Πολύ συχνά μπορεί να ακούσεις ανθρώπους να συζητούν το τι πρέπει να κάνουν ώστε να είναι αρκετοί για έναν άλλον άνθρωπο. Τι να είναι άραγε αυτό που «χαλάει» τους γύρω τους, τι αλλαγές θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν ώστε να γίνουν πιο αρεστοί σε ένα συγκεκριμένο άτομο που τους ταλανίζει ή γενικότερα στην κοινωνία που θεωρητικά ανήκουν;

Αν κοιτάξεις τον εαυτό σου στον καθρέπτη πιθανότατα να μπορείς να πεις ότι είναι πολλά εκείνα που θα ήθελες να αλλάξεις πάνω σου βελτιώνοντάς τα και θεωρώντας ότι έτσι θα βελτιωθεί απευθείας η ζωή σου ολόκληρη. Αν ακούσεις τις απόψεις και τον τρόπο που μιλάς μέσα σε μια ολοκληρωμένη συζήτηση, μπορείς να πεις ότι πολλά είναι αυτά που θέλεις να αλλάξεις μέσα σου- να αναπτύξεις περισσότερο την κριτική σου σκέψη, να διευρύνεις τους πνευματικούς σου ορίζοντες και χίλια δυο άλλα. Όσο περισσότερο σκέφτεσαι πώς να αρέσεις με αυτοσκοπό την αποδοχή, τόσα περισσότερα θα θέλεις να τροποποιήσεις για να ταιριάξεις σε συγκεκριμένες προδιαγραφές.

Ακόμη κι αν το καταφέρεις αυτό, όμως και τα φέρεις όλα τούμπα, πάλι δε θα επαρκεί. Μονίμως θα ζητούν κάτι παραπάνω, οριακά θα αντιμετωπίζεις καθημερινά μια διαφορετική απαίτηση και θα βρεθείς σε έναν αδιάκοπο αγώνα στον οποίο θα καλείσαι να κόψεις και να ράψεις κάτι στον εαυτό σου για τα δικά τους μέτρα.

Σε όλη αυτή την παράνοια που ενίοτε επιβάλλουν οι ανασφάλειες που κρύβεις μέσα σου, πρέπει να σκεφτείς ότι έχεις ήδη κάνει πολύ μεγάλο κόπο για να δημιουργήσεις τον εαυτό σου όπως ακριβώς είναι σήμερα˙ κάθε σημάδι εξωτερικό ή εσωτερικό, κρύβει μια ιστορία- την οποία είτε έχεις μοιραστεί είτε κρατάς για τον εαυτό σου- κάθε άποψη που εκφράζεις είναι αποτέλεσμα των σκέψεων για τις οποίες αφιέρωσες ώρες και γνώσεις που απέκτησες με κόπο. Υπάρχει τεράστια διαφορά λοιπόν ανάμεσα στο να είσαι ξεροκέφαλος και κολλημένος στις ιδεάρες σου, υποτιμώντας τους γύρω σου και κάτι εντελώς άλλο να πουλάς τον εαυτό σου, για τη δίψα σου να αγαπηθείς. Γιατί στην τελική, όλα γι’ αυτό γίνονται, για να μας αποδεχτούν και ίσως αργότερα, με κάποιο τρόπο, να μας αγαπήσουν. Εμάς, όμως, όχι κάποιο άβαταρ που θα έχουμε δημιουργήσει.

Στο φιλαράκι σου που θυμώνει επειδή δεν κάνεις τα πάντα όπως θέλει ή βάσει προγράμματός του, πες του να πάει να βρει νέους φίλους που θα του ταιριάζουν περισσότερο. Στο έτερον ήμισυ που σου δείχνει ότι όσο κι αν προσπαθείς για την αγάπη του τίποτα δεν είναι αρκετό ή ξεκινά να σε βαριέται, ευχήσου του να τα βρει κάποια στιγμή με τον εαυτό του και μετά να βρει και τον έρωτα. Στους συγγενείς- πρώτου, δευτέρου και πεντηκοστού βαθμού- που μπορεί να θέλουν να συνεχίσεις οτιδήποτε θεωρούν αυτοί ως κανονικό αλλά εσένα δε σε γεμίζει, εξήγησέ τους ότι οι εποχές αλλάζουν κι αν δεν το καταλαβαίνουν, δώσε το τηλέφωνο κάποιου ψυχοθεραπευτή- τα κοινωνικά κατάλοιπα μας έχουν καταστρέψει, καλό θα ήταν να σπάσει ο κύκλος.

Όσα κι αν αλλάξεις, όσα χατίρια κι αν κάνεις, ποτέ δε θα είσαι αρκετός για εκείνους που δε θέλουν να είσαι. Και για κάθε έναν από αυτούς, θα υπάρχουν κι οι άλλοι. Εκείνοι που θα φωτίζουν τον δρόμο όταν τα βρίσκεις μαύρα, θα σε στηρίζουν χωρίς να έχουν κάτι να κερδίσουν και θα χαίρονται με τη χαρά σου, ίσως περισσότερο κι από εσένα. Oι άνθρωποι που βουτάνε μαζί σου στο άγνωστο. Οι συνταξιδιώτες σου. Οι «τρελοί» που θεωρούν ότι η αγάπη φυτρώνει με την αποδοχή. Εκείνοι που είναι η προσωποποίηση του «κι αν χαλάσει το αμάξι, μαζί σου θα περιμένω στη στάση του λεωφορείου»- το γνωστό στιχάκι που κυκλοφορεί. Μη σε χαραμίζεις, λοιπόν, για άλλους!

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου