Η γη περιστρέφεται γύρω απ’ τον μοιραίο άξονά της εκατομμύρια χρόνια.
Κι εμείς, είμαστε εφημερόπτερα.
Ανθρώπινες λιβελούλες που κάθε ένας από μας έχει διαφορετική εξήγηση για τον κόσμο.
Όμως η γη γυρίζει κι αυτό είναι δεδομένο, τουλάχιστον μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο.
Κι εμείς είμαστε εφημερόπτερα.
Μικρά κουνούπια που ζουν την κάθε μέρα σαν είναι η τελευταία.
Πολλές φορές θα πιούμε αίμα.
Μας αρέσει αυτό.
Να τρεφόμαστε και να γεμίζουμε την κοιλιά μας.
Άλλωστε είμαστε φτιαγμένοι για να καταστρέφουμε ό,τι αγγίζουμε.
Είμαστε καταδικασμένοι σε μια επίγεια κόλαση, που αν δεν υπήρχαμε, η γη θα ήταν λίγο πιο όμορφη.
Όμως, η γη γυρίζει γύρω απ’ τον μοιραίο άξονά της.
Μοιάζει να χορεύει
κι ο ήλιος με τη ζεστασιά του τη φροντίζει από μακριά, όσο βλέπει τους ανθρώπους να την καταστρέφουν.
Ο ήλιος την αγαπάει τη γη.
Η γη αγαπάει τον ήλιο.
Περνάει του Χριστού τα πάθη, κουβαλάει πολλούς καημούς και δάκρυα.
Εκείνου, του Θεού επί γης, που μας δίδαξε πολλά.
Γιατί τι είναι πιο σημαντικό από μια ιστορία;
Μια ιστορία που ακόμα κι ο ίδιος ο Χριστός έκανε λάθη.
Η γη, συνεχίζει να γυρίζει γύρω απ’ τον μοιραίο άξονά της.
Τώρα απλώνεται το σκοτάδι.
Βαθύ ατελείωτο, σκοτάδι.
Πυκνό σαν δάσος του Αμαζονίου.
Η μέρα τελείωσε.
Τα εφημερόπτερα αρχίζουν να βαραίνουν.
Τα φτερά τους αδύναμα, πια, δεν μπορούν να τα κρατήσουν στον αέρα όπου πετούσαν.
Τώρα είναι στο έδαφος.
Η βαρύτητα κέρδισε.
Τα σώματά τους έχουν εγκλωβιστεί στην κόλαση που έφτιαξαν.
Η μέρα χάθηκε και μαζί με τη μέρα κι η ζωή τους.
Ο θάνατος είναι ο μόνος σίγουρος προορισμός.
Δεν τον φοβάμαι.
Όχι πια.
Ξέρω ότι η ζωή μου σαν εφημερόπτερο δε θα διαρκέσει πολύ.
Όποτε θέλω να τη γεμίσω με ανθρώπους, λιοντάρια τίγρεις, λύκους και άλλα ζωντανά πλάσματα.
Να μου πουν τις ιστορίες τους κι έτσι,
όταν έρθει η ώρα μου να χαθώ στο σκοτάδι απ’ όπου προέρχομαι,
να κλείσω τα μάτια μου και να χαμογελάσω.
Να χαμογελάσω όπως χαμόγελα ο ήλιος στη γη τόσες χιλιάδες χρόνια
όσο εκείνη συνεχίζει να χορεύει γύρω απ’ τον μοιραίο άξονά της.