Ανήκουστη βία υπέστη μια 32χρονη γυναίκα στο Διδυμότειχο, όπου για περίπου έναν μήνα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ζούσε εφιαλτικές στιγμές στα χέρια του 32χρονου συντρόφου της, καθώς φέρεται να την κακοποιούσε, να την κρατούσε κλεισμένη στο σπίτι και να τη βί@ζε.

Η 32χρονη βρήκε το θάρρος να περάσει το κατώφλι του Τμήματος Ασφαλείας Διδυμοτείχου το πρωί της περασμένης Παρασκευής, παρουσιάζοντας εμφανή τραύματα στο σώμα και τα χέρια της. Εκεί, κατήγγειλε στους αστυνομικούς ότι ο σύντροφός της την είχε κακοποιήσει. Μετά την καταγγελία, το θύμα μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Διδυμοτείχου για να της παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες και να υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις, όπου οι γιατροί αποφάσισαν να την κρατήσουν για νοσηλεία λόγω των τραυμάτων της.

Σύμφωνα με την κατάθεσή της, οι κακοποιητικές πράξεις του 32χρονου ξεκίνησαν στις 10 Ιουλίου και συνεχίστηκαν μέχρι λίγες ώρες πριν η γυναίκα αποκαλύψει όσα βίωνε στις αρχές. Ο δράστης την κρατούσε χωρίς τη θέλησή της στο σπίτι του, όπου και τελούσε τις απάνθρωπες πράξεις του κατά της σωματικής της ακεραιότητας. Δεν έχει γίνει γνωστό πώς κατάφερε η γυναίκα να δραπετεύσει, ενώ οι αστυνομικοί, αμέσως μετά την καταγγελία, πήγαν στην οικία του 32χρονου συντρόφου της γυναίκας για να τον συλλάβουν, όμως δεν τον εντόπισαν. Εναντίον του ασκήθηκε ποινική δίωξη για παράνομη βία, βιασμό και ενδοοικογενειακή βία, ενώ συνεχίζονται οι έρευνες για τον εντοπισμό του.

Το περιστατικό αυτό, ένα από τα αμέτρητα πια στη χώρα μας, αναδεικνύει ένα ανησυχητικό φαινόμενο, καθώς τον τελευταίο καιρό παρατηρείται έξαρση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, σε ήδη τρομερά υψηλά ποσοστά. Πάνω από 200 άτομα έχουν εγκαταστήσει το panic button στα κινητά τους, ενώ περισσότερα από 100 το έχουν ενεργοποιήσει, επιβεβαιώνοντας την αυξημένη ανάγκη για άμεση βοήθεια και προστασία, ενώ παράλληλα το θράσος των δραστών τείνει να αυξάνεται, καθώς και η αίσθηση πως θα παραμείνουν ατιμώρητοι. Η εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, Κωνσταντία Δημογλίδου, δήλωσε πρόσφατα: «Η εγκατάσταση γίνεται εντός της αστυνομικής υπηρεσίας και μέσω του panic button μπορούμε να εντοπίσουμε τα θύματα όπου και αν βρίσκονται. Τα safe houses είναι περισσότερα από 20 στη χώρα, όπου είναι δομές που φυλάσσονται από την Αστυνομία».

Η κ. Δημογλίδου ανέφερε επίσης ότι τα safe houses φιλοξενούν θύματα ενδοοικογενειακής βίας μαζί με τα παιδιά τους, με την Αστυνομία να παρέχει ασφάλεια και προστασία στις δομές αυτές. Ωστόσο, είναι αυτό αρκετό; Μήπως συνεχίζουμε κι αργούμε εγκληματικά πολύ να δράσουμε, με αποτέλεσμα οι θύτες να αισθάνονται ότι έχουν 3 ολόκληρες εβδομάδες στη διάθεσή τους να β@σ@νίσουν το θύμα τους; Πώς είναι δυνατόν μια γυναίκα να υποφέρει για έναν σχεδόν μήνα στα χέρια του κακοποιητή της και κανείς να μην είδε, να μην άκουσε, να μην ήξερε τίποτα;

Είμαστε τόσο απασχολημένοι με τις ζωές μας, που ξεχνάμε να παρατηρήσουμε τι συμβαίνει δίπλα μας, ή κουμάντο κάνει πια ο φόβος και το «άσε να μην μπλέξεις»; Κι αν η κοπέλα κατάφερε και γλίτωσε τελευταία στιγμή, όσο εκείνος παραμένει ελεύθερος, θα μπορέσει να είναι ποτέ πραγματικά ασφαλής; Τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων ετών, δυστυχώς, μας δίνουν από μόνα τους την απάντηση.