Ρυθμίζω το φως να πέφτει λιγοστό μπροστά μου.
Μαζί μου συνένοχος στέκει το μολύβι και περιμένει.
Διστάζει να γράψει απόψε.
Κυνηγά τις σκιές κι αποκαλύπτεται.
Ένας καπνός ταξιδεύει στο δωμάτιο κι αρχίζει να με πνίγει.
Σε κοιτάζω καιρό πια που στέκεις στις σκιές.
Ακόμα μαθαίνω να σε διαβάζω και χάνομαι στο δικό σου αποτύπωμα.
Στα ασπρόμαυρα ντύνω τον καμβά, ώσπου να έρθει το χρώμα σου κάποια στιγμή.
Λίγο ξανθό, λίγο ροδαλό στέκει στην παλέτα.
Δεν είναι ακόμα η ώρα των χρωμάτων.
Περιπλανιέται η φωνή σου σε επανάληψη μέσα στο δωμάτιο.
Οι λέξεις μελωδικές αποκαλύπτουν τις σκιές σου, μα αποφεύγεις να φανείς.
Είσαι εδώ και δεν είσαι.
Προσπαθώ να σε αγγίξω κι απομακρύνεσαι.
Ο καπνός συνεχίζει να με πνίγει γοργά.
Κι εγώ, όλο και παραδίνομαι.