Γονείς. Οι άνθρωποι που μας έφεραν στον κόσμο δίνοντάς μας τη σοφία, τη θαλπωρή τους κι όλη την αγάπη. Εκείνοι που μας άφησαν να φάμε τις κατραπακιές μας, για να μαθαίνουμε απ’ τα λάθη μας και πάντα ήταν δίπλα μας ώστε να μας προσφέρουν τα πιο πολύτιμα μαθήματα και συμβουλές.
Όλοι, λοιπόν, έχουν ιδανικά παρομοιάσει την εικόνα ενός γονέα ως τη σοβαρή κι επιβλητική παρουσία, που κυρίαρχο ρόλο έχει να διαπαιδαγωγήσει σωστά το παιδί του και να το οδηγήσει μέχρι τα πρώτα του βήματα, με ασφάλεια στον έξω κόσμο.
Υποθέτουμε, λοιπόν, ότι ένας γονιός προσπερνώντας τη χαμένη του νιότη είναι έτοιμος και σοβαρός, ώστε να έχει αφήσει καιρό πίσω του την εικόνα του παιδιού που κάποτε κι ο ίδιος υπήρξε. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι ακριβώς έτσι. Υπάρχουν και γονείς που απλά παλιμπαιδίζουν.
Είναι εκείνοι που προσπαθώντας να κινηθούν με το ρεύμα της εποχής, ντύνονται με τα πιο “in” ρούχα που βρίσκουν και κυκλοφορούν σε καφετέριες γεμάτες «νεολαία», όπως κατά τα κλισέ χαρακτηρίζουν. Είναι οι γονείς που θέλουν να γίνουν ένα με την εποχή.
Χρησιμοποιούν και ξενόφερτη φρασεολογία. Ξενόφερτη, κατά τα δικά τους τουλάχιστον δεδομένα. «Δικέ μου, σε νιώθω, άραξε, γαμάτο!» είναι λίγες απ’ τις φράσεις που θα ακούς να υποκλέβουν απ’ τα παιδιά τους.
Είναι εκείνοι που θα ακούνε τη μουσική της εποχής, ακόμα κι αν τα προσωπικά τους γούστα συγκαταλέγονται ανάμεσα σε Καζαντζίδη και Μπιθικώτση. Θα τους ακούς να τραγουδάνε νεράκι κάνα νέο τραγούδι του Κιάμου και θα απελπίζεσαι από ντροπή για τα γούστα ενός, κατά τ’ άλλα, κατασταλαγμένου ανθρώπου.
Θέλουν να κάνουν και παρέα με τα παιδιά τους. Ναι. Οι γονείς που παλιμπαιδίζουν γίνονται τα καλύτερα φιλαράκια των παιδιών τους, που αν και στην εφηβεία τραβάνε φρίκη, αφού φαίνεται να την περνάνε μαζί με τους γονείς τους κι αυτό τους προκαλεί μια ντροπή, μεγαλώνοντας καταλαβαίνουν πόση αξία έχει να έχουν έναν γονιό με καρδιά μικρού παιδιού. Αυτοί οι γονείς καταλαβαίνουν τα παιδιά τους και φυσικά δεν ξεχνάνε ποτέ το γεγονός ότι κι αυτοί κάποτε υπήρξαν παιδιά.
Περνάνε φυσικά και σοβαρές κρίσεις ηλικίας. Βάφουν μαλλάκια, καμιά φορά και σε πολύ τρελά χρώματα, πάνε και κάνουν τατουάζ –καθώς στην δική τους εποχή, υπήρχε αρκετή προκατάληψη γι’ αυτά–, τρέχουν σε γυμναστήρια και σε νυχτερινά κλαμπ για να δείξουν ότι ακόμα αντέχουν την ξέφρενη ζωή κι ότι η μπογιά τους ακόμα καλά κρατεί!
Θέλουν να συμμετέχουν πάντα σε συζητήσεις των νεότερών τους κι είναι εκείνοι που σε ένα οικογενειακό τραπέζι θα κάτσουν γύρω απ΄την πιτσιρικαρία και θα πουν «Να εγώ εδώ, με τη νεολαία!». Τι κι αν η νεολαία έρχεται σε αμηχανία απ’ τις ερωτήσεις που κάνουν ή αν γελάει με το νεωτεριστικό λόγο και συμπεριφορά τους; Αυτοί εκεί. Ακάθεκτοι. Ξανανιώνουν, άλλωστε, γύρω από παιδιά!
Προσπαθούν με έναν τόσο αστείο τρόπο να γίνουν πάλι παιδιά, που γίνονται τέρμα αξιολάτρευτοι. Θέλουν να συμπεριφέρονται σαν έφηβοι και το δηλώνουν ξεκάθαρα! Τουλάχιστον κρατάνε την παιδική ψυχή, την καρδιά ενός εφήβου και το μυαλό ενός ώριμου ανθρώπου. Κι ας μας κάνουν να γελάμε. Υπάρχουν καλύτεροι γονείς απ’ αυτούς;
Ο άνθρωπος που σε έφερε στον κόσμο, σε αγάπησε και με τον υπέροχο παλιμπαιδισμό του σε κράτησε κοντά του, χτίζοντας μία πιο προσωπική κι αληθινή σχέση γονιού-παιδιού. Τελικά, ποιος άνθρωπος που έχει παιδί δε γίνεται κι αυτός παιδί δίπλα του; Γονείς που παλιμπαιδίζετε, να ξέρετε πάντα θα σας αγαπάμε ένα κλικ περισσότερο!
Γιατί εσείς αποδείξατε περίτρανα ότι η σωματική ηλικία δεν έχει να κάνει στο ελάχιστο με την ηλικία της ψυχής. Είστε υπέροχοι κι ευχαριστούμε που υπάρχετε!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη