Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έχει αφήσει το δικό της ανεξίτηλο σημάδι στην ιστορία του λαϊκού τραγουδιού. Ξεχώρισε ως στιχουργός, κυρίως κατά τη δεκαετία του ’50, υπογράφοντας τους στίχους αξέχαστων τραγουδιών, τα οποία μελοποίησαν κορυφαίοι συνθέτες όπως: ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Μανώλης Χιώτης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Αντώνης Ρεπάνης κι ο Μπάμπης Μπακάλης. Στην προσωπική της ζωή, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν μια συναρπαστική κι αντιφατική γυναίκα, με τα πάθη και τις αδυναμίες της, η οποία δεν υπάκουγε σε κανόνες.

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως ηθοποιός απ’ το 1926 έως το 1942. Από μικρή ξεχώριζε στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας αν και μεγάλωσε κάτω από αντίξοες συνθήκες, εξέπεμπε αυτοπεποίθηση κι ανυποχώρητο χαρακτήρα. Αγαπούσε τη λογοτεχνία, ήταν δασκάλα απ’ τα 18 της κι έγραφε ακόμα και ποίηση. Ωστόσο, μετά τον θάνaτο του πατέρα της, πούλησε ό,τι είχαν στο σπίτι.

 

Πηγή εικόνας: sansimera.gr

 

Παντρεύτηκε τον Κωστή Νικολαΐδη, ένα προξενιό μ’ έμπορο που ήταν πολύ μεγαλύτερός της. Η μητέρα της εξέφρασε αμέσως αντιδράσεις εναντίον του: «Η Ευτυχία δεν έχει ιδέα ποια πόρτα οδηγεί προς την κουζίνα, αλλά ξέρει πολύ καλά ποια είναι η πόρτα που οδηγεί στη βιβλιοθήκη, και στην εξώπορτα». Απέκτησαν δύο κόρες, αλλά η Ευτυχία δεν ήταν ερωτευμένη με τον άντρα της. Κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής του 1919, ζούσε τραγικές στιγμές κι εκείνο ήταν ένα κεφάλαιο που δεν ήθελε ν’ ανοίξει η οικογένεια. Όταν εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, επανασυνδέθηκε με τον σύζυγό της, αλλά δεν μπορούσε ν’ αντέξει την καθημερινή ρουτίνα. Το θέατρο ήταν η κρυφή της αγάπη. Μετά τον χωρισμό τους, ο Νικολαΐδης έβαλε σκληρούς όρους και της είπε αυτολεξεί: «Αν φύγεις, παίρνεις ένα παιδί μαζί σου και δε θα ξαναδείς ποτέ το άλλο».

Η επιθυμία της για την υποκριτική την οδήγησε να παραιτηθεί απ’ τα πάντα, να λύσει τον πρώτο της γάμο και ν’ ακολουθήσει την καριέρα της ως ηθοποιός. Εργάστηκε σε μπουλούκια και θεατρικές σκηνές. Στα 30 της, σύναψε σχέση με τον ηθοποιό Νίκο Αλεξίου, εξερευνώντας τον κόσμο του θεάτρου. Όταν χώρισε εξαιτίας της ζήλειας του Αλεξίου, απευθύνθηκε στη Μαρίκα Κοτοπούλη, η οποία τη συμπάθησε και τη θεώρησε γουρλού. Στα τέλη της δεκαετίας του ’40, σε μεγάλη ηλικία, ξεκίνησε να γράφει στίχους ενώ συνεργάστηκε με διάσημους λαϊκούς συνθέτες της εποχής, όπως: ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Μανώλης Χιώτης, ο Απόστολος Καλδάρας και πολλοί άλλοι.Την ίδια εποχή, ερωτεύτηκε παράφορα τον νεαρό Γιώργο Παπαγιαννόπουλο ή Γιώργη της όπως συνήθιζε να τον φωνάζει, αστυφύλακα και λάτρη της λογοτεχνίας και της ποίησης, ο οποίος ήταν συχνός πελάτης στις βιβλιοθήκες, όπως κι η Ευτυχία που αγαπούσε το διάβασμα.

Αργότερα παντρεύτηκαν κι έζησαν μαζί μέχρι τον θάνaτό του. Απ’ τη μία η Ευτυχία δεν είχε τάξη στη ζωή της, αφού ακόμη και τους στίχους τους έγραφε επάνω σε πακέτα τσιγάρων, ενώ απ’ την άλλη ο Γιώργης ήταν λογικός κι οικονόμος -κι ίσως αυτό να έφερνε την απόλυτη ισορροπία στον γάμο τους. Παρ’ όλο που η Ευτυχία πούλησε μέχρι και την επίσημη στολή του Γιώργη για να ξεχρεώσει στο χαρτί, εκείνος δεν της κράτησε κακία. Μόλις ο Γιώργης έφυγε απ’ τη ζωή συνεργάστηκε με τον Μάνο Χατζηδάκι κι έγραψε για τον άντρα της το κομμάτι: «Είμαι αητός χωρίς φτερά» ενώ η μοίρα στάθηκε σκληρή απέναντί της αφού λίγα χρόνια αργότερα έχασε τη Μαίρη της. Ο πόνος της έγινε τραγούδι κι αυτό δεν ήταν άλλο απ’ το κομμάτι: «Δυο πόρτες έχει η ζωή» που κυκλοφόρησε το 1960.

 

Η γιαγιά μου, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου-2

 

Με τον Τσιτσάνη έγραψε τα πρώτα της τραγούδια: «Πήρα τη στράτα κι έρχομαι» και το «Γκιουλμπαχάρ», ενώ συνεργάστηκε με τον Χιώτη σε τραγούδια όπως το «Ηλιοβασιλέματα» και το «Περασμένες μου αγάπες». Επίσης, συνεργάστηκε με τον Καλδάρα σε τραγούδια όπως το «Στ’ Αποστόλη το κουτούκι» και το «Πήρα απ’ τη νιότη χρώματα».

Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου δεν ενδιαφέρθηκε για την υστεροφημία ή την κατοχύρωση των στίχων στο όνομά της. Το κύριο ενδιαφέρον της ήταν να πουλά τα τραγούδια της με το κομμάτι, κερδίζοντας περίπου από 200 έως 300 δραχμές και να επικεντρώνεται στο πάθος της για τη χαρτοπαιξία.

Σε μια συνέντευξή της στην εφημερίδα «Ακρόπολις» το 1961, δήλωσε: «Εγώ γράφω τραγούδια και τα πουλώ. Από ‘κει και πέρα δεν ανακατεύομαι αν θα πιάσουν ή όχι, αν θα βγουν ή δε θα βγουν σε δίσκους. Μόλις τα παραδώσω υπογράφω και μία δήλωση παραίτησης από διάφορα δικαιώματα, ας πούμε απαρνούμαι τα πνευματικά μου τέκνα». Λόγω αυτής της επιλογής της παραμένει άγνωστος ο αριθμός των πραγματικών τραγουδιών που ‘χει γράψει όπως και το ποια είναι αυτά.

 

Πηγή εικόνας: in.gr

 

Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, μέσω των συνεντεύξεών της, αποκάλυψε μερικά απ’ τα τραγούδια που της ανήκαν. Ωστόσο, όταν διεκδίκησε την πατρότητα των στίχων για τα «Καβουράκια», ο Βασίλης Τσιτσάνης δημόσια τη διέψευσε, λέγοντας ότι απλώς του είχε προσφέρει ένα προσχέδιο μετά από παραγγελία του, σε αντίθεση με τον Στέλιο Καζαντζίδη που παραδέχτηκε ότι οι στίχοι του τραγουδιού «Δυο πόρτες έχει η ζωή» είναι δικοί της.

Το 2003, η εγγονή της Ρέα Μανέλη εξέδωσε το βιβλίο «Η γιαγιά μου η Ευτυχία», τ’ οποίο αναδεικνύει μ’ εξαιρετικά ζωντανό τρόπο την πολυτάραχη ζωή και τη δυναμική προσωπικότητά της, όπως την έζησε η εγγονή της απ’ τα παιδικά της χρόνια.

Το 2007, ο Πέτρος Ζούλιας βασίζεται στο βιβλίο της Μανέλη, γράφει και σκηνοθετεί τον θεατρικό μονόλογο με τίτλο: «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου», τον οποίο ερμήνευσε επί σκηνής η Νένα Μεντή.

Το 2019, ο σκηνοθέτης Άγγελος Φραντζής μετέφερε σε ταινία το εκκωφαντικό ταξίδι της ζωής της με τον τίτλο «Ευτυχία», με τις Κάτια Γκουλιώνη και Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στους κεντρικούς ρόλους, οι οποίες υποδύθηκαν την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου σε διαφορετικές περιόδους της ζωής της.

Συντάκτης: Ανδρέας Πετρόπουλος