Τον παλιό καλό καιρό, ήταν όλα απλά στο επίπεδο φλερτ. Λέγοντας «τον παλιό καλό καιρό», δεν εννοούμε την ταινία με τη Βασιλειάδου και τα κανάτια, ούτε για προσπάθειες αποκατάστασης. Μιλάμε για εκείνη την εποχή που οδηγούσε δύο άτομα σε μια πρώτη γνωριμία με κύριο χαρακτηριστικό την έλξη. Οι παρέες άνθιζαν, τα μπαράκια ήταν κατάμεστα, και η αναζήτηση ερωτικού συντρόφου ήταν ένα σφηνάκι δρόμος. Το φλερτ υπήρξε στ’ αλήθεια ζωντανό: ματιές, χαμόγελα, και τρέξιμο στην τουαλέτα ή στον έξω χώρο από το μπαρ, για να σχολιαστεί η εξέλιξη.

Κινητά τηλέφωνα δεν υπήρχαν· κάποιοι δεν είχαν καν σταθερό— κάτι σαν μεσαίωνας για τα σημερινά παιδιά. Αν ήθελε να ξαναδεί το αντικείμενο του πόθου του, λοιπόν, κανείς, θα έπρεπε να το φιξάρει επιτόπου. Κι αν συνέβαινε κάτι και δεν μπορούσε να πάει, έπρεπε να στείλει κάποιον άλλο να ενημερώσει, όπως στην Αλίκη στο Ναυτικό, όπου έσκασε μύτη ο Μαρούχος αντί του Παπαμιχαήλ. Υπήρχε σε όλο αυτό μια δέσμευση και μια προσμονή, εν τέλει, που το έκανε σημαντικό. Και ρομαντικό.

Τα χρόνια πέρασαν και η τεχνολογία έτρεξε με ταχύτητα του φωτός. Τα πρώτα κινητά εμφανίστηκαν και η επικοινωνία έγινε πιο εύκολη, θεωρητικά. Έφτασαν και τα περίφημα smartphones και οι εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης. Έγιναν οι κύριοι τρόποι προσέγγισης. Το ίδιο άτομο που σε συναντούσε, δε σου μιλούσε από κοντά, αλλά σου έστελνε αργότερα μήνυμα για να δείξει το ενδιαφέρον του. Το φλερτ, λοιπόν, άλλαξε πολύ: φωτογραφίες, πόζες, likes, καρδούλες, σεντόνια στο Messenger, καβγάδες, αγάπες, σχέσεις, ίσως και μετά delete και block.

Ταυτόχρονα, άρχισαν να αναπτύσσονται και τα περιβόητα dating apps. Κάποιοι τα χλεύαζαν αρχικά, αλλά λίγο η οικονομική κρίση, λίγο η πλήρης έλλειψη χρόνου, οι παρέες που δεν υπάρχουν πια, μπήκαν κι αυτοί στο τριπάκι. Εκεί βρίσκονται κάθε λογής άνθρωποι, όπως και στην κοινωνία, όμως, η κάλυψη πίσω από το πληκτρολόγιο δίνει άλλη διάσταση, αφού ο καθένας εκφράζεται όπως δε θα τολμούσε ποτέ ίσως στην καθημερινότητά του. Το επίπεδο του φλερτ κυμαίνεται από πολύ χαμηλό έως ανύπαρκτο, και μια ωραία φωτογραφία αρκεί· το χιούμορ, η προσωπικότητα, και άλλα προτερήματα που εμφανίζονταν στο κλασικό φλερτ δεν έχουν σημασία. Κάποιοι, αρκούνται σε συνομιλίες επί συνομιλιών, δε θέλουν να βγουν από την comfort zone ή γουστάρουν απλά το sεxting. Κάποιοι, όντως θέλουν να γνωρίσουν ανθρώπους, με ανοιχτά τα ενδεχόμενα. Κι είναι κι εκείνοι που ψάχνουν για εύκολο σeξ, και πάει λέγοντας…

Είναι σαν να μπαίνει κανείς σε ένα e-shop, να βλέπει τα προϊόντα και να πατάει «προσθήκη στο καλάθι». Πολλές φορές το προϊόν έχει απλά φωτογραφηθεί ωραία, αλλά η ποιότητά του δεν ανταποκρίνεται στις περιγραφές. Ακόμη χειρότερα, δεν είναι καν το ίδιο προϊόν με αυτό της φωτογραφίας. Ο λογαριασμός δεν είναι σε ευρώ αλλά σε αδρεναλίνη και ντοπαμίνη, κι άλλες φορές σε μειωμένη σεροτονίνη, ανάλογα με την έκβαση της γνωριμίας. Και μετά τα γνωστά: ποιος είσαι, τι κάνεις, τι ψάχνεις· μετάβαση στα προφίλ FB, Insta κλπ., και μπουμ, ό,τι είναι να συμβεί, συμβαίνει.

Κι αυτό που συμβαίνει είναι πρόοδος, αλλά και μοναξιά… Κλεισμένοι ο καθένας στο σπίτι του, μετά από δωδεκάωρο εργασίας, ψάχνουμε κάτι να φτιάξει τη μέρα και τη νύχτα μας. Γιατί δεν υπάρχουν στενές σχέσεις, στενοί φίλοι ή απλά παρέες με την παλιά και κλασική έννοια του όρου. Γιατί κάποιοι είναι ντροπαλοί και το μέσο τους δίνει θάρρος. Κατακριτέο; Καθόλου! Το παιχνίδι άλλαξε, κι εμείς, αν θέλουμε να παίξουμε, θα προσαρμοστούμε. Ίσως μας λείπει ο ευθύς και άμεσος τρόπος προσέγγισης και η αίσθηση ότι είμαστε ξεχωριστοί, κι όχι κάποιος ή κάποια από τους πολλούς που μιλάει στο Messenger ο άλλος ή η άλλη. Απλά, θέλει προσοχή μην πέσει κανείς σε κακοτοπιές και ποιος ξέρει, ίσως κάπου εκεί να βρίσκεται και κάποιος ή κάποια που ανταποκρίνεται στις προσδοκίες, και το προϊόν, πέρα από ωραία φωτό, να έχει και περιεχόμενο.

Συντάκτης: Χριστίνα Ευτυχίδου