναι η ανάγκη μας για προσοχή και περισσότερη αγάπη.

Μία θεωρία, λοιπόν, είναι ότι λειτουργούμε συναισθηματικά όπως τα μικρά παιδιά ακόμα και αν έχουμε προ πολλού ενηλικιωθεί. Με το «θα φύγω», θέλουμε να τραβήξουμε την προσοχή αυτού για τον οποίο αισθανόμαστε αρκετά έντονα και το έχουμε αντιληφθεί. Όπως ακριβώς και τα μικρά παιδιά που με την άσχημη συμπεριφορά και τη γκρίνια τους ζητάνε από μας τον χρόνο μας και την επιβεβαίωση μας, για να νιώσουν μια κάποια ασφάλεια. Δεν είναι πολλές φορές κακό και χειριστικό να διεκδικούμε ακόμα και με λάθος τρόπο να έχουμε κάποιον στη ζωή μας. Φυσικά, κάποια στιγμή θα πρέπει να ωριμάσουμε και να βρούμε τη συναισθηματική δύναμη να δηλώνουμε με πιο έντεχνο τρόπο τις ανασφάλειες μας και τις σκέψεις μας αλλά πάντα το « θα φύγω» θα είναι εκεί έτοιμο να ξεστομιστεί δηλώνοντας το κράτα με, φοβάμαι.

Όσο και να μάς ζορίζει κάποιους να αντιληφθούμε πότε έχει τελειώσει μια σχέση μας, ας καταλάβουμε ότι όσο φωνάζουμε ή ακούμε το «θα φύγω», η σχέση δεν έχει τελειώσει. Ας αντιληφθούμε ότι έχουμε ακόμα χρόνο να τη βελτιώσουμε και να τη δουλέψουμε.

 

Συντάκτης: Δήμητρα Παπακωνσταντίνου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου