Κάτσε να σου περιγράψω επιγραμματικά πώς έχει η κατάσταση. Δεν προλαβαίνω ν’ αλλάξω φωτογραφία στο προφίλ μου, ν’ ανεβάσω ένα τραγούδι με -κατ’ εσέ προφανώς υφέρπον- νόημα, να κάνω ένα check-in ακόμη και στο χειρότερο μαγαζί, να ποστάρω μια βλακεία, ρε αδερφέ, πριν ακόμη καν φορτώσει το γνωστό «το ανέβασμα ολοκληρώθηκε» έχεις κάνει like στην εκάστοτε ανάρτησή μου σε κλάσματα του δευτερολέπτου. Δε λέω, με κολακεύεις κάθε φορά. Και θέλω να βλέπω το likes σου κάθε φορά. Το ψάχνω, το γυρεύω, το αναζητώ, το περιμένω. Απλώς πλέον αρχίζω να καταλαβαίνω ότι δε μου αρκεί.
Να μου μιλήσεις ευθέως, ανοιχτά, γενναία λοιπόν, ούτε λόγος. Γιατί τέτοιος φόβος; Tα συναισθήματα πίσω απ’ τις οθόνες είναι πιο ασφαλή και κεκαλυμμένα, θα μου πεις. Παγιδευμένα είναι, θα σου πω εγώ. Διότι η μαγκιά είναι η ζωή μας εκτός της μαύρης οθόνης του υπολογιστή, του κινητού, του tablet μας, φίλε μου. Αυτή μας εξιτάρει, μας προκαλεί, μας εντυπωσιάζει, μας δελεάζει, μας τρελαίνει.
Ναι, εντάξει, είμαι ανυπόμονη. Το διαπιστώνεις τώρα σιγά-σιγά. Κυρίως, όμως, συμβαίνει αυτό γιατί ξέρω ότι σε ενδιαφέρω, το βλέπω, το διαισθάνομαι απ’ τις λίγες κουβέντες και σκόρπιες σκέψεις που έχουμε καταφέρει να ανταλλάξουμε. Δεν είναι ιδέα μου, δεν μπορεί να είναι ιδέα μου. Και κατά βάθος κι εσύ υποψιάζεσαι ότι είναι αμοιβαίο όλο αυτό. Γιατί, επομένως, τέτοια χρονοκαθυστέρηση;
Παρ’ το πάνω σου. Κάνε την κίνηση ματ. Στρόφαρε λίγο παραπάνω και ξεσήκωσε κάτι έξυπνο για να με προσεγγίσεις ή κάτι που θα μου διαλύσει το μυαλό, που θα μου ταράξει τον εγκέφαλο, που θα πω «τι είπε τώρα ο άνθρωπος»;
Δε θες; Πάμε αλλιώς. Σκέψου τότε μια χαζή αιτία, βρες μια ασήμαντη αφορμή, μια ηλιθιότητα, φέρε στο νου σου ένα κατά τ’ άλλα αδιάφορο επιχείρημα και πιάσε μου την κουβέντα. Στον έρωτα, άλλωστε, στην πλειοψηφία μας χαζοί γινόμαστε ηθελημένα. Έχει τη γλύκα του κι αυτό, μη νομίζεις. Δε θα βαρεθώ ούτε λεπτό μαζί σου, το νιώθω ήδη απ’ το όσο σε ξέρω. Φλέρταρέ με τρυφερά αλλά ξεκάθαρα, μην το φοβηθείς, δεν υπάρχει πιο όμορφη αρχή στη γνωριμία δυο ανθρώπων. Όμως μίλα μου.
Πρότεινέ μου μια βόλτα στην παραλία, έναν καφέ πλάι στο κύμα, μεζεδάκια κοντά στη θάλασσα, έναν περίπατο στη φύση, άνοιξέ μου συζήτηση για τη δουλειά, για τα χόμπι, τα ενδιαφέροντα, τις δραστηριότητές σου. Μίλησέ μου για τη ζωή σου, πες μου τι μουσικές ακούς, ποιες είναι οι αγαπημένες σου ταινίες, κάθε πότε πας στο γήπεδο, ποιο είναι το αγαπημένο σου φαγητό, πώς περνάς τα σαββατοκύριακά σου, τον ελεύθερό σου χρόνο τ’ απογεύματα, δείξε μου την καθημερινότητά σου, μάθε μου τις συνήθειές σου. Μην περιμένεις να σε γνωρίσω και βεβαίως να σε εμπιστευτώ μέσα από δύο emoticons ή τρεις φράσεις στο messenger.
Προτιμώ να σε κοιτώ στα μάτια, να μυρίζω το άρωμά σου, να σε αγγίζω δήθεν τυχαία, να σου χαϊδεύω τα μαλλιά, να γελάω με τα αστεία σου, να κουβεντιάζω μαζί σου περί ανέμων κι υδάτων μέχρι το πρωί, να χτυπάει η καρδιά μου δυνατά όσο θα κάθομαι δίπλα σου, να με καθηλώνει το βλέμμα σου απ’ το να περιμένω μερόνυχτα ολόκληρα να σε δω online. Δε νομίζω ότι έχω άδικο, τι λες κι εσύ;
Και κυρίως θα σε συμβούλευα με απόλυτη επίγνωση και δίχως ίχνος ειρωνείας, να μην αναβάλλεις για αύριο αυτό που μπορείς να κάνεις σήμερα. Άλλωστε στον έρωτα οι αναβολές πληγώνουν, δημιουργούν παρεξηγήσεις, παρανοούνται, κουράζουν κι οι καθυστερήσεις κοστίζουν, πολλές φορές ακριβά. Ή τουλάχιστον ξενερώνουν. Κρίμα δεν είναι;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη