Λέμε λόγια. Άλλοτε μεγάλα κι άλλοτε μικρά. Λόγια που πληγώνουν και λόγια που συγκινούν. Έχουμε μάθει να ανοίγουμε το στόμα μας και να πλημμυρίζουμε τους ανθρώπους με λόγια, τα οποία ενίοτε δεν έχουν καμία υπόσταση κι η χρησιμότητά τους έγκειται μονάχα στην ανάδειξη του δικού μας εαυτού, μέσα στην ατέρμονη προσπάθειά μας να αισθανθούμε καλύτερα γι’ αυτό που είμαστε.
Δε μας ενδιαφέρει αν θα πληγώσουμε ανθρώπους, αν θα τους φθείρουν οι άσκοπες κουβέντες μας. Μοναδικός σκοπός μας είναι να περάσει ο χρόνος ενώ ανυψώνουμε τον εαυτό μας ρίχνοντας τους άλλους. Όλη μας η καθημερινότητα αποτελεί μια απεικόνιση της ψυχής μας που κολυμπάει μέσα στο χάος. Οπότε τα λόγια μας είναι χαοτικά κι αυθαίρετα. Είναι λόγια ψεύτικων συναισθημάτων, που γρήγορα κι εύκολα μεταβάλλονται.
Η φράση, ωστόσο, που κατακλύζει τα στόματα του κόσμου κι οι περισσότεροι από εμάς την έχουμε πει τουλάχιστον μερικές φορές στη ζωή μας είναι το «σ’ αγαπώ». Προφέρεται καθημερινά σε εκατομμύρια ανθρώπους, σε όλες τις γλώσσες, από άτομα όλων των ηλικιών, όλων των εθνικοτήτων και χρωμάτων. Ωστόσο, ο καθένας από αυτούς το λέει για διαφορετικό λόγο και με διαφορετικό τρόπο.
Εκατομμύρια άνθρωποι ακούν κάθε μέρα αυτή τη μικρή φράση που τόσο μας αναστατώνει και μας συγκινεί. Ωστόσο πόσα από αυτά τα «σ’ αγαπώ» θα ειπωθούν ξανά και ξανά και πόσα θα χαθούν; Πόσα από αυτά τα «σ’ αγαπώ» κρύβουν μέσα τους πραγματικά συναισθήματα και πόσα από αυτά λέγονται πάνω στην ένταση της στιγμής; Πόσα θα μείνουν στα χείλη εκείνου που τα είπε μέχρι το τέλος της ζωής του και πόσα δε θα ειπωθούν ποτέ ξανά;
Το «σ’ αγαπώ» απ’ το «σ’ αγαπώ»διαφέρει. Κι η διαφορά αυτή έγκειται στο ποιος θα μας το ξεστομίσει. Πάντως το μόνο σίγουρο είναι πως όλοι μας επιθυμούμε αυτός που θα μας πει αυτή τη μαγική φράση να την εννοεί πραγματικά. Γιατί έχουμε σιχαθεί την κάλπικη αγάπη που μας υποσχέθηκαν και τα όνειρα που κάναμε μόνοι. Έχουμε βαρεθεί να ακούμε ψεύτικα λόγια, να δίνουμε στον εαυτό μας ψεύτικες ελπίδες, να συμβιβαζόμαστε συνεχώς.
Μην απορείτε, λοιπόν, γιατί κάποιοι από εμάς αμφισβητούμε την αγάπη. Η αμφισβήτησή της ήρθε τόσο φυσικά όταν αντιληφθήκαμε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται καν για εμάς πραγματικά. Ήρθε όταν μείναμε τόσες πολλές φορές εντελώς μόνοι και σπάσαμε μέσα μας. Ήρθε όταν η ίδια η πραγματικότητα γκρέμισε τα ψεύτικα λόγια και τις υποσχέσεις που είχαμε ακούσει και πιστέψει.
Πλέον προτιμάμε τη μοναξιά μας παρά τα κάλπικα λόγια, δίχως καμία υπόσταση. Προτιμάμε να κλεινόμαστε στον εαυτό μας παρά να ανοιγόμαστε σε κενούς ανθρώπους που δεν μπορούν να αντιληφθούν τα συναισθήματά μας. Διότι πλέον δε μας τρομάζει τόσο η μοναξιά, όσο τα ίδια μας τα όνειρα, τα οποία αν γεννηθούν είναι απερίγραπτα επίπονο να διαλύσουμε. Κι είναι και τα λόγια που φοβόμαστε ότι θα ακούσουμε. Τα λόγια που έχουμε ακούσει ξανά και θα γίνουν σύντομα παρελθόν.
Πραγματικά ένα θαύμα θα μας έσωζε. Ένα θαύμα που θα επέφερε ειλικρίνεια συναισθημάτων. Ένα πρόσταγμα το οποίο δε θα μπορούσε κανείς να αρνηθεί. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι άκρως διαφορετική και για ακόμη μία φορά μας παραπλανεί. Ίσως μας «αγαπάει».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη