Η πρόσφατη «κριτική» του Ηλία Φραγκούλη για την ταινία «Η Συμμορία της Συμφοράς» έφερε ξανά στο φως το πολύ άσχημο πρόσωπο της κριτικής στον χώρο της τέχνης. Αυτή τη φορά, όμως, ο γνωστός κριτικός κινηματογράφου δεν περιορίστηκε στην αξιολόγηση του έργου. Στόχευσε προσωπικά τον Αλέξανδρο Τσουβέλα με χαρακτηρισμούς που ξεπερνούν όχι μόνο τα όρια της επαγγελματικής δεοντολογίας αλλά και της ανθρώπινης ευπρέπειας.
Χαρακτηριστικά, έγραψε: «Η υποκριτική… τρομπάρει μέχρι πρόωρης εκσπερμάτισης (ο Αλέξανδρος Τσουβέλας μπορεί να βάλει σε ιδέες τη Δικαιοσύνη για επιστροφή της θανατικής ποινής, ώστε να μην ξαναεμφανιστεί ποτέ μπροστά από κάμερες).» Εδώ, λοιπόν, δε μιλάμε για κριτική. Μιλάμε για στοχευμένη προσωπική επίθεση με ακραία κι απαράδεκτα σχόλια. Θα έλεγε κανείς, ως και μηνύσιμα.
Ο Αλέξανδρος Τσουβέλας, όμως, δεν είναι χθεσινός. Γνωστός για την ψύχραιμη στάση του απέναντι στα hate σχόλια, δεν άφησε το ζήτημα να περάσει έτσι. Μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, απάντησε με τρόπο που αναδεικνύει το ήθος του κι επέλεξε να σταθεί στην υγιή πλευρά της ιστορίας:
«Στην κριτική του Ηλία Φραγκούλη πως πρέπει να βάλω σε ιδέες τη Δικαιοσύνη για επιστροφή της θανατικής ποινής για να μην ξαναεμφανιστώ ποτέ μπροστά από κάμερες, θέλω να του απαντήσω πως πρέπει άμεσα να ζητήσει βοήθεια, αγάπη και αγκαλιά… Όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Σήμερα βγαίνει η ταινία στους κινηματογράφους. Τα σέβη μου.»
Στην εκπομπή της ΕΡΤ «Καλημέρα είπαμε;», ο Τσουβέλας προχώρησε ακόμη περισσότερο, λέγοντας:
«Η λέξη ενόχληση είναι σπάνια για εμένα, δεν ενοχλούμαι. Αλλά όταν διαβάζω ότι θα έπρεπε να επιστρέψει η θανατική ποινή αν ξαναβγώ μπροστά στις κάμερες, αυτό ξεπερνά κάθε όριο. Λέμε για τα όρια της σάτιρας, αλλά για τα όρια της κριτικής δε μιλάει κανείς. Δε με ενοχλεί προσωπικά, γιατί έχω δεχτεί και απειλές για τη ζωή μου. Αλλά σκέφτομαι ότι άλλοι άνθρωποι, πιο ευάλωτοι, θα μπορούσαν να κάνουν κακό στον εαυτό τους. Αυτό δεν είναι κριτική, είναι τοξικότητα που δε θα έπρεπε να υπάρχει.»
Η κριτική τέχνης έχει στόχο να αναδείξει πτυχές ενός έργου, να προκαλέσει διάλογο και, εν τέλει, να συμβάλει στη βελτίωση του πολιτισμικού προϊόντος. Όταν όμως η γλώσσα χρησιμοποιείται για να εξευτελίσει, να μειώσει και να διαλύσει την αυτοεκτίμηση ενός ανθρώπου, η κριτική παύει να είναι εποικοδομητική και γίνεται όπλο καταστροφής. Και για να είμαστε ειλικρινείς, φθηναίνει και πάρα μα πάρα πολύ εκείνον που την ασκεί. Η δήλωση του Ηλία Φραγκούλη δεν περιέχει καμία ουσιαστική αναφορά στην ταινία ή στην υποκριτική του Τσουβέλα. Αντίθετα, είναι μια προσωπική προσβολή, γεμάτη αλαζονεία, που κρύβεται πίσω από τον μανδύα του «χιουμοριστικού ύφους». Το χιούμορ, όμως, σταματά εκεί που αρχίζει η προσβολή – κάτι που φαίνεται πως ο κριτικός ξεχνάει.
Ο Τσουβέλας, από την άλλη, ανέδειξε ένα κρίσιμο σημείο: Το γεγονός ότι οι λέξεις έχουν δύναμη, και ο αντίκτυπος τέτοιων τοποθετήσεων μπορεί να είναι καταστροφικός. Η στάση του, που υπερασπίζεται όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και τους νέους δημιουργούς που θα φοβηθούν να εκτεθούν, δείχνει πως η τέχνη πρέπει να είναι για όλους– και όχι μόνο για όσους κερδίζουν την αποδοχή μιας ελιτίστικης κλίκας κριτικών. Και στην τελική, δείχνει γιατί βρίσκεται εκεί που βρίσκεται.