Η μόδα είναι κάτι που έρχεται και παρέρχεται. Μια διαρκώς κινούμενη ρόδα, που γυρνά αέναα κι ανασύρει απ’ το παρελθόν ιδέες, τάσεις, στιλ κι ενίοτε νοοτροπίες. Έτσι γινόταν ως τώρα κι έτσι θα γίνεται πάντα. Αυτός ο κύκλος πέρα απ’ το προσωπικό στιλ του καθενός επηρεάζει σε πολλές περιπτώσεις και το στιλ με το οποίο δομούμε και τακτοποιούμε τους χώρους που μας περιβάλλουν και στους οποίους κινούμαστε σε καθημερινή βάση.
Διάφορα κινήματα, που έκαναν την εμφάνισή τους ακόμα και πολλούς αιώνες πριν, έρχονται ανά διαστήματα ξανά στην επικαιρότητα και γίνονται τάση, αποκτώντας ολοένα και περισσότερους οπαδούς. Αυτή η νόρμα εφαρμόζεται ανεξαιρέτως σε όλα τα ρεύματα, είτε μιλάμε για το μπαρόκ, είτε για το ροκοκό, είτε για το μινιμαλισμό.
Ο μινιμαλισμός. Ας σταθούμε εδώ λιγάκι. Ας δούμε απλά τη λέξη κι ας σκεφτούμε πόσο καλά κι ουσιαστικά αντιλαμβανόμαστε το νόημά της. Η σημασία της είναι διττή. Κυριολεκτικά, πρόκειται για μια κίνηση στη σύγχρονη τέχνη, κυρίως στο χώρο των εικαστικών και της μουσικής. Μεταφορικά πάλι, πρόκειται για ένα έργο απ’ το οποίο έχει εκλείψει καθετί περιττό κι υπάρχουν μέσα σε αυτό μονάχα τα βασικά κι αναγκαία στοιχεία. Συνίσταται κι ως Art Minimal, δηλαδή η τέχνη του ελάχιστου, μία έννοια στην οποία συμπυκνώνεται κι ολόκληρο το νόημα του ρεύματος.
Η πρώτη εμφάνιση του όρου γίνεται στις ΗΠΑ της δεκαετίας του ‘60. Είναι ένα απ’ τα πολλά καλλιτεχνικά ρεύματα που αναδύθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ρίζες του βρίσκονται στις αρχές του κονστρουκτιβισμού και του ρεαλισμού, ενώ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό των μέσων του περασμένου αιώνα.
Όλο αυτό το συνονθύλευμα της απλότητας, της λιτότητας, της αρμονίας και της πολυτέλειας του ελάχιστου έρχεται στο σήμερα και γίνεται μέρος όχι μόνο της αρχιτεκτονικής και της διακόσμησης εσωτερικών κι εξωτερικών χώρων αλλά και του τρόπου που ζούμε όλοι μας γενικότερα.
Κι αν αναρωτιέσαι με ποιον τρόπο είναι δυνατόν κάτι τέτοιο να εφαρμοστεί, απ’ τη στιγμή που βαλλόμαστε διαρκώς από διαφημίσεις κι αντικείμενα τα οποία μας καλούν να τα αποκτήσουμε συσσωρεύοντας πράγματα που ουσιαστικά μας είναι τουλάχιστον άχρηστα, θα σου πω ότι είναι πολύ πιο απλό από όσο φαντάζεσαι.
Ζούμε ήδη σε ένα υπερφορτωμένο καθημερινό πρόγραμμα, μέσα σε γραφεία ασφυκτικά γεμάτα κι επιστρέφουμε σε σπίτια που εμείς οι ίδιοι συμβάλουμε ώστε να ξεχειλίζουν κάθε μέρα και πιο πολύ, ενώ στη συνέχεια έχουμε και το θράσος να παραπονιόμαστε ότι κάτι πρέπει να γίνει γιατί το περιβάλλον μας είναι χαοτικό κι αυτό μας προκαλεί προβλήματα συγκέντρωσης, απόδοσης και κυρίως διάθεσης.
Το πρώτο και κύριο που θα έπρεπε να κάνεις είναι να σταματήσεις να γκρινιάζεις. Κανείς και ποτέ δεν άλλαξε κάτι, που τον ενοχλούσε ή του προκαλούσε δυσφορία στη ζωή του, καθισμένος σε έναν καναπέ μιζεριάζοντας διαρκώς, παραπονούμενος ότι όλα πάνε στραβά. Αυτό που πρέπει να αλλάξει είσαι εσύ. Σήκω κι ανάλαβε δράση. Πάρε στα χέρια σου την κατάσταση και διόρθωσε οτιδήποτε επιζήμιο για τη διάθεσή σου.
Έπειτα κάνε ένα πλάνο. Γράψε σε ένα χαρτί τους τομείς που πρέπει να αλλάξουν ώστε να γίνει ο μινιμαλισμός μέρος της καθημερινότητάς σου. Ξεκίνα απ’ το σπίτι σου. Αποθηκεύουμε (κι εσύ κι όλοι μας) πράγματα που ζήτημα αν τα έχουμε χρησιμοποιήσει πάνω από τρεις φορές. Κρατάμε αντικείμενα από καταβολής κόσμου, προσποιούμενοι ότι τα χρειαζόμαστε και δεν τα πετάμε από φόβο να αποχωριστούμε κάτι άψυχο.
Όλα αυτά τα αντικείμενα, λοιπόν, αξιολόγησέ τα όπως τους αξίζει κι όχι βάζοντας ενδιάμεσα ανόητους δήθεν συναισθηματισμούς. Θυμάσαι εκείνο το φούτερ που είχες πάρει πριν πέντε χρόνια και το έχεις βάλει όλες κι όλες πέντε φορές; Ναι, εκείνο που διατείνεσαι ότι είναι το αγαπημένο σου. Ε, μάλλον δεν είναι. Το πήρες σε μια κρίση καταναλωτικής μανίας κι αν πραγματικά το λάτρευες, όπως λες, τότε θα είχε κάνει τρύπες απ’ τη χρήση και το πλύνε-βάλε.
Εκείνα τα βιβλία, που πλέον κάνουν στοίβες στο πάτωμα, γιατί τα ράφια σου είναι κι αυτά υπερπλήρη; Όχι δεν είναι το νέο σου έπιπλο. Κι αυτό γιατί πλέον δεν έχουν καμία χρηστική αξία. Τα πήρες (και καλά έκανες), τα διάβασες (ακόμα καλύτερα), αλλά πλέον το μόνο που κάνουν είναι να σκονίζονται, να μαζεύουν κάθε λογής ζωύφιο και ταυτόχρονα να παιδεύουν εσένα για να ξεφορτωθείς τη σκόνη και τους νέους σου συγκάτοικους.
Το ίδιο ισχύει και για τα μουσικά CD. Κάποτε τα μαζεύαμε σωρηδόν και κάναμε συλλογές ζηλευτές απ’ τους φίλους μας, γιατί πολύ απλά ως εκεί έφτανε κι η τεχνολογία. Τώρα δεν έχει κανένα νόημα, πέρα απ’ τους λάτρεις του βίντατζ, καθώς με το πάτημα ενός κουμπιού, μπορούν όλα αυτά τα δεδομένα να ψηφιοποιηθούν και να είναι όλα συγκεντρωμένα σε ένα μέρος, καταλαμβάνοντας πολύ λιγότερο χώρο κι απαιτώντας από εμάς πολύ λιγότερο χρόνο για τον εντοπισμό τους.
Έπειτα, έχεις τόσα ακόμα πράγματα. Μιλάμε για είδη κουζίνας, ρουχισμού, ακόμα κι είδη καλλωπισμού που ουσιαστικά σου προσφέρονται ως είδος πολυτέλειας, αφού δεν καλύπτουν κάποιο είδος πρώτης ανάγκης. Το να ξεφορτωθείς όλα όσα σου είναι περιττά, ελαφραίνει τη ζωή σου, το σπίτι σου, κάνει ακόμα ευκολότερη την καθημερινότητά σου, πιο γαλήνια την ύπαρξή σου.
Εν τέλει, μέσω αυτής της διαδικασίας ερχόμαστε σε απόλυτη κατανόηση της διαφοράς μεταξύ του «είναι» και του «έχειν», του «είναι» και του «φαίνεσθαι». Ερχόμαστε σε επαφή με τη δυνατότητα της επιλογής. Στην ουσία δεν πρόκειται για μια πενιχρή λιτότητα αλλά για μια ζωή γεμάτη με όλα τα ουσιώδη, τόσο σε προσωπικό όσο και σε διαπροσωπικό επίπεδο.
Ο καθένας από εμάς είναι πολλά περισσότερα ως οντότητα από όσα αντικείμενα διαθέτει και το να μη ζει κάποιος με όλα εκείνα που του αποσπούν την προσοχή απ’ τα σημαντικά τον οδηγεί στην εσώτερη πληρότητα κι ευδαιμονία. Αυτό είναι, άλλωστε, και το νόημα της ύπαρξής μας. Να αποδίδουμε αξία στην παρούσα στιγμή και να την απολαμβάνουμε στο ζενίθ της, ρουφώντας κάθε σταγόνα της κι εξαντλώντας κάθε δυναμική της.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη