Ας μπούμε κατευθείαν στο θέμα, γιατί ο χρόνος είναι χρήμα και πραγματικά πλέον έχουμε σταματήσει να τον ξοδεύουμε αλόγιστα στον αν ο κάθε άνθρωπος που θα γνωρίσουμε μπορεί να πιάσει το κινητό του, να πληκτρολογήσει τρεις λεξούλες και να πατήσει την «αποστολή».
Χέρια έχει, έτσι δεν είναι; Κινητό έχει∙ γιατί να μην έχει, άλλωστε; Μέχρι χθες τουλάχιστον, πριν κάνει στροφή 180 μοίρες στη συμπεριφορά του, είχε πάντως. Οπότε αφήνουμε ένα απειροελάχιστο ενδεχόμενο να του το έκλεψαν στο μετρό, να του έπεσε απ’ την τσέπη, να του το έφαγε ο σκύλος του ή να το έχουν κλειδώσει σε κάποιο μακρινό χρηματοκιβώτιο οι φίλοι του για να τον βασανίσουν.
Την ίδια στιγμή, όμως, που διασχίζει αυτό το σχετικά απίθανο ενδεχόμενο το μυαλό μας, παρατηρούμε πως η δραστηριότητα του στα social media παραμένει η ίδια με εκείνη των προηγούμενων ημερών. Καλά, όχι ακριβώς η ίδια. Η διαφορά είναι πως πλέον δεν περιλαμβάνει εμάς. Όποτε, έτσι, απλά και δια μαγείας καταρρίπτεται αύτη η απειροελάχιστη πιθανότητα που τόλμησε να μας περάσει κατά νου. Καταλήγουμε, λοιπόν, με κάποιους πρόχειρους υπολογισμούς πως κατά πάσα πιθανότητα δε θέλει να στείλει -πια.
Και κάπου εδώ πιάνουμε τον εαυτό μας με ένα κινητό το οποίο έχει καταλήξει να είναι η προέκταση του χεριού μας. Ο αντίχειράς μας φαίνεται να είναι κολλημένος με κόλλα στιγμής πάνω στην οθόνη και να μπαινοβγαίνει ασταμάτητα στις παλιές μας συνομιλίες αναζητώντας το πολυπόθητο «διαθέσιμος». Κι η αλήθεια είναι πως τον πετυχαίνουμε αρκετά συχνά διαθέσιμο. Το πρόβλημα; Η ένδειξη αυτή δε συνοδεύεται από αυτή τη λυτρωτική λεξούλα για εμάς. Τη λέξη «πληκτρολογεί».
Η στιγμή αυτή είναι πάρα πολύ κρίσιμη καθώς χτυπάει το χρονόμετρό μας, τελειώνει η άμμος στην κλεψύδρα μας ή όπως αλλιώς θέλει ο καθένας μας να το ονομάσει. Μόλις σπαταλήσαμε με επιτυχία το χρόνο που αναλογούσε σε αυτή την κατάσταση, σε αυτό τον άνθρωπο και σε αυτή τη συμπεριφορά.
Τις περισσότερες φορές τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά και πολύ πιο εύκολα από όσο τείνει το μπερδεμένο μας μυαλό να τα παρουσιάζει. Όταν κάποιος θέλει και χρόνο βρίσκει και τρόπο βρίσκει. Κι άμα δε βρει τον συγκεκριμένο τρόπο που εμείς αναμένουμε, γιατί όντως του έφαγε ο σκύλος το κινητό, θα βρει κάποιον άλλον αργά ή γρήγορα.
Μπορεί να ακούσουμε πραγματικά εξαιρετικά ευφάνταστες δικαιολογίες αν επιμείνουμε να μάθουμε πού οφείλεται αυτή η ξαφνική εξαφάνισή του. Αλλά πραγματικά τώρα, ποιος έχει τη διάθεση και το χρόνο να ασχοληθεί με το τι συμβαίνει στο μυαλό κάποιου όταν αυτός ο κάποιος αποφασίζει να μας κλειδώσει έξω από αυτό χωρίς καμία προειδοποίηση και να πετάξει και το κλειδί;
Αναλωνόμαστε σε τέτοιες ιστορίες την πρώτη φορά, τη δεύτερη φορά, άντε βαριά-βαριά και την τρίτη φορά που θα μας συμβούν. Αλλά μετά; Μετά ο χρόνος που θα αφιερώσουμε σε κάτι αντίστοιχο πρέπει να μειώνεται στο ένα δέκατο ή και σε λιγότερο αν είναι εφικτό.
Οπότε μπορούμε να πούμε πως ελάχιστα πλέον μας ενδιαφέρει αν θα στείλει ή αν δε θα στείλει. Τι να τον κάνουμε στη ζωή μας έναν άνθρωπο που δυσκολεύεται να στείλει ένα απλό μήνυμα. Τι παραπάνω θα μπορούσε να μας προσφέρει όταν δεν μπορεί να προσφέρει το ελάχιστο; Ούτε εκείνος μας θέλει στη δική του, άρα γιατί να τον θέλουμε εμείς στη δική μας; Του ευχόμαστε, λοιπόν, να βρει το δρόμο του, να βρει αυτό που ψάχνει και προχωράμε.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη