Γράφει ο Γιώργος.
Ήταν ένα βράδυ σαν όλα τ’ άλλα. Ανέβηκα στη μηχανή, πήγα στο γνωστό μπαράκι με τα φιλαράκια. Καλά περάσαμε. Ήπιαμε τις μπίρες μας, τα σφηνάκια μας, ακούσαμε τις μουσικές μας, γελάσαμε πολύ. Έφυγα γεμάτος αλκοόλ και κούραση. Φόρεσα το κράνος μου και πήρα το δρόμο της επιστροφής. Κόντευα στο φανάρι όταν σε είδα να κουνάς το χέρι σου. Κοίταξα απ’ τον καθρέφτη έχοντας την εντύπωση ότι θα δω κάποια γνωστή. Είχες το χέρι ακόμα όρθιο.
Γυρίζω πίσω, σε κοιτάζω, δε σε ξέρω, όμως είμαι έτοιμος να σ’ ακούσω.
Μου εξηγείς ότι δε βρίσκεις ταξί, ότι μένεις λίγο παρακάτω κι αν ήταν στο δρόμο μου, μήπως θα μπορούσα να σε πήγαινα εγώ. Σε ρώτησα πού μένεις και με έκπληξη ανακάλυψα πως μάλλον είμαστε γείτονες. Χωρίς δεύτερη σκέψη σου είπα να ανέβεις.
Οδηγούσα αργά και προσεκτικά κι εσύ είχες περασμένα τα χέρια σου στη μέση μου. Δε μιλούσαμε. Ξαφνικά ένιωσα το χέρι σου να με χαϊδεύει και να κατεβαίνει. Ταυτόχρονα, κόλλησες το στήθος σου στην πλάτη μου. Παρότι ήμουν κομμάτια, με καύλωσες πολύ. Μου πρότεινες να έρθω σπίτι σου κι εννοείται πως δέχτηκα. Μέχρι να φτάσουμε νόμιζα ότι θα εκραγώ.
Ανοίγεις την πόρτα, ανάβεις το φως κι εγώ σε χαζεύω! Μου ρίχνεις τουλάχιστον 10 χρόνια κι όμως, το σώμα σου αψεγάδιαστο, κορμάρα! Το πρόσωπό σου λαμπερό, το βλέμμα σου λάγνο και τα χείλη σου σαρκώδη, γεμάτα υποσχέσεις. Η φωνή σου μπάσα, μεστωμένη, μου μετέδιδε την αυτοπεποίθησή σου. Ξέρεις ποια είσαι. Δεν αναζητάς κομπλιμέντα και τέτοια. Δεν τα χρειάζεσαι.
Σε λίγο έχεις βγάλει τα ρούχα σου και κυκλοφορείς μόνο με τα απαραίτητα. Ξέρεις να τρελαίνεις τον άλλον. Βάζεις ποτά και καθόμαστε στο σαλόνι. Σ’ ακούω να μιλάς κι ερεθίζομαι πιο πολύ. Το μέσα σου το ίδιο εντυπωσιακό με το έξω σου. Είπαμε λίγα πράγματα για τις ζωές μας, ότι δεν είμαστε για πολλά-πολλά, μιας κι είμαστε κι οι δύο παντρεμένοι.
Σε λίγο βρεθήκαμε στο κρεβάτι. Μου κάνεις μασάζ, ξέρεις πώς να γίνεσαι αισθησιακή. Ο ορισμός του καλού σεξ, γεμάτο πάθος. Ακομπλεξάριστη, μοσχοβολούσες! Το σώμα σου δεν είχε καμιά ατέλεια κι οι κινήσεις σου πρόδιδαν την εμπειρία σου αλλά και την ικανότητά σου. Θα μπορούσες να είσαι το όνειρο κάθε άνδρα.
Μαλλί ξανθό, ωραίο, σγουρό. Άκρα περιποιημένα. Μακιγιάζ απαλό, τόσο όσο. Ωραίο δέρμα κι αχ, αυτό το άρωμά σου. Στο κρεβάτι με άφησες άφωνο. Μέχρι που ξημέρωσε…
Έφυγα κι από τότε δε σε ξαναείδα, ούτε τυχαία, κι ας μένουμε τόσο κοντά. Σκεφτόμουν για μέρες τη βραδιά μας. Από τότε, κάθε φορά που περνάω από εκείνο το φανάρι, κοιτάζω γύρω μου μήπως και σε ξαναδώ.
Λίγο καιρό αργότερα πήγα με τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου σ’ ένα παιδικό πάρτι κι εκεί η ζωή μου έκανε την καλύτερη πλάκα. Είδα την κόρη μου να παίζει μ’ ένα κοριτσάκι. Εκ των υστέρων έμαθα ότι ήταν εγγονή σου!
Το ‘χω πάρει απόφαση, εσένα θα σε ψάξω και θα σε ξαναβρώ, έστω για λίγο. Γιατί θηλυκά σαν εσένα, δε δαμάζονται, δε χωράνε σε ρουτίνες, στασιμότητες και δεσμεύσεις. Αυτή είναι κι η γοητεία σου. Για να μείνεις κάπου θα πρέπει να μάθουν να μη σου πατούν την ελευθερία. Όποιος τόλμησε το αντίθετο, έχασε το παιχνίδι. Είσαι φωτιά. Αν πλησιάσω πολύ, θα καώ. Αν πλησιάσω λίγο, θα ζεσταθώ.
Έχοντας στο νου μου τα όρια, σκοπεύω αυτή την παρτίδα να μην την χάσω. Κι αν έρθουν κι άλλες, αν μπορείς να με μαγέψεις κι άλλο, έτσι ώστε να χάσω κι εγώ το παιχνίδι, τότε θα χαίρομαι που κατάφερε να με κερδίσει μια τέτοια γυναίκα.