Γράφει ο Γιώργος Βελανίδης.

 

Θέλω να σου μιλήσω για λάθη απόψε.

Γι’ αυτά τα λάθη που σε πλήγωσαν. Για αυτά τα λάθη που με σταύρωσες χιλιάδες φορές κι ομολογώ πως ακόμη και σήμερα το νιώθω πως δεν τα έχεις ξεπεράσει. Θέλω να σου μιλήσω για αυτό το συναίσθημα που ακόμη επιμένει και γυρίζει μέσα μου σαν κι εσένα, μικρή μου Μπόμπα, που όσο και αν προσπάθησα να το αγνοήσω εκπυρσοκροτεί ακόμη και τώρα, αυτή τη στιγμή.

Ξέρεις, μικρή μου, ο έρωτας ξυπνά ανασφάλειες, κατεβάζει ασφάλειες και σπέρνει καταστροφή. Θερίζεις ευτυχία στο μαζί και την απόλυτη μοναξιά του πλήθους στο χώρια. Το ξέρεις, μικρή μου, έτσι δεν είναι;

Κι ας προχωράνε οι ζωές μας σχεδόν παράλληλα. Κι έχω κι εγώ τα δύσκολα μου κι εσύ τα δικά σου, μόνο που θα ήθελα -και πες με εγωιστή- να βάζαμε ένα «μαζί», να τα κάναμε όλα πιο εύκολα.

Κουβαλάς κι εσύ τα δικά σου, αυτά που δε μου είπες, που προσπάθησες να μου τα δώσεις να καταλάβω με μισές κουβέντες κι άμυνες όταν σου έλεγα πως ήμουν ερωτευμένος μαζί σου. «Ενθουσιασμός είναι», μου απαντούσες και δεν ήξερα τι να πω, έβρισκα τοίχο μα έμεινα εδώ γιατί πίσω από εκεί ένιωθα την αλήθεια σου γυμνή, καθαρή να ακουμπάει στη δική μου. Τον φόβο σου μην πληγωθείς, μην είναι μία απ’ τα ίδια, την αγάπη που είχες μέσα σου να δώσεις. Κι εγώ διψούσα να αφεθείς. Να αφεθώ κι εγώ με τη σειρά μου. Και να ευτυχήσουμε.

Και έτσι κι έγινε. Οι αποστάσεις εκμηδενίστηκαν κι εσύ ήρθες να κάνεις μια νέα αρχή μαζί μου. Κάθε αρχή, λένε, και δύσκολη, έτσι κι αυτή. Μα θα ήταν πιο δύσκολο χωρίς εσένα, όσο και αν για κάποιους φαντάζει πιο εύκολο να κουβαλάς μόνο τον εαυτό σου. Δεν ήσουν φορτίο για εμένα. Ποτέ δεν ήσουν. Το μαζί δεν είναι έργο καταναγκαστικό, είναι η κατάκτηση της ευτυχίας. Κι αν με ρωτούσες σήμερα πάλι εσύ θα ήσουν η μόνη επιλογή μου.

Και στον αγώνα μας για να χτίσουμε το μαζί, είδες τα τα μηνύματα απ’ το παρελθόν, μηνύματα που βλακωδώς αντάλλαξα όταν υπερίσχυσε η πουτάνα ανασφάλεια απ’ την απουσία της προσοχής σου εκείνο το διάστημα που ήμασταν Λονδίνο-Αθήνα. Έγινα 40 χρονών κα όμως συμπεριφέρθηκα σαν μεγάλο παιδί.

Και σου το λέω εγώ, που απέβαλλα την απιστία απ’ τις σχέσεις μου και σε έχασα για κάποια email όταν ένιωσα πως δεν ήμουν η προτεραιότητά σου.

Και ξέρεις κάτι; Ναι, ήταν λάθος μου. Ήταν λάθος μου που δε σου μίλησα, που δε σου είπα καθαρά κι ατόφια πώς νιώθω. Που δεν το περάσαμε μαζί. Μα δεν έκανα βήμα μακριά σου. Όμως δε θα ήταν δυνατόν να υπάρξει κάτι περισσότερο. Πώς θα ήταν; Μόνο που ακόμη και σήμερα δεν τολμάς να το πιστέψεις.

Ναι, έκανα λάθος, αλλά το μαζί δεν το πρόδωσα. Γιατί για να ενδώσεις σε κάτι άλλο πρέπει να νιώσεις, να το θέλεις και να μην έχεις καμιά συναισθηματική αναφορά. Ναι, ήθελα προσοχή, εκείνο το διάστημα που για κάποιο λόγο δεν την λάμβανα από εσένα, που ένιωθα ότι δε σου είμαι απαραίτητος. Στο είπα, είμαι εγωιστής, ναι, είμαι. Γιατί ήθελα και θέλω να είμαι το κέντρο του μικροκόσμού σου, όπως είσαι εσύ για εμένα κι όταν κάποια στιγμή δεν το ένιωθα, βρήκε τη χαραμάδα και τρύπωσε η ανασφάλεια.

Σε πλήγωσε, έκλαψες και πόνεσες. Και σε όλα σου δίνει δίκιο, αλλά, Μπόμπα, το κάναμε μεγαλύτερο από όσο ήταν, γιατί όσο ήμασταν μαζί και σώμα και καρδιά δεν τα μοιράστηκα με κανέναν. Μόνο μαζί σου.

Μα είμαι άνθρωπος κι εγώ, ένας άνθρωπος ερωτευμένος κι όσο κι αν σου φανεί περίεργο δεν είμαι πάντα δυνατός όπως θέλω να φαντάζω στα μάτια σου. Προτιμώ όμως πλέον να είμαι αληθινός κι ας μου κοστίσει. Στο υποσχέθηκα άλλωστε. Η αγάπη είναι μυστήριο πράγμα, Μπόμπα. Κι ίσως να πρέπει να κάνεις κι εσύ τη δική σου διαδρομή μέχρι να ξανασυναντηθούμε.

Αναρωτιέμαι αν άραγε άξιζε  να ζήσουμε τέτοιο χαμό -και δεν αναφέρομαι στον πόλεμο που άνοιξε εκείνο το βράδυ, αλλά στην απώλεια, στο χωρισμό μας. Στην ένταση, στη δεύτερη ευκαιρία που ακόμη νιώθω ότι δεν μπορέσαμε να τη διαχειριστούμε όπως έπρεπε και στο σήμερα που μας βρίσκει σε απόσταση.

Δώσαμε μια ευκαιρία, αλλά τελικά ήταν μισή. Εσύ με σταύρωνες σε κάθε ευκαιρία και ζητούσα ημερομηνία για το πότε θα το ξεπεράσεις κι η αγάπη μας περίμενε στη γωνία. Γιατί, μικρή μου, ξεχάσαμε κάτι πολύ σημαντικό, πως εμείς οι δύο θέλαμε να είμαστε ένα. Και μείναμε ο ένας απέναντι απ’ τον άλλον να περιμένουμε με τα χέρια απλωμένα.

Και το 6+3 κάνει 9 και το 5+4 πάλι 9 κάνει,  έτσι δεν είναι; Εμείς θέλαμε το ίδιο 9 αλλά το προσεγγίζαμε διαφορετικά. Και προδικάσαμε απ’ την αρχή την δεύτερη ευκαιρία σε αποτυχία… Παίξαμε στημένο αγώνα, Μπόμπα, άθελά μας…

Γιατί την ευκαιρία πρέπει να τη δώσεις με την καρδιά σου και να πιστέψεις σε αυτήν και πρέπει να είσαι διατεθειμένος και να συγχωρέσεις.

Κι η συγχώρεση παίρνει χρόνο και πρέπει να ο άλλος να αποδείξει απ’ το μείον μηδέν πως δε θα την αφήσει να πάει στα χαμένα. Όμως πρώτα πρέπει να έχεις ξεράσει από μέσα σου τον θυμό, να έχεις δώσει άφεση αμαρτιών. Να καθαρίσεις τα μέσα σου από θυμικά και μνήμες, εγωισμούς κι έργα σε επανάληψη. Θέλει διαύγεια για να δεις πού κατοικεί η ευτυχία σου. Θέλει επαναπροσδιορισμό του τι αντέχεις και τι όχι. Ό,τι δε λύνεις σε ακολουθεί και σε παιδεύει να το θυμάσαι, Μπόμπα.

Όμως εγώ άλλα θέλω να σου πω. Θέλω να σου μιλήσω, όχι για λογιστική, όχι για άλλα λάθη, όχι για χαμένες ευκαιρίες. Θέλω να σου μιλήσω για την αγάπη που ακόμη μας περιμένει στη γωνία. Θέλω να σου πω αυτό που έλεγε ο Βέγγος «Χρειάζεσαι δυο χέρια μόνο, τα υπόλοιπα σε κατσιάζουν!» Με ακούς, Μπόμπα; Και να το νιώσεις!

Έλα και πιάσε με και πες μου όσα δεν έχεις τολμήσει να πεις μέχρι σήμερα κι άσε με να σε ακούσω. Μέχρι εκείνη την ημέρα κράτα από μένα αυτό…   «Χρειάζεσαι δυο χέρια μόνο, δυο χέρια που με εμπιστοσύνη θα ακουμπήσεις τα δικά σου».

 

Για την Μπόμπα.

Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη