Αν είναι ένα πράγμα που θυμάμαι κάθε πρωί που ξυπνάω και κάθε βράδυ που κοιμάμαι, είναι πως οι άνθρωποι γεννήθηκαν για να εξυμνούν την απληστία. Είναι κωδικοποιημένη στο γενετικό τους υλικό και δεν υπάρχει φάρμακο που μπορεί να τους απαλλάξει απ’ αυτήν. Είναι αρρώστια που σιγά-σιγά οδηγεί στο θάνατο και δημιουργεί τέρατα που τρέφονται μόνο απ’ τα συναισθήματα των άλλων. Και μόλις εκείνοι στερέψουν θα βγουν έξω για καινούργια θύματα, προκειμένου να εξαπλώσουν την αρρώστια.
Όσο και να σωπάσεις, όσο και να προσπαθήσεις να φυλαχτείς απ’ το μικρόβιο, κάποια στιγμή στη ζωή σου θα νοσήσεις. Μπορεί να γίνεις τέρας, μπορεί να πεθάνεις, μπορεί να πληγώσεις. Γιατί οι άνθρωποι έτσι είναι. Τα θέλουν όλα δικά τους κι είναι ικανοί να κάνουν τα πάντα, προκειμένου να αποκτήσουν όσα λαχταρά η καρδιά και το μυαλό τους. Θα πάρουν οποιαδήποτε μορφή, θα ξεστομίσουν λόγια που χάνονται κι εξατμίζονται. Γιατί γι’ αυτούς, τα λόγια δεν είναι ποτέ αρκετά, τα «σ’ αγαπώ» βγαίνουν αβίαστα κι η ελπίδα για το «ποτέ» και το «πάντα» κάθε φορά θα καίγεται και θα ξαναγεννιέται μαζί τους.
Κάποτε είχα ακούσει πως οι άνθρωποι είναι τόσο αχάριστοι που δεν ικανοποιούνται με το καλό κι αναζητάνε το καλύτερο. Όμως, βρίσκουν το κακό και το κρατάνε γιατί φοβούνται ότι θα πέσουν στο χειρότερο. Αν με ρωτήσεις μεγαλύτερο ζώο απ’ τον άνθρωπο, δε θα βρεις. Έχει την ικανότητα να δημιουργεί μεγαλεία και να τα καταστρέφει μέσα σε δευτερόλεπτα αν δεν τα γουστάρει πλέον.
Αυτό έχουν κάνει και με τον έρωτα. Δεν ξέρουν να αγαπούν ούτε θυμούνται πώς είναι να ερωτεύονται. Στην προσπάθειά τους να τα καταφέρουν, χιλιοχρησιμοποιούν τα παλιά τους συναισθήματα, ανακυκλώνοντάς τα, μήπως και γίνουν κάτι καλύτερο απ’ τα σκατά που είναι. Τα παίρνουν, τα μουτζουρώνουν, τα σκίζουν και τα πετάνε. Και μετά τα ξαναπαίρνουν, τους δίνουν άλλη μορφή και τα μοιράζουν στους ξένους που αποφασίζουν να περάσουν το βράδυ τους μαζί. «Πέρνα κι εσύ, πάρε λίγο από τα σκισμένα μου συναισθήματα και πριν ξημερώσει, φύγε μαζί μ’ αυτά».
Από τα χειρότερα κλισέ της εποχής μας, είναι το «δεν μπορείς να βρεις εύκολα την ευτυχία στις μέρες μας». Δεν είναι μόνο δύσκολο, είναι επίπονο κι έχει την ικανότητα να σε φθείρει σε βαθμό που δεν έχεις την ευχέρεια να προλάβεις. Γι’ αυτό και μέρα με τη μέρα, ξεκινάς να βλέπεις τις ανθρώπινες σχέσεις με διαφορετικό μάτι. Τις εκτιμάς περισσότερο, τις αγαπάς με τρόπους που μέχρι τώρα δε γνώριζες.
Ευτυχία λοιπόν για ‘μένα, δεν είναι να πηγαίνεις αριστερά και δεξιά ψάχνοντας σχέσεις που διαρκούν όσο κι ο καπνός απ’ το τσιγάρο, ούτε να μένεις σε σχέσεις-παρωδίες που καλύπτουν βραχυπρόθεσμα και με κακής ποιότητας τσιρότα τις πληγές σου. Ευτυχία δεν είναι να κυνηγάς το άπιαστο και το απίθανο, χάνοντας έτσι τον εαυτό σου. Επιπόλαια θα με πουν και θα έχουν και το δίκιο τους.
Ευτυχία είναι να συνεχίζεις να θέλεις αυτό που ήδη έχεις στη ζωή σου. Να ξυπνάς και να κοιμάσαι μαζί του, αγκαλιάζοντάς το, με την πεποίθηση πως κάθε φορά θα είναι σαν την πρώτη φορά που θα τον δεις να πεταρίζει τα μάτια του μόλις ξυπνήσει. Να παλεύεις για εκείνον, χωρίς να πνίγεσαι κάθε φορά στο εγωισμό και την ξεροκεφαλιά σου, πιστεύοντας πως μια «συγγνώμη» δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Να κάνεις όλες αυτές τις γλυκανάλατες μαλακίες που τόσο κορόιδευες, γιατί ξαφνικά μαζί του δεν είναι και τόσο γελοίες. Να αγαπάς ανιδιοτελή κι ασταμάτητα, να το δείχνεις με κάθε τρόπο όταν πραγματικά το χρειάζεσαι -ακόμα και όταν δεν το καταλαβαίνει.
Να λες ότι εσείς είστε διαφορετικοί και να το πιστεύεις απ’ τα βάθη της ψυχής σου. Να μη φοβάσαι το χρόνο γιατί να ξέρεις ότι αυτός δεν μπορεί να καθορίσει καμία σχέση. Γιατί τι είναι ο χρόνος μπροστά στον έρωτα; Σαν να συγκρίνεις θάλασσες με ωκεανούς.
Να μιλάς για εκείνον και να χαμογελάς, όπως εκείνες τις πρώτες φορές που είχες άγχος για το ραντεβού και πρόσεχες κάθε λεπτομέρεια. Να διεκδικείς σαν να είναι το τελευταίο πράγμα που θα κάνεις και να μην υπόσχεσαι happy ending αλλά ευτυχία, όσο κρατήσει.
Εξάλλου, οι άνθρωποι δεν είναι τρόπαια που μόλις τα αποκτάς, τα χώνεις στο ντουλάπι καταδικάζοντας να σκονίζονται μέρα με τη μέρα, χάνοντας έτσι τη λάμψη και την αξία τους. Οι άνθρωποι δεν είναι καν τρόπαια.
Η ευτυχία, λένε. είναι εκείνη η στιγμή που κάθεσαι κι ένα κύμα χαράς κι ευχαρίστησης σε συνεπαίρνει, σαν ένα,ελαφρύ αεράκι που σε δροσίζει το καλοκαίρι. Που νιώθεις μέσα σου πως καίγεσαι από λαχτάρα για ζωή και έχεις την ανάγκη να αγκαλιάσεις όλο τον κόσμο, φωνάζοντας πως «ναι, επιτέλους είμαι ευτυχισμένος».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη