Με αφορμή την υπόθεση της Ειρήνης Μουρτζούκου και των όσων συνέβησαν στην Αμαλιάδα, γίναμε για άλλη μια φορά μάρτυρες της τάσης των δημοσιογράφων-παρουσιαστών να εκμεταλλεύονται σοβαρότατες και εν εξελίξει υποθέσεις, που δικαίως συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των πολιτών, με το να στήνουν λαϊκά δικαστήρια στις εκπομπές τους προκειμένου να επιτύχουν τις επιδιωκόμενες υψηλές τηλεθεάσεις.

Η συνήθης αυτή πρακτική είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως δε συνάδει με τον τρόπο που θα έπρεπε να διεξάγεται το αστυνομικό ρεπορτάζ, αλλά και η ειδησεογραφία εν γένει. Καθήκον και υποχρέωση ενός δημοσιογράφου βάσει των αρχών της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, αποτελεί η έγκυρη, εμπεριστατωμένη, αμερόληπτη κι αντικειμενική ενημέρωση των πολιτών, πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν αυτή αφορά πολύκροτες υποθέσεις όπως αυτή που αναφέρθηκε ανωτέρω. Ένας δημοσιογράφος, επομένως, που σέβεται το επάγγελμά του, οφείλει να προβαίνει σε παράθεση γεγονότων και πληροφοριών χωρίς γαρνιτούρες προσωπικών απόψεων και τοποθετήσεων, χωρίς σαπουνοπερικές παρεμβάσεις και συναισθηματισμούς ή ακόμη χειρότερα, υποθέσεων και εικασιών που ενδέχεται μάλιστα να παραπληροφορήσουν και να δυναμιτίσουν την ατμόσφαιρα.

Η συλλογή στοιχείων, η διεξαγωγή συμπερασμάτων, η λήψη μαρτυρικών καταθέσεων και η ανακριτική διαδικασία, αποτελούν αρμοδιότητες που εσωκλείονται στα καθήκοντα άλλων προσώπων, της αστυνομίας και των δικαστικών λειτουργών, και σε αυτούς είναι το δέον να παραμείνουν. Εν τούτοις, τις τελευταίες εβδομάδες φαίνεται να έχει τελεστεί μια κάποια μετακύλιση όλων αυτών των διαδικασιών σε τηλεοπτικά πάνελ, πράγμα το οποίο μόνο δυσχέρειες μπορεί να επιφέρει σε μια υπόθεση που βρίσκεται σε υπό έρευνα στάδιο.

Σε καθημερινή σχεδόν βάση, προσκαλούνται σε εκπομπές άτομα, άμεσα συσχετιζόμενα με την υπόθεση ή με την εμπλεκόμενη οικογένεια, αλλά και επιστήμονες ψυχικής υγείας και νομικοί, ώστε να παράσχουν υποτίθεται χρήσιμες πληροφορίες για τη διαλεύκανση της υπόθεσης. Ωστόσο, πολλές από τις πληροφορίες αυτές δε σχετίζονται καν άμεσα με τη διερευνώμενη κατάσταση, αλλά κατατείνουν περισσότερο στο να διατηρήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον του τηλεθεατή μετατρέποντας την ειδησεογραφική κάλυψη των γεγονότων σε επεισόδιο αστυνομικής σειράς, ή ακόμα χειρότερο, οικογενειακών ιστοριών στον Alpha. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός πως ζητήθηκε από εκπαιδευτικό που είχε μαθήτρια στο δημοτικό τη μητέρα των 2 εκ των 5 παιδιών, να δώσει περιγραφή του πώς συμπεριφερόταν αυτή ως παιδί, αλλά και το γεγονός πως κάποιοι ψυχολόγοι έχουν προβεί (πάλι ενώπιον τηλεοπτικών παραθύρων), στη στοιχειοθέτηση ενός υποτυπώδους προφίλ της γυναίκας αυτής, εριζόμενοι στην οικογενειακή της κατάσταση, τη σχέση της με τη μητέρα της κ.τλ. χωρίς να έχουν καν πραγματώσει κάποια πρόσωπο με πρόσωπο συνεδρία μαζί της.

Όλες αυτές οι λεπτομέρειες, πέρα από το γεγονός πως τοποθετούν στο επίκεντρο διαφορετικά ζητήματα από αυτά που είναι κρίσιμα, παραβιάζουν κατά βάναυσο τρόπο τα προσωπικά δεδομένα και το τεκμήριο αθωότητας. Ιδιαίτερα ως προς το κομμάτι της ψυχικής υγείας, είναι απαράδεκτο να συμβαίνουν ψυχολογικές αναλύσεις οποιουδήποτε προσώπου στα πλαίσια της τηλεόρασης και να εκτίθεται το άτομο κατά τέτοιον τρόπο στο πανελλήνιο, καθώς δεν εξυπηρετεί σε τίποτα παρά στην ικανοποίηση της αρένας για αίμα.

Όσον αφορά το τεκμήριο αθωότητας, το δίκαιό μας αντιμετωπίζει κάθε άτομο ως αθώο έως αποδείξεως του αντιθέτου. Η θεμελιώδης αυτή αρχή τον τελευταίο καιρό έχει πλήρως παραγκωνιστεί καθώς στα πλαίσια όλων αυτών των εκπομπών εξαπολύονται κατηγορίες, επιρρίπτονται ευθύνες, και αφήνονται υπόνοιες, πράγμα που δημιουργεί την εντύπωση στον δέκτη-τηλεθεατή πως όχι μόνο έχουμε κατηγορούμενο, αλλά ένοχο και «τι κάνει τέλοσπάντων η αστυνομία;». Ενώ λοιπόν στις 28-11-2024 η εκπρόσωπος τύπου της ΕΛ.ΑΣ ανακοίνωσε πως αναμένεται μια τελευταία έκθεση προκειμένου να ολοκληρωθούν οι δικογραφίες, οι δημοσιογράφοι πολύ νωρίτερα ήδη βρήκαν, δίκασαν και καταδίκασαν τον υπαίτιο. Ευλόγως επομένως δημιουργείται σύγχυση κι ανακύπτουν ερωτήματα του τύπου «μα καλά δεν τα βλέπουν αυτά γιατί δεν τη συλλαμβάνουν;».

Δεν τη συλλαμβάνουν ακριβώς διότι σε αντίθεση με ό,τι διαδραματίζεται αυτή τη στιγμή στην τηλεόραση και στις οικείες εκπομπές, θα πρέπει, προκειμένου να συλληφθεί και να προσαχθεί κάποιος, να ακολουθηθεί η νόμιμη και τυπική διαδικασία (προανάκριση, συλλογή αποδεικτικών στοιχείων, ύπαρξη ενδείξεων ενοχής, έκδοση εντάλματος συλλήψεως κτλ.). Μέσω των τυπικών αυτών διαδικασιών υπηρετείται με ασφάλεια η ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Για να μην υπάρξει επομένως ενδεχόμενο σφαλμάτων, θα πρέπει να διεξάγεται ενδελεχής έρευνα από τα αρμόδια όργανα, προκειμένου να αποκαλυφθεί η ουσιαστική αλήθεια και να καταλήξουμε σε μια δίκαιη δικαστική κρίση και απόφαση. Είναι σημαντικό επομένως για το αίσιο τέλος οποιασδήποτε υπόθεσης οι ρόλοι δημοσιογράφων και λειτουργών της δικαιοσύνης να παραμένουν διακριτοί, οι δε στο πεδίο της ενημέρωσης και της πληροφόρησης και οι μεν της έρευνας και της έκδοσης αποφάσεων.

Διότι, σε τελική ανάλυση, πρέπει να θυμόμαστε πως δε θα καταφέρουμε να τιμωρηθούν οι ένοχοι, αν απλώς αποφασίσουμε να παίξουμε τον ρόλο του δικαστή. Αυτό που θα καταφέρουμε, μόνο, είναι να ικανοποιήσουμε τη δίψα μας να είμαστε εμείς ένας από αυτούς που θα προσφέρουν θέαμα, δείχνοντας σε όλους πως «το βρήκαμε πρώτοι». Και τελικά, τι σημασία έχει αυτό;

Συντάκτης: Παναγιώτα Παπακωνσταντίνου