Κάθε μέρα συναντάμε ανθρώπους που ονειρεύονται να δημιουργήσουν μια σχέση. Ακούγονται εκφράσεις του τύπου: «Να βρω το άλλο μου μισό», «βαρέθηκα τη μοναξιά μου» κι άλλα παρόμοια. Η κοινωνία ευνοεί τον αριθμό δύο. Η δυάδα ήταν και είναι αποδεκτή. Είναι, όμως, όλοι σε κάποια σχέση για τους σωστούς λόγους; Ακόμη περισσότερο, είναι ευτυχείς με την παραμονή τους σε αυτή τη συγκεκριμένη σχέση που έχουν επιλέξει;
Ας ξεκινήσουμε με τα βασικά. Σχέση είναι η συνύπαρξη δύο ατόμων που έλκονται ερωτικά και επιθυμούν να μοιραστούν τον εαυτό τους, χωρίς ημερομηνία λήξης, τουλάχιστον προκαθορισμένη. Περιλαμβάνει συναισθηματική επένδυση και στήριξη, αμοιβαίο μοίρασμα στιγμών και προβλημάτων. Προκειμένου να προχωρήσει κάποιος στη σύναψη μιας σχέσης, πρέπει να είναι συνειδητοποιημένος τι προσδοκά και τι μπορεί να δώσει. Να γνωρίζει γιατί επέλεξε τον συγκεκριμένο άνθρωπο και ποια χαρακτηριστικά του τον ξεχώρισαν από τον υπόλοιπο κόσμο, ώστε να επιθυμεί αυτό το κάτι παραπάνω μαζί του ή μαζί της. Να είναι αποφασισμένος να δεσμευτεί και να δώσει χρόνο και χώρο. Όλα αυτά προϋποθέτουν να είναι κάποιος ολόκληρος. Τα μισά πορτοκάλια μας έχουν χαλάσει και δεν αρκούν. Χρειάζεται ενσυναίσθηση και αίσθημα συντροφικότητας, εμπιστοσύνη και καλή πρόθεση. Ποιοι είναι, λοιπόν, οι σωστοί λόγοι για να μπούμε σε μια σχέση;
Πρώτα απ’ όλα, ο έρωτας, το χτυποκάρδι και ο θαυμασμός. Να βλέπουμε στον άλλο το κάτι ιδιαίτερο, το κάτι καλύτερο. Να γινόμαστε η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας μέσα από τη συνύπαρξη. Να λάμπουμε με εκείνο το εσωτερικό φως που μόνο οι άνθρωποι με πληρότητα εκπέμπουν.
Δεύτερον, η συμφωνία των χαρακτήρων, των επιδιώξεων, του τρόπου ζωής. Τα ετερώνυμα έλκονται, αλλά πιθανότητες να παραμείνουν μαζί, έχουν τα ομώνυμα. Οι μεγάλες διαφορές αρχικά γοητεύουν, αλλά στην πορεία κουράζουν. Η συμβατότητα σημαντική.
Τρίτον, η αλληλεπίδραση και το πώς αυτή αντανακλάται στην καθημερινότητά μας. Κάνουμε σχέση για να νιώσουμε πιο χαρούμενοι, πιο ζωντανοί. Η σχέση μας πρέπει να έχει σαν βάση τον έρωτα, αλλά να εξελίσσονται και άλλοι ρόλοι πέρα από αυτόν του ερωτικού συντρόφου, όπως του φίλου, του συμπαραστάτη, του πιο δικού μας ανθρώπου, τελικά.
Και ποιοι είναι οι λάθος λόγοι;
Η μοναξιά, πρώτα απ’ όλα. Είναι σαν να πηγαίνεις πεινασμένος στο μάρκετ· σχεδόν βέβαιο ότι θα φορτωθείς ένα σωρό άχρηστα και ανθυγιεινά πράγματα. Θα βαφτίσεις το κρέας ψάρι, θα μπεις σε καταστάσεις που δε σε καλύπτουν, θα αγνοήσεις τα red flags και θα εισπράξεις απογοήτευση.
Δεύτερον, η ανασφάλεια. Θέλεις να νιώσεις αποδεκτός και επιθυμητός απλά, χωρίς να νιώθεις πράγματα για τον σύντροφό σου. Ζητάς απλά μια επιβεβαίωση, μια αντανάκλαση του εαυτού σου στα μάτια του άλλου που θα σου χαρίσει αποδοχή, θα βελτιώσει τον τρόπο που βλέπεις τον εαυτό σου. Για πόσο, όμως; Οι σχέσεις δεν είναι παιχνίδια υπεροχής και, όταν δεν παίρνεις το feedback που ζητάει ο εγωισμός, καταλήγεις ακόμη πιο δυστυχής.
Τρίτον, η κοινωνική αποδοχή. Όλοι είναι ζευγάρια, δε χωράω πουθενά, άρα με τη σχέση θα χωρέσω. Έχει γεμίσει ο τόπος από συμβιβασμένους ανθρώπους που δεν περνάνε καλά. Δεν εκτιμούν καν τον σύντροφό τους και τον εαυτό τους. Σπρώχνουν τον χρόνο, βολεμένοι σε ένα άβολο ζευγάρι παπούτσια που δεν είναι στο νούμερό τους, αλλά φοβούνται να τα πετάξουν γιατί ίσως δε βρουν άλλο. Η επιλεγμένη μοναχικότητα, άλλωστε, συχνά φαντάζει τρομακτική. Και τι θα πει ο κόσμος; Για να είναι κάποιος μόνος, κάποιο πρόβλημα θα έχει.
Συνοψίζοντας, ο λόγος να μπεις σε μια σχέση είναι η ίδια η σχέση. Ο αόρατος κύκλος που περιβάλλει δύο άτομα που γνωρίζονται σε βάθος, γελάνε με τα ίδια αστεία, χτίζουν κάθε μέρα και αντιστέκονται στις σεισμικές δονήσεις της καθημερινότητας.
Και ο λόγος να μην μπεις; Αν η ανάγκη σου για μια σχέση ρουφάει την ενέργειά σου και σε απομυζά χωρίς να σου δίνει φτερά να δραπετεύεις από τα καθημερινά.