Γράφει ο Αντώνης.
Απ’ την πρώτη στιγμή που σε είδα, ήξερα πως για μένα δε θα είσαι άλλη μια της σειράς. Η πρώτη σου λέξη ήχησε τόσο δυνατά στα αυτιά μου, όσο δυνατά χτύπησε κι η καρδιά μου την πρώτη φορά που σε φίλησα.
Εγώ που ήμουν επιπόλαιος και μαλάκας, εγώ που κρατούσα άμυνες να μην έχω συναισθηματικά μπλεξίματα, κατέληξα να ερωτευτώ και να πονάω κιόλας. Ήσουν αυτό που χρειαζόμουν για να καταλάβω πόσο άσχημα είχα πληγώσει άλλες. Γιατί με τη φυγή σου όσο πόνο είχα προκαλέσει παλαιότερα, τον βίωσα μαζεμένο μέσα σε μια στιγμή, εκείνη τη στιγμή που σε είδα με κάποιον άλλο δίπλα σου.
Για καιρό παραμύθιαζα τους πάντες, μαζί και τον εαυτό μου, πως μου πέρασες. Όλοι όμως ήξεραν πραγματικά τι συμβαίνει και το κατάλαβαν ωμά εκείνη την ώρα που άκουσαν την φωνή μου να τρέμει επειδή ένα ξένο χέρι αγκάλιαζε τη μέση σου. Ένας κόμπος ήταν στο λαιμό μου για ένα ολόκληρο βράδυ κι η πλάτη μου είχε γυρίσει γιατί δεν είχα τα κότσια να αντικρίσω κατάματα το θέαμα.
Δεn μπορώ να χωνέψω πως το κεφάλι σου πλαγιάζει τα βράδια σε ένα άλλο στέρνο. Ήσουν το κορίτσι μου κι ακόμη είσαι, γαμώτο. Θέλω να φιλάς τα δικά μου χείλη, να τρελαίνεσαι με τη δική μου μυρωδιά. Αλλά είμαι δειλός και δε θέλω να σου χαλάσω την ευτυχία.
Γιατί απ’ τη στιγμή που εγώ δεn μπόρεσα να σε κάνω ευτυχισμένη, αφήνω κάποιον άλλο να το κάνει κι ας πεθαίνω, επειδή σου αξίζει. Μακάρι να είχα συνειδητοποιήσει νωρίτερα τι λογής πράγματα σου έλειπαν κι ενώ μπορούσα να στα δώσω, δεn το έκανα. Ίσως τώρα να ήσουν ακόμη δική μου.
Ναι, είμαι ηλίθιος γιατί περίμενα να σε χάσω τελείως για να σε εκτιμήσω. Και τα κλάματα με έπιασαν, και τις φωνές έβαλα στον εαυτό μου, και τον καινούργιο σου γκόμενο ζήλεψα κι έκραξα γιατί σαν δειλός κι ανίκανος δεν είχα κάτι πιο αξιοπρεπές να κάνω.
Ήθελα να έρθω στο μέρος σου εκείνη τη στιγμή, να σε αρπάξω και να σε φιλήσω εγώ με όσο πάθος δε σε φίλησα ποτέ. Να του δείξω για τα καλά πως εγώ πρέπει να σου κρατάω το χέρι στις βόλτες και στα ταξίδια και κανείς άλλος. Άραγε αυτός σε ταξιδεύει στον κόσμο με το αμάξι όπως το έκανα εγώ;
Ζηλεύω, γαμώτο. Δεν μπορώ να σε βλέπω αλλού. Τρελαίνομαι και μόνο στην ιδέα πως εκείνος ακουμπάει κάθε στάλα του κορμιού σου και θέλω να έρθω κάτω απ’ το σπίτι σου να σε πάρω, να σε κάνω δική μου όλη νύχτα.
Όλα τα κρυφά σημάδια σου εγώ, ο τρελός, πρέπει να τα βλέπω μονάχα και να τα αγγίζω.
Κι αν τολμήσει και σε στεναχωρήσει ποτέ, είμαι έτοιμος να του σπάσω τα μούτρα. Γιατί αυτά τα μάτια, με το βλέμμα που έβλεπα και χανόμουν, δεν αξίζουν να χαλάνε από δάκρυα. Γιατί στο πρόσωπό σου μόνο χαμόγελο πλατύ ταιριάζει. Εκείνο το χαμόγελο με το κόκκινο κραγιόν που είναι ό,τι πιο χαρακτηριστικό νοσταλγώ πάνω σου μετά τη μυρωδιά σου.
Εγώ είμαι ακόμη το ίδιο ρεμάλι που ήξερες, με τα πολλά τατουάζ, τα αξύριστα γένια μου, την καλλιτεχνική μου ανησυχία.. Πίνω πολύ, καπνίζω πολύ, αγχώνομαι πολύ και δουλεύω στο ίδιο καταγώγιο που με γνώρισες πριν δυο χρόνια και κάτι. Εσύ απ’ την άλλη όσο πας και αλλάζεις, μεγαλώνεις, ομορφαίνεις. Να ξέρεις, η σκέψη μου θα σε ακολουθεί πάντα όπου και να πας, με όποιον και να βρίσκεσαι.
Κάποια στιγμή θα χαρώ και εγώ με τη χαρά σου, το ελπίζω. Προς το παρόν θα μείνω δειλός χαζεύοντάς σε από μια γωνία. Κι αν το κινητό σου απόψε χτυπήσει και δεις το όνομά μου, κλείσ’ το μου στα μούτρα. Μου αξίζει, ο ίδιος μαλάκας είμαι, έτοιμος να καταστρέψει καινούργιο κόσμο επειδή καταστράφηκα ο ίδιος.