Δυο στιγμές θυμάμαι πιο έντονα απ’ τη σχέση μας. Το ένα είναι η αρχή μας, την πρώτη ημέρα, που γνωριστήκαμε, όταν μου έδωσες το χέρι σου και μου είπες το όνομά σου κι εγώ σου συστήθηκα με ένα χαζό χαμόγελο και σκεφτόμουν από μέσα μου πως εμείς οι δυο θα μπλέξουμε άσχημα κι έτσι έγινε. Εκείνα τα πρώτα βλέμματα που ανταλλάξαμε, οι ματιές που έδιναν κι έπαιρναν εκείνο το βράδυ. Ήμασταν ακόμα άγνωστοι τότε, αλλά ήξερα ότι εμείς οι δυο έχουμε δρόμο μπροστά μας.
Και φυσικά το τέλος μας. Θυμάμαι την τελευταία μας μέρα εκείνη που σου είπα αντίο που γύρισα την πλάτη μου και έφυγα γρήγορα μην και ακουστεί κανένας λυγμός. Εκείνη την ημέρα που έγινες και πάλι άγνωστος για έμενα. Εκεί που άφησα όλες τις στιγμές, όλες τις αναμνήσεις μας, όλα όσα σου έδωσα. Εκεί που σου είπα αντίο και χαθήκαμε μέσα στο πλήθος.
Ακόμα θυμάμαι που σε κοίταγα στα μάτια και δεν έβλεπα τίποτα. Τίποτα από όσα μου είχες πει, από όσα είχες νιώσει. Τα μάτια λένε πάντα την αλήθεια κι εγώ το έβλεπα ξεκάθαρα πλέον. στα δικά σου μάτια μόνο κενό. ένα πάγωμα. Το ήξερα μέσα μου, είχε φτάσει το τέλος, δεν είχα κάτι άλλο να πω ούτε έβρισκα το λόγο να το κάνω, άλλωστε. Κάνεις απ’ τους δυο δεν ήταν πρόθυμος να κρατήσει ζωντανό ό,τι εμείς οι ίδιοι φτιάξαμε.
Έσκυψα το κεφάλι μου άλλαξα το βλέμμα μου και προσπάθησα να πιστέψω ότι εμείς οι δυο τελειώσαμε, δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ότι πλέον είμαι μονή μου, ότι στις δύσκολες στιγμές δε θα μου κρατάς το χέρι, ότι δεν ανήκω πλέον σε εσένα. Το μόνο που βρήκα να πω ήταν «αντίο», δεν ήξερα τι άλλο να κάνω ή να πω.
Ήθελα τόσο πολύ να χωθώ και πάλι στην αγκαλιά σου, όπως έκανα πάντα, να τα ξαναβρούμε, αλλά απέναντί μου είχα πια έναν άγνωστο, όπως εκείνη την πρώτη φορά που γνωριστήκαμε. Κοιτά τώρα πού φτάσαμε, τέλειωσε η παράσταση, για εμάς έπεσε η αυλαία και τα φώτα άνοιξαν -κι εγώ αυτό το κατάλαβα καλά.
Ξέρω ότι δεν προσπάθησα να σε πείσω όσο κι αν το ήθελα, όσο κι αν λαχταρούσα να πάρουν καλύτερη τροπή τα πράγματα, όμως δε βρήκα τον λόγο. Ήθελα μόνο να μου πεις πως με αγαπάς κι ήξερα ότι θα λύγιζα και πάλι, αλλά εσύ δεν το έκανες ποτέ κι άφησες τη σιωπή να κάνει όλη τη δουλειά για εσένα. Όσα σώσαμε, τα αφήσαμε εκεί σε εκείνη τη γωνία που χωριστήκαμε. Με ένα τυπικό «αντίο» και με γρήγορο βήμα χάθηκα μην και με δεις που κλαίω, μην και με δεις που κάνω σαν μικρό παιδί. Γιατί να το κάνω αυτό, άλλωστε; Τι θα άλλαζε;
Ό,τι κι αν έγινε, όμως, πάντα θα είσαι εδώ για έμενα. Αποτελείς κομμάτι του εαυτού μου, βλέπεις, είσαι μέσα μου όσο κι αν πίστεψα ότι μπορώ να σε διώξω μακριά μου. Ξέρεις. ελπίζω να με θυμάσαι και εσύ να μη με ξέχασες τόσο εύκολα και γρήγορα, ελπίζω να με σκέφτεσαι πού και πού και να μιλάς για εμάς όπως κάνω κι εγώ. Δε στο είπα ποτέ, αλλά μας θαύμαζα, πίστευα σε εμάς όσα εμπόδια κι αν βάζαμε μεταξύ μας, ήξερα ότι θα τα καταφέρουμε, τελικά έκανα λάθος.
Δε σου κρύβω πως οι λόγοι που τότε μας έκαναν να πάρουμε ξεχωριστούς δρόμους τους βρίσκω τώρα τόσο γελοίους, τόσο ανούσιους, τα προβλήματα που τότε φάνταζαν μεγάλα και μας έπνιγαν, τώρα μου περνάνε απαρατήρητα. Όσο όμως κι αν έκλαψα όταν έφυγα μετά από εκείνη την ημέρα, όσο κάτω κι εάν έπεσα, όσο κι αν έγινα ένα με το πάτωμα για να ξεπεράσω τον χωρισμό μας, πάλεψα και σηκώθηκα πάλι. Στηρίχτηκα ξανά στα πόδια μου ακόμα πιο δυνατή κι έτοιμη να αντέξω ό,τι έρθει στην ζωή μου.
Σ’ ευχαριστώ για όσα μου έδωσες τότε. Ελπίζω να προσέχεις να προχωρήσεις στη ζωή σου όπως κι εγώ -κι ας μη βγάλαμε το δρόμο μαζί όπως τότε είχαμε υποσχεθεί.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη