Θα ‘θελα να μη σε ξαναδώ ποτέ. Να μην ακούσω το όνομα σου ξανά. Να μην ξέρω τι κάνεις ούτε πού βρίσκεσαι. Κι η αλήθεια είναι ότι είσαι ήδη παρελθόν για εμένα. Προσπάθησα πολύ. Και τα κατάφερα, να μη λυγίσω μετά το τέλος. Τρόμαξα κι εγώ με τον εαυτό μου. Δε μου έλειψες ούτε λεπτό.
Έπαψα να μιλάω για ‘σένα. Σταμάτησα να ελπίζω ότι θα αλλάξεις, πως θα μάθεις κάποτε ν’ αγαπάς. Συνήθισα στην ιδέα ότι απλά έχασα το χρόνο μου με κάποιον που έπαιζε. Κι έρχομαι σήμερα να σου πω ένα μεγάλο «ευχαριστώ».
Ευχαριστώ που έφυγες. Βρήκα την ησυχία μου. Σταμάτησε ο πόνος κι άρχισε επιτέλους να νιώθω όμορφα. Σε ευχαριστώ που με άφησες να προχωρήσω, να ζήσω και να ξεχάσω ό,τι άσχημο έζησα δίπλα σου.
Έρχομαι να σου ζητήσω και μια συγγνώμη. Συγγνώμη που ποτέ μου δεν κατάλαβα πως δεν ήμουν για σένα. Συγγνώμη που σε πίεσα να με κρατήσεις δίπλα σου και δεν αποχώρησα ώριμα και πολιτισμένα από μια αγκαλιά που δε με χωρούσε. Συγγνώμη που έκανα την παρουσία μου ενοχλητική.
Έρχομαι να σου πω πως πολύ θα ήθελα να σε στείλω στο διάολο, μα δεν αξίζει τον κόπο. Για τις ανασφάλειες που με γέμισες, για τα ψυχολογικά που μου δημιούργησες. Γιατί δεν μπορώ να εμπιστευτώ κανέναν δίπλα μου. Γιατί τιμωρούσα τον εαυτό μου μαζί σου. Γιατί έχασα εμένα, δεν κέρδισα εσένα κι έκανα τη ζωή μου κομμάτια.
Μάλλον δεν ξέρεις ν’ αγαπάς. Ξέρεις όμως να δίνεις μαθήματα εγωισμού. Νικητής πάντα ο θυμός σου, η κακία σου, ο εαυτούλης σου. Κι εγώ έχασα. Τα πάντα. Και προσπαθώ να τα μαζέψω. Και τα μάζεψα. Κι είμαι εδώ και μπορώ πια να σε κοιτάξω στα μάτια και να νιώθω μόνο ένα κενό.
Βλέπω καμιά φορά παλιές φωτογραφίες μας τυχαία και χαμογελάω. Αναρωτιέμαι ποιος είναι αυτός δίπλα μου. Ένας ψεύτης, ένας δειλός, ένας ξένος. Ακούω το όνομά σου και τα βάζω με τον εαυτό μου που κάποτε ασχολήθηκα μαζί σου.
Δεν έφταιγες, τελικά. Σε άφηνα να μπαίνεις στη ζωή μου και να τα κάνεις όλα πουτάνα. Και ξέρεις κάτι; Βαρέθηκα, σιχάθηκα και σε διέγραψα. Τα ηλίθια λόγια σου με κούρασαν. Πλέον δεν αντέχω τη χροιά της φωνής σου. Δεν μπορώ να νιώσω τα χέρια σου να με αγκαλιάζουν, γιατί θα ΄ναι σαν να με πνίγει θηλιά στο λαιμό. Δεν μπορώ να σε βλέπω γιατί μου θυμίζεις πληγές που πάλεψα να ξεχάσω.
Έρχομαι, λοιπόν, απόψε να σου εξομολογηθώ ότι κατέστρεψες ό,τι όμορφο είχα μέσα μου και πόσο αδιάφορος μου είσαι πια. Μη γελιέσαι –επειδή μιλάω για εσένα, επειδή σε σκέφτομαι πού και πού– δεν είναι έρωτας, δεν είναι καψούρα ούτε είναι αγάπη. Είναι παράπονο, πικρία γι’ αυτά που έδωσα και ποτέ δεν πήρα.
Είναι η προσπάθεια να βρω τον εαυτό μου. Είναι η ανάγκη να ξεσπάσω κάποια στιγμή. Κι είναι η ανάγκη να αποβάλω καθετί αρνητικό δικό σου που ξέμεινε μέσα μου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη