Γράφει η Μ.

 

Μια μέρα σηκώθηκες κι έφυγες. Χωρίς κάποιον λόγο, χωρίς μία εξήγηση. Απλά έκλεισες την πόρτα πίσω σου και δεν την ξανάνοιξες ποτέ. Χωρίς να μου πεις το γιατί, χωρίς να μου πεις πού έφταιξα, χωρίς να μου πεις τι συνέβη. Προσπαθούσα μόνη μου να δώσω εξηγήσεις και να λύσω το μυστήριο της ανεξήγητης φυγής σου. Δεν μπορώ να πω, όσο αναίσθητη κι αν επιθυμώ να είμαι, με πείραξε. Όσο σκληρή κι αν προσπαθώ να είμαι πόνεσα, ίσως και να ‘κλαψα. Μου πέρασε, όμως. Κάποια στιγμή ξεθώριασαν τα συναισθήματα αυτά κι εγώ ηρέμησα. Προχώρησα τη ζωή μου και πάλεψα πολύ ώστε να μπορέσω να κάνω την κάθε μέρα που περνάει καλύτερη.

Έχουν περάσει μήνες από τότε. Τόσος καιρός ώστε να μπορώ πλέον να πω με σιγουριά πως δεν πονάει πια οτιδήποτε σε θυμίζει. Σε ξεπέρασα. Τα κατάφερα. Αλλά εσύ τώρα θυμήθηκες να εμφανιστείς. Από πού κι ως πού τολμάς να μου στέλνεις μήνυμα; Γιατί μετά από τόσους μήνες; Αναγνωρίζεις το λάθος σου, λες. Σου έλειψα, λες. Με θέλεις πάλι πίσω, λες. Και πάντα μόνο αυτό ήξερες να κάνεις σωστά. Να λες.

Ξέρεις κάτι; Μάλλον τελικά δε σε ξεπέρασα. Δεν τα κατάφερα. Αν τα είχα καταφέρει δε θα είχα δεχτεί να έρθω απ’ το σπίτι σου εκείνη την ημέρα. Θα σε είχα στείλει στο διάολο. Θα είχα κάνει αυτό που έπρεπε να είχα κάνει. Αυτό που σου άρμοζε. Κι όμως, σε επισκέφτηκα εκείνο το μεσημέρι. Υπήρχε ένταση, ψυχρότητα ειπώθηκαν σκληρές κουβέντες, αλλά μία ώρα αργότερα τα ρούχα μας ήταν στο πάτωμα κι εμείς μπλεγμένοι να θυμόμαστε τα παλιά.

Κατάφερα να σε συγχωρέσω. Ήξερα πως τίποτα δε θα ήταν όπως πρώτα, αλλά πίστευα πως άξιζε να προσπαθήσουμε ξανά, άξιζε να σου δώσω μία δεύτερη ευκαιρία, αυτή την ευκαιρία που τόσο πολύ ζητούσες κι ήθελες. Την πήρες, λοιπόν, αλλά δεν την αξιοποίησες ποτέ.

Τις πρώτες εβδομάδες τα έβλεπα όλα καλά. Πίστεψα πως είχαμε καταφέρει να διαγράψουμε το παρελθόν και σιγά-σιγά να γράφουμε ένα καινούργιο μέλλον μαζί. Πόσο λάθος είχα κάνει;

Μετά από ένα σημείο άρχισαν πάλι οι δυσκολίες. Εσύ τραβάς διάφορα, όπως είπες. Δε μου είπες ποτέ, όμως, τι τραβάς. Δε μου είπες ποτέ τι έχεις και γιατί είσαι έτσι, ακόμα κι αν εγώ ήθελα να σε στηρίξω και να σταθώ δίπλα σου, ό,τι και να είχε γίνει. Δεν περίμενες ούτε μήνας να ολοκληρωθεί και με κέρασες πάλι μια προδοσία.

Πήγες με άλλη. Με εκείνη που μου διαβεβαίωνες πως είστε μόνο φίλοι. Το αστείο είναι πως δεν μπορώ να σε κατηγορήσω γι’ αυτό. Εγώ η ίδια σου είχα πει λίγες μέρες πριν να κάνεις ό,τι θέλεις. Εσύ απλά δεν έχασες ευκαιρία. Πήγες. Κι όταν σου ευχήθηκα καλά να περνάς με την καινούργια, είπες πως δεν καταλαβαίνω. Πώς θέλεις να καταλάβω όταν δεν μου έχεις εξηγήσει;

Μου είπες πως χρειάζεται να κάνω υπομονή και να δείξω κατανόηση. Πόση ακόμα, άραγε, μπορώ; Σου είπα πως περιμένω να μου μιλήσεις και να το συζητήσουμε. Αλήθεια, έχω κάθε καλή διάθεση. Αλλά εσύ δεν έρχεσαι κι εγώ κουράζομαι.

Σε θέλω όσο δεν έχω θελήσει κανέναν άντρα στη ζωή μου, μα δεν ξέρω πόσο ακόμα μπορώ να σε περιμένω. Παρ’ όλα αυτά θα περιμένω για όσο αντέχω. Είμαι ανοιχτή να συζητήσουμε και, γιατί όχι, να βρούμε μια λύση. Το ξέρεις κι εσύ ο ίδιος πως θα είμαι εδώ για σένα.

Κάτι τελευταίο θα σου πω και κλείνω κλείσω. Εύχομαι όταν θα γυρίσεις εγώ να μην είμαι εδώ. Να έχω κλείσει το κεφάλαιο και να έχω, πραγματικά, προχωρήσει τη ζωή μου. Αυτή θα ήταν η τέλεια εκδίκηση. Μα ας μη γελιόμαστε. Το ξέρουμε καλά και οι δύο πως όταν θα θελήσεις να επιστρέψεις εγώ και πάλι θα σε δεχτώ πίσω. Άλλωστε, πάντα αυτό θα κάνω μαζί σου.

Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη