Και να ‘μαστε πάλι εδώ. Οι ίδιοι άνθρωποι, την ίδια ώρα, στο ίδιο μέρος. Το λεωφορείο σχεδόν άδειο, όπως κάθε πρωί τη συγκεκριμένη ώρα. Όταν κάνεις κάθε μέρα το ίδιο δρομολόγιο αρχίζεις να βλέπεις φάτσες γνώριμες κι ας μην έχεις πει ποτέ μια καλημέρα μ’ αυτούς. Η διαδρομή ίδια. Οι κινήσεις κάποιων επιβατών επίσης. Οι στάσεις, τα πατημένα κουμπιά όλα μοιάζουν να γίνονται μηχανικά.
Τα παιδιά στα μπροστινά καθίσματα μοιάζουν να κάνουν την καθιερωμένη επανάληψη πριν φτάσουν σχολείο, ο νυσταγμένος νεαρός πίσω φοράει τα ακουστικά στη διαπασών κι εγώ στα κλεφτά να πίνω λίγο απ’ τον καφέ που κρυφά τρύπωσα πάλι μες στο λεωφορείο!
Σήμερα, όμως, η μέρα ήταν λίγο διαφορετική. Το παιδί που μπαίνει στην επόμενη στάση απ’ τη δική μου σήμερα συνοδευόταν από μια κυρία -τη μητέρα του προφανώς. Το παιδί κάθεται κάθε φορά στην ίδια θέση, απέναντι από δυο αδέρφια ένα κορίτσι κι ένα αγόρι. Μοιάζουν να έχουν γίνει φίλοι καθώς ο ενθουσιασμός της πρωινής καθημερινής τους συνάντησης είναι ολοφάνερος. Το ίδιο συνέβη και σήμερα μόνο που ένα απρόσμενο γεγονός χάλασε το παρεάκι των μικρών συνεπιβατών μου.
Παρ’ όλο, λοιπόν, που ο μικρός έκατσε στη θέση του και παρ’ όλο που υπήρχε κάθισμα και για τη μητέρα του, εκείνη πεισματικά και με μάτια γουρλωμένα τον πιάνει απ’ το χέρι και τον βάζει να καθίσει μπροστά μου και μακριά απ’ τα δυο αδέρφια. Είχα, λοιπόν, την ατυχία να ακούσω τον διάλογο που ακολούθησε και να συνειδητοποιήσω για ακόμη μια αφορά την πνευματική ρηχότητα που διακρίνει κάποιους συνανθρώπους μας, σαν τη κυρία του μπροστινού καθίσματος -κι όχι μόνο.
-«Ρε μαμά, γιατί δε με άφησες να καθίσω με τους φίλους μου;»
-«Από πού κι ως πού είναι φίλοι σου δυο τέτοια παιδιά;»
-«Είναι ο Αλί και η Μπαχάρ και καθόμαστε μαζί κάθε πρωί».
-«Τι; Γιατί κάθεστε μαζί;»
-«Γιατί μου αρέσει που μιλάνε κι αραβικά κι ελληνικά, μου αρέσει που ο Αλί φοράει αυτό στο κεφάλι του, τουρμπάνι μου είπε το λένε, μα κυρίως μου αρέσει το παιχνίδι που παίζουμε!»
-«Εσύ είσαι Έλληνας και χριστιανός, δε θα κάνεις παρέα με ξένα παιδιά. Ούτε θα παίζεις μαζί τους. Το κατάλαβες;»
-«Μα γιατί;», φώναξε ο μικρός.
-«Γιατί το λέω εγώ, γι’ αυτό!»
Και ναι, η καταστροφική σε αυτές τις περιπτώσεις έλλειψη παιδείας δυστυχώς εμποδίζει κάποιους να προσεγγίσουν μέσα απ’ τις αρχές του ανθρωπισμού άλλους συνανθρώπους μας -ακόμη και παιδιά. Μια αντίληψη τόσο επιζήμια που ενισχύει την ανισότητα και καλλιεργεί ένα κλίμα εχθρικό εναντίον άλλων ανθρώπων με σκοπό να επιτευχθεί άμεσα ο παραγκωνισμός τους. Ένα παιδί διδάσκει τη μητέρα του κάτι που η ίδια αρνείται να δει. Την ισότητα των ανθρώπων.
Το πιο σκοτεινό σημείο, όμως, της προκατάληψης αυτής που λέγεται «ρατσισμός» και που δυστυχώς είναι πανανθρώπινος –και καθόλου νέος σαν φαινόμενο– δεν είναι μόνο το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο ούτε οι ποικίλες μορφές κοινωνικής ανισότητας που εξαρτώνται από οικονομικά συμφέροντα . Το σκοτεινό σημείο που βλέπω εγώ τα τελευταία χρόνια είναι οι καλά συγκαλυμμένοι τρόποι εκδήλωσής του. Διότι ο ρατσισμός δεν είναι πάντα τόσο φανερός και προκλητικός. Πολλές φορές λανθάνει κι αυτό είναι πιο επικίνδυνο από μια εμφανή και χυδαία εκδήλωση του.
-«Και τι παιχνίδι παίζετε που σου αρέσει τόσο;», ρώτησε η μπροστινή κυρία τον γιο της.
-«Κάνω τον δάσκαλο που θα ‘θελα να γίνω όταν μεγαλώσω κι αυτοί μου λένε το μάθημα που μελέτησαν εχθές».
-«Αυτό είναι δουλειά της δασκάλας τους, όχι δική σου!»
-«Μα η δασκάλα τους δεν τους βγάζει ποτέ να πουν μάθημα!»
Ένα τέτοιο είδος ρατσισμού πιο έμμεσο, πιο αθόρυβο, στα μάτια μου είναι πιο ανησυχητικό. Όταν, για παράδειγμα, ακόμα κι εκπαιδευτικοί αγνοούν συστηματικά την παρουσία κάποιων μαθητών τους μες στην τάξη και τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα παιδιά, τότε οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι περνούν στην τάξη αρνητικά μηνύματα και προκαταλήψεις. Η εκπαίδευση πρέπει να παρέχεται χωρίς διακρίσεις ως προς τον πολιτισμό, το φύλο, τη γλώσσα, τη θρησκεία, την εθνικότητα και τις όποιες ατομικές τους διαφορές.
Γιατί η αδυναμία μας να αποδεχθούμε τους άλλους που δεν είναι «σαν κι εμάς» προέρχεται συχνά απ’ το αίσθημα της απειλής και του φόβου. Έρχονται έτσι στο προσκήνιο στερεότυπα και προκαταλήψεις που δεν είναι τίποτα άλλο από φτηνά προϊόντα ασυνείδητων, τις περισσότερες φορές, διεργασιών.
Απορρίπτεις επειδή φοβάσαι κι αυτό συμβαίνει -είτε το αντιλαμβάνεσαι είτε όχι. Αυτό που πρέπει, όμως, όλοι μας να αντιληφθούμε είναι ότι αυτός ο φόβος είναι επίκτητος. Και για να αποφύγουμε τέτοιες «επίκτητες φοβίες» χρειάζεται παιδεία, όπως στην περίπτωση της μπροστινής κυρίας. Όμως, πάνω από όλα χρειάζεται η δασκάλα κι η κάθε δασκάλα εκεί έξω να κάνει μια μικρή αυτοκριτική κι ενδοσκόπηση ώστε να βρει και να καταπολεμήσει τη ρατσιστική εκείνη σκιά που ίσως να κρύβει μέσα της και να την αγνοεί.
Γιατί τον ρατσισμό τον συναντάς παντού. Στο σπίτι, στο σχολείο, στο δρόμο για τη δουλειά, στην ίδια τη δουλειά. Τον συναντάς ως θεατής, ως θύμα, ως θύτης∙ αρκεί να έχεις τα μάτια σου ανοικτά για να τον δεις. Μόνο τότε θα ξεφορτωθείς αυτήν την άχρηστη ιδέα που διαχωρίζει τους ανθρώπους.
Γιατί όλοι είμαστε ίσοι εκτός απ’ τους ρατσιστές! Πώς σας φάνηκε αυτό, ρατσιστάκια μου; Ουπς! Μήπως έγινα ρατσίστρια με τους ρατσιστές; Είναι τόσο εύκολο να τους μοιάσεις τελικά;! Ή μήπως όχι;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη