Μπορεί ένα φυτό με ευεργετικές ιδιότητες να καταφέρει να δώσει τροφή για μύθους και δοξασίες μέσω ενός ποτού; Η αψιθιά είναι ένα φυτό, το οποίο από αρχαιοτάτων χρόνων χρησιμοποιήθηκε στην ιατρική και έγινε ευρέως γνωστό μέσω του «αψέντι», ενός αλκοολούχου ποτού που γνώρισε φήμη και δόξα στις πολυσύχναστες γειτονιές της Μονμάρτης, τέλη του 19ου αιώνα. Πριν όμως το αψέντι πάρει το προσωνύμιο της «πράσινης νεράιδας» και καθιερωθεί στα γαλλικά τραπέζια, προηγήθηκε μια ιστορία με αρκετά σκοτεινά σημεία.

Η αψιθιά -ή αλλιώς Αρτεμισία, Artemisia absinthium- χρησιμοποιήθηκε στην ιατρική τόσο από τους Αρχαίους Έλληνες όσο και από τους Αιγυπτίους. Αναφορές θέλουν την Αρτεμισία να θεραπεύει πόνους περιόδου και αρρώστιες του αίματος. Το αψέντι είναι ένα αλκοολούχο ποτό με βασικό συστατικό την αψιθιά, ενώ περιέχει γλυκάνισο και μάραθο. Λόγω της πικρής επίγευσης που αφήνει η αψιθιά, προστέθηκε αργότερα στο απόσταγμα και ζάχαρη.

Γύρω στα 1790, ένας Γάλλος γιατρός στην Ελβετία παρασκεύασε πρώτος το αψέντι, ενώ περίπου μισό αιώνα μετά διατέθηκε στα γαλλικά στρατεύματα ως αφέψημα κατά της ελονοσίας, λόγω της μεγάλης περιεκτικότητας σε καθαρό οινόπνευμα. Από τις στρατιωτικές σκηνές, το αψέντι πέρασε στα γαλλικά σπίτια όλων των κοινωνικών τάξεων και η κατανάλωσή του υπερδιπλασιάστηκε μέσα σε λίγα μόλις χρόνια. Σύντομα, βρισκόταν σε όλες τις κάβες και ανταγωνιζόταν σε παραγωγή ακόμα και τα γαλλικά κρασιά. Όταν άρχισαν τα αποστακτήρια να φυτρώνουν παντού, η τιμή του έπεσε και πλέον έγινε το ποτό των περιθωριακών, των καλλιτεχνών και των μποέμ της εποχής.

Ενώ όλα αυτά συνέβαιναν στη Γαλλία, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, και συγκεκριμένα στην κοσμοπολίτικη Νέα Ορλεάνη, ένας νεαρός Καταλανός άνοιξε το Old Absinthe House, όπου ακόμα και σήμερα σερβίρεται το διασημότερο κοκτέιλ με αψέντι, το Sazerac.

Ο καλλιτεχνικός κόσμος διέδωσε το αψέντι σε κάθε μποέμ γειτονιά των μεγάλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Λοτρέκ, Ζολά, Μπωντλαίρ, Όσκαρ Ουάιλντ και άλλοι άνθρωποι του πνεύματος έγιναν λάτρεις του ποτού αυτού, ακόμα και όταν απαγορεύτηκε. Όταν ξεκίνησε η απαγόρευσή του, γιγαντώθηκαν και οι μύθοι γύρω από το τι είναι ικανό να προκαλέσει στον άνθρωπο.

Το αψέντι ονομάζεται και «πράσινη νεράιδα» ή «πράσινο φίδι». Αυτό το προσωνύμιο τού δόθηκε με την αιτιολογία ότι δημιουργεί παραισθήσεις και γενικά θεωρήθηκε υπαίτιο για ανάρμοστες, ανήθικες και παραβατικές συμπεριφορές. Αυτός ήταν ένας λόγος που το αψέντι αποχώρησε από τις κάβες των αριστοκρατικών σπιτιών.

Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Η αψιθιά περιέχει μια χημική ουσία, τη θυϊόνη, η οποία σε μεγάλη δοσολογία μπορεί να προκαλέσει σπασμούς. Για να καταναλώσεις όμως την ποσότητα που απαιτείται ώστε να σε επηρεάσει, πρέπει να πιεις τουλάχιστον δέκα λίτρα, πράγμα αδύνατο. Μεταγενέστερες έρευνες έδειξαν ότι το αψέντι, περιέχει μεγάλη ποσότητα οινοπνεύματος (περίπου 70%), χωρίς όμως άλλες ψυχοτρόπες ουσίες.

Μέχρι το 1915 το αψέντι απαγορευόταν στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και στις Η.Π.Α. Βέβαια, όταν κάτι απαγορεύεται, η φήμη του κορυφώνεται και το παράνομο γίνεται περιζήτητο. Ξαναβγήκε στην κυκλοφορία στην Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, και 20 χρόνια μετά και στις Η.Π.Α.

Σήμερα, η «πράσινη νεράιδα» είναι το πιο vintage ποτό που υπάρχει και έχει λίγους αλλά δυνατούς θαυμαστές. Κυρίως πρόκειται για πρόσωπα που βρίσκουν στιγμές χαλάρωσης σε κάποιο dark μυστηριακό μπαρ, βγαλμένο από άλλη εποχή.

Συντάκτης: Κέλλυ Ιακωβίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.