Όλοι έχουμε πενθήσει τουλάχιστον μία φορά στη ζωή μας. Έναν χωρισμό, έναν θάνατο, μια καριέρα. Δεν έχει σημασία. Όταν έρχεται η ώρα αυτή, κάποιοι από εμάς είναι ελαφρώς μαγκωμένοι για το τι πρέπει να κάνουν, πώς πρέπει να φερθούν, πώς πρέπει να νιώσουν. Γιατί στην κοινωνία όπου ζούμε, όλα έχουν μια συγκεκριμένη συμπεριφορά. Όλα έχουν ένα πρέπει από πίσω. Πρέπει να είσαι στενοχωρημένος, πρέπει να κάθεσαι σπίτι μόνος σου, δεν πρέπει να έχεις όρεξη, στη δουλειά να πηγαίνεις με το ζόρι. Πρέπει να σέρνεσαι. Πρέπει το ένα, πρέπει το άλλο.
Γιατί δεν μπορεί κάποιος να πενθήσει όπως θέλει ο ίδιος; Δεν υπάρχει πουθενά κανονισμός για το πώς θα πενθήσει ο καθένας. Δεν έχει σημασία αν η κοινωνία είναι μικρή ή μεγάλη. Τον σχολιασμό και την κριτική θα τα φας. Οτιδήποτε πάει κόντρα στα κοινωνικά κλισέ, είναι το σινιάλο που έψαχνε κανείς για σχολιασμό. Δε φόρεσες μαύρα, δεν έκλαψες αρκετά, δεν το έδειξες στον έξω κόσμο, δεν δεν δεν…
Όταν κάποιος πενθεί, όμως, μπορεί να τρώει πολύ, μπορεί να μην τρώει καθόλου, μπορεί να βγαίνει έξω συνέχεια, μα μπορεί να κάθεται και σπίτι του. Μπορεί όμως και να μην αλλάξει τίποτα στην καθημερινότητά του και να το περνάει μόνος του μέσα του με τον εαυτό του. Δεν υπάρχει πρέπει και δεν πρέπει στη συγκεκριμένη περίπτωση. Σύμφωνα με τους ψυχολόγους, υπάρχουν 5 στάδια πένθους που πάνω κάτω περνάμε όλοι, αλλά ούτε κι αυτό είναι σίγουρο, διότι ούτε καν η σειρά δεν είναι σταθερή και δεν είναι καν βέβαιο ότι θα τα περάσουμε όλοι.
Ένας ανθρώπινος οργανισμός είναι απρόβλεπτος ως προς το πώς θα αντιδράσει σε κάθε κατάσταση, ακόμα κι αν υπάρχει ένα μοτίβο στο background. Το πώς πονάει ο κάθε άνθρωπος και το πώς το εκφράζει, αν το εκφράζει, είναι κάτι καθαρά προσωπικό. Δεν μπορούμε και δεν έχουμε το δικαίωμα να κρίνουμε τις πράξεις και τα συναισθήματα του άλλου όσο πενθεί. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να σεβαστούμε την κατάστασή του και να κάνουμε στην άκρη, αν δεν μπορούμε να σταθούμε πλάι του.
Τι κι αν ο άλλος έχασε κάποιο αγαπημένο του πρόσωπο και βγήκε την ίδια μέρα για ποτό; Τι κι αν έχασε τη δουλειά του και πήγε ταξίδι επιτόπου; Τι κι αν ξέκοψε με το κολλητάρι που είχε για 20 χρόνια και βγήκε με άλλους 5 φίλους την επόμενη μέρα; Ποιος ξέρει αν ο πρώτος κάθεται μόνος του όταν το έχει ανάγκη και ξεσπάει; Αν ο δεύτερος είναι φουλ αγχωμένος για το μετά και είχε ανάγκη το ταξίδι για να κάνει ένα reset μέσα του; Αν ο τρίτος πονάει κατά βάθος και του λείπει ο αδερφικός του φίλος, αλλά δίνει λίγο χρόνο πριν κάνει την οποιαδήποτε κίνηση;
Δεν ξέρουμε πώς πενθεί ο κάθε ένας και πώς θέλει να πενθήσει. Δε χρειάζεται κιόλας να ξέρουμε. Δεν υπάρχουν κανόνες, δεν ακολουθεί manual ο πόνος και δεν έρχεται μαζί με βιβλιαράκι οδηγιών. Έπειτα, κάποια συναισθήματα μπορεί και να είναι πιο προσωπική υπόθεση, όχι γιατί είμαστε μυστικοπαθείς, αλλά γιατί πολύ απλά δεν μπορούν να αφορούν όλους όλα. Οφείλουμε να σταθούμε απέναντι από την απώλεια με σεβασμό και κατανόηση, αφήνοντας απ’ έξω ό,τι στερεοτυπικά έχουμε μάθει να μεταφράζουμε ως πένθος. Κάθε άνθρωπος έχει τον τρόπο του, τα συναισθήματα, τις άμυνές του, τον τρόπο συμπεριφοράς του και στην τελική δεν μπορεί να ασχοληθεί με το πώς επιθυμεί ο περίγυρός του να πενθήσει. Δεν τίθεται θέμα συζήτησης. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Οφείλουμε να σταματήσουμε να κρίνουμε τον άλλον για το πώς φέρεται κι αντιδρά στη διαδικασία ίασής του. Διότι, είναι ο δικός του δρόμος και χρειάζεται να τον περπατήσει όπως του ταιριάζει.
Εν ολίγοις, εσύ εκεί έξω που πενθείς, κλείσε τα αυτιά σου στις κριτικές και νιώσε ό,τι θες να νιώσεις με όποιον τρόπο θες. Μόνον εσύ ξέρεις τον εαυτόν σου κι οφείλεις να τον ακούσεις και να τον σεβαστείς. Το πένθος δεν έχει «πρέπει». Κάποια στιγμή θα το ζήσουμε όλοι κι από την άλλη πλευρά, και θα το καταλάβουμε.