Με το χέρι στην καρδιά. Λησμονείς ποτέ την πρώτη καραντίνα; I’ll go first.
Νομίζω πως εκείνη, η πρώτη-πρώτη φορά, ήταν πολύ δυνατή εμπειρια. Δεν ξέρω αν μπορεί να συγκριθεί με κάτι άλλο εκείνο το συναίσθημα όταν ανακοινώθηκε επισήμως o εγκλεισμός και κατάλαβες πως δε σε έχει παγιδεύσει ο Jigsaw σε κάποια σκοτεινή αποθήκη, με το δίλημμα αν θα προτιμούσες να ακρωτηριάσει τις κόρες των οφθαλμών σου το μεγαλύτερό σου καψουρίκι ή αν θα πάρεις το plan b που επιτάσσει να κόψεις μόνος σου τους προσαγωγούς σου με μεσαιωνικό αλυσοπρίονο.
Για άλλους το σπίτι είναι εμπόλεμη ζώνη, για άλλους safe place, άλλοι το χρησιμοποιούν ως γιάφκα ενώ αγαπημένη κατηγορία είναι και οι τουρίστες που το χρησιμοποιούν ως ξενοδοχείο για το λατρεμένο μας υπνάκι κι (όχι) μόνο. Το θέμα όμως αλλάζει λιγάκι όταν καλείσαι να περνάς εκεί όλες τις ώρες της ημέρας- από τις πιο ειδυλλιακές έως τις πιο ανάλατες. Όταν, το μόνο που σε σώζει είναι να έχεις έναν τετράποδο σωτήρα, να σου εξασφαλίζει μια νόμιμη βόλτα στον καθαρό αέρα με την επίκληση ενός και μόνο αριθμού: 6. Βάλε άλλα δύο εξάρια κυρ’ Στέφανε στη σειρά και παίρνεις καραντίνα season 2.
Να κάνω μια παρένθεση στο σημείο αυτό και να πω ότι ανέκαθεν, από σειρές, το “black mirror” δεν το βάσταγε το μέσα μου. Μου έπεφτε βαρύ στην πέψη, καθώς είναι τόσο έκφυλα αληθοφανές μέσα στην ψηφιακή υπερβολή του. Και τώρα που το σκέφτομαι, ένα επεισόδιο-ωδή στην καραντίνα έπρεπε να το βγάλουν. Σίγουρα θα το παρακολουθούσαμε ενώ σταυροκοπιόμασταν μη μας τύχει. Τέλος παρένθεσης.
Έλα τώρα, παραδέξου το. Στην καραντίνα βρήκες τρόπους να έρθεις πιο κοντά στους συμμορίτες της καρδιάς σου, αφού οι παράνομες μαζώξεις στα airbnb όπως εκείνη στο Κουκάκι που κλείσατε για να γιορτάσετε όλοι μαζί εκείνα τα Χριστούγεννα που χόρευες Ruslana σαν να έχουν στείλει εσένα στην Eurovision, προσέφεραν στιγμές αξέχαστου γέλιου κι ατελείωτων συζητήσεων. Συζητήσεων που συχνά κατέληγαν σε debate. Ήρθες πιο κοντά με τη φύση γιατί την εκτίμησες. Ενδεχομένως να έμαθες και κάτι για τον εαυτό σου, εκτός κι αν ήσουν γιατρός ή υπάλληλος μάρκετ, οπότε έπαθες υπερκόπωση.
Βέβαια, να πούμε κι ότι, έτσι όπως μαζευτήκαμε, χωριστήκαμε ακόμα πιο εκκωφαντικά. Εμβολιαστάκηδες και συνομωσιάκηδες, σαν κοινωνικό πείραμα με σκοπό να τεστάρουν τη συμπόνια, την ενσυναίσθηση, τη λογική, τη δύναμη. Τη δύναμη του «μαζί». Λες και φοβήθηκαν για το πώς θα άλλαζε ο κόσμος, αν ενωνόμασταν για κοινό καλό. «Μας πετάνε σφαίρες πάνω στην καρδιά, μα όταν είμαστε ενωμένοι είναι σαν να έχουμε αλεξίσφαιρα γιλέκα», που είπε και μια ταλαντούχα μουσική ψυχάρα.
Στα καθημερινά, κατέβασες tinder- σε είδα κατεργάρη/α! Πώς αλλιώς θα βίωνες χωρίς έστω λίγο φλερτάκι. Μπάρμαν, βάλε δυο δαχτυλάκια ψηφιακό rawμάτζο. Σε κάποιον ήθελες να μαρτυρήσεις, από το ποιο είναι το guilty pleasure τραγούδι σου, μέχρι βαθυστόχαστη δωρεάν ψυχοθεραπεία, για το ποιος φροντιστής σου σού άφησε τα περισσότερα τραύματα. Είναι το τέλειο μείγμα γνωστού-αγνώστου, άλλωστε, για να εναποθέσεις απόκρυφες σκέψεις. Σάμπως δεν υπάρχει και το ghosting, αν πιεστείς υπέρ το δέον;
Έγινες όμως και χορευταράς όπως σε προσέταξε το tik tok. Πήγε η χορογραφία σύννεφο. Κι όχι μόνο. Δούλεψες από το σπίτι με dress code που θα οδηγούσε στην ηλεκτρική καρέκλα η Βίκυ Καγιά. Πουκαμισάκι on top και bottomless. Ωραίο κι αυτό στην αρχή. Μέχρι που οι τέσσερις τοίχοι είχαν γίνει το Truman Show σου και σε παρακολουθούσαν να κάνεις τα πάντα μαντρωμένος. Και τότε, πήρες και κάνα αντικαταθλιπτικό μωρέ για την καταπολέμηση της κλεισούρας. Εθισμός; Εκεί δυσκόλεψε απότομα η πίστα. Αντικοινωνικότητα; Όχι ρε ‘συ πώς σου ‘ρθε; Κι ο φόβος, άσ’ τον αυτόν τον συζητάμε άλλη στιγμή.
Τελικά, αλλάζω την αρχική μου ερώτηση. Εσύ, απάντησέ μου σε τούτο μόνο. Έμεινες ασφαλής;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου