Η ομορφιά της αιχμαλωσίας: εκείνης της γλυκιάς, εθιστικής τρέλας που σε πιάνει όταν το μυαλό και η καρδιά σου περιστρέφονται γύρω από έναν άνθρωπο. Δεν είναι βάρος. Είναι σαν να φοράς ένα παλιό, αγαπημένο πουλόβερ που σε τυλίγει και σε κάνει να νιώθεις ασφαλής. Είναι εκείνη η στιγμή που χάνεσαι, όχι γιατί σε ανάγκασαν, αλλά γιατί το διάλεξες. Γιατί αυτός ο άνθρωπος έγινε το κάτι παραπάνω, που ποτέ δεν ήξερες ότι έψαχνες.
Δεν είναι φυλακή. Είναι ένα παράξενο ταξίδι. Κάθε ανάμνηση, μικρή ή μεγάλη, κάθε λέξη, κάθε υπονοούμενο, σου αφήνει μια γεύση μαγείας. Και όταν δεν είναι δίπλα σου; Τίποτα δεν αλλάζει. Σκέφτεσαι το χαμόγελό του, την αγκαλιά του, και είναι λες και βρίσκεται εκεί, δίπλα σου. Δε μιλάμε για κάτι λογικό εδώ. Μιλάμε για κάτι που σε αρπάζει από μέσα σου και σε κάνει να νιώθεις ζωντανή με έναν τρόπο που δεν έχεις ξανανιώσει.
Είναι αυτό, άραγε, έρωτας; Είναι ναρκωτικό, φαρμάκι και θεραπεία μαζί που δε χρειάζεται συνταγή. Το παίρνεις με τη θέλησή σου, ακόμα κι αν ξέρεις ότι μπορεί να πονέσεις στο τέλος. Σε τρελαίνει, σε τυφλώνει, σε εξουθενώνει, αλλά ταυτόχρονα, σε αναγεννά και σε κάνει να βλέπεις τον κόσμο αλλιώς. Και ξαφνικά, όλα τα “γιατί” της ζωής σου αποκτούν απαντήσεις. Είναι σαν να βρίσκεις αυτό που πάντα έψαχνες, αλλά δεν ήξερες ότι έλειπε.
Σε κάνει να ξεχνάς τον εαυτό σου, να χάνεσαι σε άλλους κόσμους, σε άλλες διαστάσεις. Κι εσύ, αιχμάλωτος αυτής της μαγείας, συνεχίζεις να ονειρεύεσαι, να ελπίζεις, να πέφτεις. Και κάθε φορά σηκώνεσαι, και τα standards σου ανεβαίνουν. Ψάχνεις για το τέλειο, για το αδύνατο, για ένα έρωτα που θα σε ανεβάσει και θα σε λυτρώσει ταυτόχρονα. Κι ακόμα κι αν έχεις πέσει τόσες φορές, συνεχίζεις να τον αναζητάς. Γιατί ο έρωτας είναι η κινητήριος δύναμη της ζωής, το μυστήριο που μας γοητεύει, το πάθος που μας κατατρώει. Είναι η απόδειξη ότι είμαστε ζωντανοί, ότι μπορούμε να νιώσουμε έντονα, να αγαπήσουμε παράφορα, να χάσουμε τον εαυτό μας και να τον βρούμε ξανά.
Υπάρχουν στιγμές που όλα γύρω σου εξαφανίζονται. Μένει μόνο αυτή η ανάμνηση εκείνης της αληθινής αγκαλιάς που σε γεμίζει, αυτή η μοναδική σύνδεση που κάνει τον χρόνο να σταματά. Ακόμα κι όταν η φυσική παρουσία λείπει, αυτή η μαγεία δε χάνεται. Οι αποστάσεις εκμηδενίζονται, γιατί η ψυχή δε γνωρίζει περιορισμούς. Οι σκέψεις σου τρέχουν σε εκείνον συνέχεια, σαν να υπάρχει μια αόρατη δύναμη που σας ενώνει, κάτι που υπερβαίνει τον χώρο και τον χρόνο. Με μια σκέψη, όλα γύρω σου παύουν να υπάρχουν.
Η σύνδεση αυτή είναι σχεδόν τρομακτική. Δε χρειάζονται λόγια, ούτε εξηγήσεις. Αρκεί ένα βλέμμα, μια αίσθηση, μια μικρή ανάμνηση για να νιώσεις ξανά αυτό το δέσιμο. Δεν έχει σημασία αν βρίσκεστε κάθε μέρα ή αν δεν ξέρεις κάθε μικρή λεπτομέρεια της ζωής που κάνει. Αυτό που μετράει είναι η οικειότητα, αυτή η σπάνια αίσθηση ότι γνωρίζεστε από πάντα. Μπορείς να φανταστείς το άγγιγμα, τον ήχο της φωνής, τα σώματά σας ενωμένα. Είναι κάτι που δεν εξηγείται με τη λογική, είναι μια δύναμη που γεφυρώνει κάθε κενό, ακόμα και στην τεράστια φυσική απόσταση. Και κάπου εκεί, στην ένταση αυτών των στιγμών, αναρωτιέσαι. Πώς είναι δυνατόν να νιώθεις τόσο έντονα συναισθήματα για κάποιον που δε βλέπεις κάθε μέρα; Πώς μπορεί η απουσία του να γεμίζει τον χώρο σου τόσο έντονα; Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να κυριαρχεί τόσο πολύ στις σκέψεις σου, να τον νιώθεις τόσο οικείο, χωρίς να γνωρίζεις κάθε λεπτομέρεια της ζωής του;
Η σύνδεση αυτή είναι ένα ταξίδι. Μια εμπειρία που δε χρειάζεται εξηγήσεις ούτε λογική. Είναι η απόδειξη ότι τα πιο βαθιά συναισθήματα δεν περιορίζονται από όρια, δε χρειάζονται φυσικές αποδείξεις. Αυτή η συνθήκη είναι μια υπενθύμιση ότι μπορούμε να νιώσουμε, να ζήσουμε, να ερωτευτούμε, ακόμα κι αν η πραγματικότητα δε συμβαδίζει πάντα με τα όνειρά μας. Είναι μια συνειδητή απόφαση, μια επιλογή να αφεθείς σε κάτι που σε ξεπερνά.
Ουσιαστικά, δεν είναι παρά ένα ταξίδι. Ένα ταξίδι που σε αλλάζει, που σε πλουτίζει, που σε βοηθά να γνωρίσεις βαθύτερα τον εαυτό σου. Και ακόμα κι αν κάποτε τελειώσει, η επίδρασή του δε σβήνει. Μένει πάντα εκεί, ως υπενθύμιση ότι είσαι ικανός να αισθάνεσαι και να ζεις με όλη σου την ψυχή.