Ενεργός και πάλι στο messenger. Αυτή η πράσινη κουκίδα μας έχει καταστρέψει. Βγαίνω έξω για να μην τη βλέπω, έλα όμως που και πάλι τη ζητάω. Λες κι είμαι εθισμένη σε αυτή, λες και θα μου απαντήσει σε ό,τι αναρωτιέμαι για σένα. Πού είσαι, τι κάνεις, με ποιους γυρνάς. Αν μπορούσε να μου πει και τις σκέψεις σου, πολύ ωραία θα ήταν. Μετά από δεκάδες, θαρρώ, χιλιάδες ματιές στο κινητό μου και σε αυτή την πράσινη κουκίδα, με ξυπνάει η φωνή της φίλης μου. «Γιατί ασχολείσαι ακόμα; Άσ’ τον. Έφυγε. Ώρα του καλή και να περνάει καλά εκεί που είναι».
Ε, λοιπόν όχι. Μπορείς να βγαίνεις με τους φίλους σου, τις παρέες σου, να πηγαίνεις στα γυμναστήριά σου και να απολαμβάνεις τον καθημερινό σου καφέ. Εύχομαι να πηγαίνεις καλά στη δουλειά σου και στη σχολή σου. Να έχεις την υγεία σου κι η οικογένειά σου το ίδιο. Αλλά, όχι, δε θα ευχηθώ να περνάς καλά.
Αντίθετα, αυτό που θα ήθελα είναι να στοιχειώνω κάθε σου σκέψη και κάθε σου κίνηση. Να με βλέπεις στον ύπνο σου και στον ξύπνιο σου. Εκεί που συχνάζεις με τους φίλους σου και στο ποτό που πίνεις. Να κυριαρχώ στο μυαλό σου και στην καθημερινότητά σου. Θέλω να μετανιώνεις για αυτά που έκανες και πολύ περισσότερο γι’ αυτά που δεν έκανες.
Σε κάθε κοπέλα που συναντάς να βλέπεις τα δικά μου μάτια και κάθε κορμί που αγγίζεις να μη σε καλύπτει. Όχι, ψέματα, δε θέλω να αγγίζεις άλλα κορμιά. Δε θέλω να περνάς καλά με καμία άλλη. Μπορείς, αν θες, να το πεις ζήλια, εγωισμό, πες το όπως θες. Πες με ακόμα κι υπερβολική, πως δεν έχω κανένα δικαίωμα. Δεν πρόκειται, όμως, να προσποιούμαι σε κανένα για να το παίξω υπεράνω.
Θα ήθελα ακόμα να μετανιώνεις για τον τρόπο που μου φέρθηκες και να μη σε αφήνουν οι τύψεις να ηρεμήσεις τα βράδια που ξαπλώνεις στο κρεβάτι σου. Να μη σε χωράει το σπίτι σου. Να κοιτάς εκείνον τον καναπέ που με φίλησες πρώτη φορά κι εκείνα τα αποτσίγαρα στο τασάκι να σου θυμίζουν το πρώτο μας τσιγάρο.
Ελπίζω να αναλύεις ξανά και ξανά τις κουβέντες μας και τις πράξεις μας και να θυμώνεις με τον εαυτό σου που αποδείχτηκες τόσο λίγος. Εύχομαι να νιώθεις άσχημα που φέρθηκες σε κάποια, που είδε το καλύτερο σε σένα, σαν μια απ’ τις πολλές που πέρασαν απ’ τα χεριά σου.
Παρ’ όλο, όμως, που ξέρω πως τίποτα από αυτά δε συμβαίνει ούτε και πρόκειται να συμβεί, δύσκολα ξεχνάει το μυαλό. Όσο κι αν μου λένε όλοι ότι δεν πειράζει που ήρθαν έτσι τα πράγματα και να δείξω ανωτερότητα, εγώ τους αγνοώ.
Δεν τη γούσταρα ποτέ την ανωτερότητα, εξάλλου. Μου φαινόταν πάντα πως ελλοχεύει στη σκιά της η αλήθεια. Η δική μου γυμνή αλήθεια, λοιπόν, είναι πως εύχομαι να περνάς χάλια μακριά μου.
Και κάτι για το τέλος, για να έχεις να θυμάσαι, λάθος έκανες. Σε ήθελα παρ’ όλο που ήξερα πως ήσουν σκάρτος. Ήξερα απ’ την αρχή πώς ήσουν κι όμως επέμενα. Θα δεις πως δε θα βρεις καμιά άλλη να σε ξέρει και να επιμείνει. Αυτή θα είναι η ευχή μου κι η κατάρα σου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη