Είναι κι αυτές οι άγουρες σχέσεις που μένουν σε διαφορετικά σπίτια και τις νύχτες ακολουθούν χωριστούς δρόμους. Ο καθένας το βράδυ επιστρέφει πίσω στο σπίτι του και στη ζωή του. Είναι σαν δυο παράλληλες ζωές που συναντώνται στην πορεία τους, δημιουργώντας κοινές στιγμές κι έπειτα προχωρούν ξεχωριστά μέχρι να συναντηθούν ξανά.

Οι καινούριες σχέσεις διατηρούν ακόμη τη μαγεία τους, απ’ την άποψη ότι ο καθένας έχει την ανεξαρτησία του, τη δική του ελευθερία και δεν είναι αυτοκόλλητος με τον άλλο. Ο καθένας έχει το πρόγραμμά του, το χρόνο του, τον προσωπικό του χώρο. Η αλήθεια είναι πως αν δε συγκατοικείς με τον άλλο, όλα είναι ονειρικά κι αυτό γιατί δεν προλαβαίνουν να βγουν στην επιφάνεια ελαττώματα και κακές συνήθειες στο λίγο κοινό χρόνο που έχεις με τον άλλο. Όλα είναι μέλι γάλα. Στη συγκατοίκηση είναι που ξεγυμνώνεις τον εαυτό σου σ’ αυτόν που μοιράζεσαι το σπίτι και την καθημερινότητά σου κι όσο και να θέλεις να κρύψεις κάτι δικό σου, αυτό κάποια στιγμή θα φανερωθεί.

Στις ερωτικές σχέσεις τις περισσότερες φορές, ο ένας απ’ τους δύο είναι ο χαλαρός, αυτός που κρατά κάποιες αποστάσεις ακόμα κι ο άλλος είναι αυτός που πέφτει με τα μούτρα, τρελαίνεται στην απουσία του άλλου και δεν αντέχει ούτε στιγμή μακριά του.

Κι ενώ αράζεις στον καναπέ και χαλαρώνεις μπροστά στην τηλεόρασή σου, χτυπά το κουδούνι. Ξαφνιάζεσαι. Δεν περιμένεις κανένα. Ανοίγεις και τον βλέπεις μπροστά σου. Μ’ ένα κρασί στο χέρι και τη σπίθα στο βλέμμα. Ήθελε να σε δει, λέει κι η λαχτάρα του τον οδήγησε στην πόρτα του σπιτιού σου. Απροειδοποίητες, αναπάντεχες εκδηλώσεις αγάπης. Δε δίνεις σημασία ούτε προσπαθείς να τις αναλύσεις περισσότερο. «Τι γλυκό», σκέφτεσαι και χαμογελάς.

Κι οι εκπλήξεις όλο και φούντωναν. Γίνονταν όλο και πιο συχνές και συνοδεύονταν με φράσεις όπως «περνούσα τυχαία κι είπα να πω ένα γεια», «πέρασα να δω τι κάνεις», «μου έλειψες», «δε με χωρούσε το σπίτι», «δεν μπορούσα να κοιμηθώ αν δε σου πω καληνύχτα», «ήθελα να είμαι το τελευταίο άτομο που θα δεις πριν κοιμηθείς», «ήρθα απλά να σου πω μια καληνύχτα και να φύγω». Τότε είναι που σου μπαίνουν σκέψεις στο μυαλό κι αναρωτιέσαι τι πραγματικά συμβαίνει. Προσπαθείς να αναλύσεις τις κινήσεις του για να καταλάβεις αν πρόκειται τελικά για τρυφερές εκπλήξεις ή για κάποιου είδους έλεγχο. Έλεγχο αν είσαι όντως σπίτι κι αν είσαι με παρέα ή όχι.

Πόσες απ’ αυτές τις επισκέψεις είναι, άραγε, αυθόρμητες και προέρχονται από αγνές σκέψεις της στιγμής  τύπου «ένιωσα την ανάγκη να σε δω»; Αφήνουμε τελικά χώρο στον άλλο ή τον πνίγουμε με την κτητικότητα και τη ζήλια μας που δε θέλουμε κιόλας να εκφράσουμε με λόγια; Όταν ο άλλος σε θέλει τόσο που εμφανίζεται εκεί που δεν το περιμένεις είναι λογικό κάποια στιγμή να σου προκαλέσει πίεση.  Πίεση γιατί παραβιάζει τις προσωπικές σου στιγμές και δε σε αφήνει να αναπνεύσεις. Δε σέβεται την ηρεμία σου, με λίγα λόγια. Κι όταν αυτό το κάνει σε ανύποπτο χρόνο εκεί είναι που νιώθεις περίεργα κι αναγκάζεσαι στην ουσία να προσαρμοστείς στους δικούς του ρυθμούς, στις δικές του ανάγκες. Απ’ την άλλη, αν νιώθεις το ίδιο πάθος κι εσύ, το πιο πιθανό είναι να μεταφράσεις την επίσκεψή του ως δείγμα αγάπης κι όχι ζήλιας.

Γλυκιά αναστάτωση ή ανεπιθύμητη επίσκεψη; Αυτό έχει να κάνει τελικά με το πώς εσύ βιώνεις αυτή τη σχέση.

 

Συντάκτης: Σταύρια Κωνσταντίνου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη