Τυχερά τα παιδιά που ξέκλεβαν στιγμές πηγαίνοντας στο χωριό τους τα Σαββατοκύριακα, μακριά απ’ τις κόρνες της πόλης και το χάος. Εκεί που βρίσκαμε τη ζεστασιά της γιαγιάς και του παππού και στις τόσες περιπέτειες που ζούσαμε ανάμεσα στα στενά μόνοι μας ή με τα ξαδέρφια μας.

Μεγαλώνοντας κάθε που με έπνιγε αυτή η απρόσωπη πόλη, με έβρισκε στο δρόμο της επιστροφής πίσω στο αγαπημένο χωριό μου. Και κάθε που έβλεπα το πράσινο δεξιά-αριστερά, κάπου ανάμεσα στα χωράφια με έβλεπα να τρέχω και πάλι σαν παιδί. Φωνές χαρούμενες, σκανταλιές και γρατζουνισμένα γόνατα. Ρούχα πάντα τσαλακωμένα και λερωμένα απ’ τις αλάνες που παίζαμε. Και κάθε που επιστρέφαμε σπίτι, το ζεστό χαμόγελο της γιαγιάς που μας περίμενε με τα πεντανόστιμα αναντικατάστατα φαγητά της. Γιατί σε εκείνο το μέρος, η τεχνολογία δεν είχε θέση. Μια τηλεόραση με τα βασικά κανάλια, σταθερό τηλέφωνο κι ένας σωρός παλιές βιντεοταινίες που βλέπαμε κάθε Κυριακή όλοι μαζί.

Θυμάμαι ακόμα εκείνο το συναίσθημα κι εκείνες τις αγαπημένες μυρωδιές που χαράχτηκαν στο μυαλό. Την απλότητα των στιγμών. Την πραγματική ξεγνοιασιά που η σημερινή γενιά δύσκολα θα καταλάβει. Γιατί σήμερα ο κόσμος δεν είναι το ίδιο αγνός με τότε. Κάθε μας κίνηση πια θέλει αναφορά και παρακολούθηση.

Πόσο όμορφο ήταν να τριγυρνάς στο χωριό και όλοι να ξέρουν είσαι το εγγόνι του τάδε και να σε χαιρετούν. Κι αυτή η ζεστή φιγούρα της αγαπημένης μου γιαγιάς, που δεν είναι πια μαζί μας, χαραγμένη για πάντα στην καρδιά μου. Που ενώ ακουγόταν από πίσω η κατσάδα της μάνας μας, αυτή μας έκλεινε το μάτι και μας χαμογελούσε κάθε που γυρνούσαμε απ’ το παιχνίδι. Και τι όμορφο ήταν αυτό το συναίσθημα της εξερεύνησης, του καθαρού αέρα. Το κρυφτό σε όλες τις απίθανες κρυψώνες που μπορούσαμε να βρούμε. Νοσταλγία και χαμόγελο.

Επιστρέφοντας, ενήλικας πια, σε ένα σπίτι άδειο, κάπου ανάμεσα στα σκονισμένα άψυχα αντικείμενα, βλέπεις τα σημάδια που άφησες πίσω. Χαϊδεύεις έπιπλα και ψάχνεις μυρωδιές γνώριμες από εκείνα τα χρόνια σαν να μην πέρασε μια μέρα. Είναι όμορφο να θυμάσαι τέτοιες στιγμές. Είναι οι πιο όμορφες επιστροφές του μυαλού στο παρελθόν. Ραδιόφωνο να παίζει αγαπημένα τραγούδια, η Αλίκη σε παλιές ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες, το γκαζάκι που έψηνε το φρέσκο ελληνικό του παππού κάθε μεσημέρι η γιαγιά. Στιγμές μιας ατόφιας εποχής. Αυτά τα αντικείμενα έμειναν εκεί διαχρονικά να θυμίζουν ότι κάπου, κάπως, κάποτε, οι άνθρωποι ήταν απλοί και δε χρειάζονταν παρά μόνο τα βασικά για να επιβιώσουν. Ένα πιάτο φαΐ, υγεία και καθαρό αέρα αγάπης και καλοσύνης.

Το χωριό μας θα είναι πάντα η ρίζα που δε θα κοπεί ποτέ μέσα μας. Θα είναι αυτή που όσο περνούν τα χρόνια, τόσο θα δυναμώνει και θα ποτίζεται όποτε σηκώνουμε κεφάλι απ’ τη ρουτίνα που έμπλεξε ο καθένας μας. Είναι οι πιο αληθινές επιστροφές που έχουμε στη ζωή αυτή.

Γιατί κάποτε υπήρξαμε εκείνα τα παιδιά που δε σταματούσαν να χαμογελούν, να φωνάζουν και να ζουν τη κάθε στιγμή. Και κάθε που αυτή η ζωή μας παίρνει κι ένα κομμάτι μας, τα μέρη αυτά θα είναι πάντα εκεί να μας θυμίσουν πως η πραγματική ευτυχία μπορεί να υπάρξει με μηδαμινό κόστος.

 

Συντάκτης: Χριστιάνα Παν
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη