Συναίσθημα εναντίον λογικής. Καρδιά εναντίον μυαλού. Πραγματικότητα εναντίον φαντασίας. Σύγκρουση δυο κόσμων, δυο αντικρουόμενων κόσμων, που οδηγεί σε ελεύθερη πτώση με την ελπίδα ότι το αλεξίπτωτο που έχεις διαλέξει θα σε οδηγήσει με ασφάλεια στο έδαφος. Τι συμβαίνει, όμως, όταν το αλεξίπτωτο δεν ανοίγει; Όταν το αλεξίπτωτό σου σε προδίδει; Η στιγμή εκείνη που συνειδητοποιείς πως δεν είναι αυτό που ήλπιζες. Η στιγμή που αντιλαμβάνεσαι ότι βρίσκεσαι στον αέρα και ψάχνεις τον τρόπο με τον οποίο θα φτάσεις στο έδαφος, στην ασφάλεια και στην ηρεμία σου.
Στην αρχή, πάντα γοητεύεσαι με το να πετάς στα σύννεφα, να νιώθεις την ένταση και την αδρεναλίνη της στιγμής. Κάτι που ίσως όλοι αναζητάμε όταν ερωτευόμαστε, άλλωστε. Είναι αυτό που σε βγάζει από τη ρουτίνα σου, σε κινητοποιεί, σου δίνει ενέργεια, σε κάνει να βλέπεις τον κόσμο με άλλα μάτια. Είναι ωραίο να ξεβολεύεσαι. Είναι ωραίο να κάνεις το βήμα έξω από τη ζώνη άνεσής σου. Να δίνεις στον εαυτό σου τις ευκαιρίες να νιώθει συναισθήματα που θα ανεβάζουν τους παλμούς. Οι στιγμές εκείνες αξίζουν το όποιο άγχος και φόβο όμως πάντα ελλοχεύει ένα αλλά…
Εκεί ακριβώς ξεκινάει το «αλλά». Στο πόσο μοιάζει ο έρωτας με μια ελεύθερη πτώση. Πόσο σε ξεβολεύει, πόσα όμορφα συναισθήματα σου προσφέρει, αλλά και πόσο φόβο κουβαλάει μαζί του. Προσφέρει παράλληλα και την ασφάλεια αλλά και την αδρεναλίνη. Η ισορροπία αυτή, όμως, αν αρχίσει να αποσταθεροποιείται, μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση. Μια σύγκρουση της οποίας οι επιπτώσεις έχουν αντίκτυπο σε εκείνον ο οποίος δεν ήθελε να χαθεί η ισορροπία. Σε εκείνον που προσπάθησε και ήλπιζε στο ότι θα ανοίξει το αλεξίπτωτο. Σε εκείνον που έχασε τον εαυτό του προσπαθώντας να σώσει τη σχέση και να την επαναφέρει στη σταθερότητα.
Οι σχέση, όμως, η οποιαδήποτε σχέση, χρειάζεται δυο. Είναι δυο εκείνοι που προσπαθούν, επιθυμούν να χτίσουν και να προχωρήσουν μαζί. Κι αυτό δεν είναι ποτέ κάτι εύκολο, κάτι που έρχεται χωρίς να επενδύσεις τον εαυτό σου. Η δοτικότητα, παρότι κάνει τους ανθρώπους πιο όμορφους και είναι από τα χαρακτηριστικά εκείνα που ελκύουν, κάπου εμφανίζει μια κόκκινη γραμμή. Η γραμμή που όταν ξεπεραστεί, κυριαρχεί η παθογένεια κι αυτός που δίνει «μολύνεται» και χάνει το πιο σημαντικό κομμάτι του, τον εαυτό του. Διότι, είναι και θα είναι πάντα ηθικά άδικο να επενδύει μόνο ο ένας.
Τα σημάδια, βέβαια, είναι πάντα εκεί. Επιλέγεις πολλές φορές να εθελοτυφλείς και να ελπίζεις σε μια αλλαγή, να επιμένεις σε μια φαντασία. Αρνείσαι να δεις την πραγματικότητα και να επιλέξεις να φύγεις. Οι δικοί σου άνθρωποι, ωστόσο, είναι εκεί και βλέπουν όσα εσύ αρνείσαι. Πως αναλώνεσαι σε μια μίζερη κατάσταση, τις μέρες εκείνες στις οποίες αναζητάς το χαμόγελό σου, την όρεξή σου, κυριεύεσαι από άγχος, νεύρα και απλά νιώθεις ένα αβάσταχτο βάρος. Είναι εκεί και σε βλέπουν να λιώνεις, μέχρι που κάνουν εμφάνιση και ψυχοσωματικά συμπτώματα. Εκείνο, είναι ίσως το τελικό στάδιο.
Οι άνθρωποι στη ζωή μας θα έπρεπε να μας κάνουν να θέλουμε να εξελιχθούμε. Να μας προτρέπουν να κάνουμε το βήμα παρακάτω. Να οδεύουμε προς όσα μας προσφέρουν χαρά. Να μας καθοδηγούν προς αυτά, να μας στηρίζουν, να μας θαυμάζουν γι’ αυτά. Δε θα έπρεπε να πασχίζουμε να χτυπάμε πόρτες οι οποίες δεν μπορούν να ανοίξουν. Ο έρωτας είναι θεμελιώδης έννοια της ζωής κι αυτό θα έπρεπε να δίνει, ζωή. Οφείλει να είναι πηγή ζωντάνιας κι ομορφιάς, όχι να σε σκοτεινιάζει και να μη σε κάνει να είσαι η καλύτερή σου εκδοχή.
Να φεύγεις από εκεί που νιώθεις ότι δε σε εκτιμάνε. Που δε βλέπουν την προσπάθειά σου. Όσο κι αν πονάει, να φεύγεις από εκεί που αρχίζεις να βλέπεις έναν άλλον άνθρωπο στον καθρέφτη σου. Να επιλέγεις πάντα τον εαυτό σου και μη φοβάσαι, έχεις αλεξίπτωτο, πάντα έχεις κι ας μην είναι αυτό που νόμιζες ότι χρειάζεσαι για να φτάσεις στον προορισμό σου με ασφάλεια. Είσαι εσύ που -πρέπει να- σε αγαπάς κι εκείνοι που σε αγαπάνε πραγματικά και θέλουν να σε βλέπουν καλά. Οι άλλοι, περισσεύουν.
ΥΓ: Να θυμάσαι, πάντα περνάει.