Ποτέ μου δεν μπόρεσα να κατανοήσω τη φράση «παλιά ήταν καλύτερα τα πράγματα». Ίσως, να φταίει η ηλικία μου, η οποία μου έχει επιτρέψει να δω τα πράγματα τόσο πριν τη ραγδαία τεχνολογική επανάσταση, όσο και μετά. Ίσως, πάλι, αδυνατώ να συνδεθώ αποτελεσματικά με τις παλαιότερες γενεές που υποστηρίζουν αυτή τη φράση. Όπως και να έχει, όμως, είναι μια ατάκα που ακόμα και σήμερα λέγεται με ιδιαίτερη ευκολία, δημιουργώντας ανάμεικτα συναισθήματα στις νεότερες γενεές, όταν την ακούμε. Μια φράση η οποία μας βάζει σε διαδικασία να αποδείξουμε πως δεν εφευρέθηκαν τα αρνητικά στοιχεία των ανθρώπων από το 1990 και μετά.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά τους γονείς μου να αναφέρουν, πως παλαιότερα οι άνθρωποι δεν είχαν «τέτοια πονηριά» και οι σχέσεις κρατούσαν «για πάντα», διότι «όταν κάτι χάλαγε δεν το πέταγαν αλλά το επιδιόρθωναν». Είναι ένας έμμεσος τρόπος να κατηγορήσουν τη γενιά μου για υπερκαταναλωτισμό και έλλειψη συναισθήματος. Έναν υπερκαταναλωτισμό, όμως, που οι ίδιοι φρόντισαν να μας εμφυσήσουν για να καλύψουν τα κενά τα οποία είχαμε από την απουσία τους, λόγω υπερ-εργασίας και συναισθηματικής αποχής.
Ήταν οι ίδιοι που έθεσαν πάνω από όλα την εργασία, με την αιτιολογία πως το κάνουν για να μη μας λείψει τίποτα. Και μπορεί να είναι αλήθεια και να έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν, όμως στο τέλος της ημέρας μας έλειπε το σημαντικότερο πράγμα: Ο χρόνος που χρειαζόμασταν να περνάμε μαζί τους. Ποιοτικός χρόνος που θα μας έδινε τη δυνατότητα να έχουμε μια ειλικρινή και ουσιαστική επικοινωνία. Χρόνος ο οποίος θα ήταν καθοριστικός για τις αποφάσεις που θα παίρναμε ως ενήλικες μετά.
Από την άλλη, καθίσαμε ουκ ολίγες φορές στο εδώλιο για έλλειψη συναισθήματος, ενώ μεγαλώσαμε με μια άρτια εκπαίδευση στο πώς να το καταπνίγουμε. Σε κάθε μας «όχι» δεν υπήρχε ανταπόκριση, αλλά μια σκληρή και θυμωμένη αντίδραση. Μια αντίδραση η οποία δεν ήθελε να κατανοήσει τον λόγο πίσω από το «όχι» που λέγαμε, αλλά ήταν μια προσπάθεια για δημιουργία ιεραρχίας μέσα στο σπίτι. Κατά αυτόν τον τρόπο μεγαλώσαμε φοβούμενοι το «όχι». Μεγαλώσαμε έχοντας βαθιά μέσα μας ένα «καλό παιδί» το οποίο θέλει να τηρεί τους κανόνες, να σέβεται τους μεγαλύτερους (ακόμα κι αν δεν το αξίζουν) να ευχαριστεί όλους τους άλλους εκτός από τον εαυτό του. Κι αυτό δε συνέβαινε μόνο στα μεγάλα και τα βαριά, αλλά και στα φαινομενικά αθώα κι απλοϊκά. Γιατί ανατρέχοντας πίσω στις μνήμες της παιδικής μου ηλικίας, θυμάμαι κι εγώ χαρακτηριστικά την απογοήτευση στο πρόσωπο της μητέρας μου όταν έλεγα «όχι» σε αγκαλιές από συγγενείς ή όταν έλεγα «όχι» σε φαγητά ή καταστάσεις που δεν ήθελα εκείνη τη στιγμή.
Οπότε, τελικά, ίσως δεν είμαστε τόσο κακοί, ή πονηροί, αλλά πληγωμένοι. Είμαστε πληγωμένοι από την έλλειψη αγάπης και σημαντικότητας που χρειαζόμασταν να πάρουμε όταν ήμασταν μικρά παιδιά. Πληγωμένοι από όλες αυτές τις ματαιώσεις που χρειάστηκε να βιώσουμε μέχρι επιτέλους να καταφέρουμε να αναγνωριστεί η αξία μας. Είμαστε μια γενιά η οποία έχει περάσει μέσα από πολλές αλλαγές και καταστροφικές καταστάσεις, όπως η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη, η οικονομική κρίση, η εργασιακή κρίση, πανδημίες και πολλά άλλα.
Είμαστε όμως και η γενιά που δημιουργεί έναν καλύτερο κόσμο. Που το θέλει, όντως. Μια γενιά η οποία έχει στο επίκεντρο τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων. Την αλλαγή μέσα από αργά και σταθερά βήματα. Το σημαντικότερο όμως είναι πως είμαστε η πρώτη γενιά η οποία θέλει και μπαίνει σε διαδικασίες να σπάσει το γενεαλογικό τραύμα το οποίο κρατάει δεκαετίες ολόκληρες. Είμαστε πλέον οι γονείς που εμείς θέλαμε να έχουμε στη ζωή μας. Γονείς που εστιάζουμε στο να μεγαλώσουμε και να αναθρέψουμε ένα παιδί, το οποίο ως ενήλικας θα είναι λειτουργικός και ευτυχισμένος. Θα μπορεί να βασιστεί στα δικά του πόδια και θα δημιουργεί το μέλλον το οποίο έχει ονειρευτεί.
Γιατί μαμά και μπαμπά, η δικιά σας γενιά μεγάλωσε παιδιά τα οποία ακόμα και σήμερα δεν έχουν απογαλακτιστεί από σας. Οπότε συγγνώμη μαμά και μπαμπά, αλλά η δικιά μας γενιά δεν είμαστε χειρότεροι άνθρωποι από σας- το ίδιο τραυματισμένοι και πληγωμένοι, ναι, αλλά όχι χειρότετοι. Είμαστε η γενιά η οποία θέλει να κάνει όλες αυτές τις αλλαγές που είναι απαραίτητες, για να ζούμε όλοι σε έναν καλύτερο κόσμο. Μπορεί αυτές οι αλλαγές να σας φέρνουν μια εσωτερική σύγκρουση ή μπορεί απλά να υπάρχει ένα τεράστιο επικοινωνιακό χάσμα. Όμως, η αλήθεια είναι πως, όχι, τα πράγματα παλιά δεν ήταν καλύτερα κι η κοινωνία διαχρονικά βασανίζεται με αλλαγές, ομορφιές και παθογένειες. Κι αυτό είναι τόσο εύκολο να το δει κανείς, αν απλώς κάνει μια βόλτα στο γενεαλογικό του δέντρο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου