Προχθές καθόμουν σ’ ένα παραλιακό καφέ. Είχα ν’ απαντήσω σε τόσα emails που αποφάσισα να πάω κάπου έξω, μη με πάρει από κάτω Κυριακάτικα. Παράγγειλα, λοιπόν, τον καφέ μου και περίμενα ν’ ανοίξει το λάπτοπ μου. Αδιάκριτα (όπως πάντα) γύρισα να δω ποιος κάθεται στο δίπλα τραπεζάκι.

Ήταν ένα ζευγάρι, όχι πάνω από τριάντα -ίσως και μικρότεροι. Κάθονταν αδιάφορα ο ένας απέναντι στον άλλο. Η κοπέλα ξανθιά, με απαλό βάψιμο και προσεγμένο ντύσιμο, ο άντρας φρεσκοξυρισμένος, με άγρια χαρακτηριστικά. Δε με ενόχλησε τόσο που δε μιλούσαν, αλλά το ότι ένιωθαν άβολα και κάπως παράξενα μαζί. Οικεία ίσως, αλλά βολικά όχι. Η κοπέλα κοίταζε συχνά-πυκνά τον κόσμο που πηγαινοερχόταν κι εκείνος φαινόταν απορροφημένος στο κινητό του την περισσότερη ώρα.

Πόσο το μισώ αυτό το θέαμα. Κάνει εμένα να νιώθω άβολα, πόσο μάλλον τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Αυτά τα ζευγάρια που μετά από χρόνια δεν έχουν κάτι να συζητήσουν, τα ζευγάρια που βαριούνται να βγαίνουν μαζί, που το κάνουν από συνήθεια ή –ακόμη χειρότερα– από υποχρέωση. Μη βιαστείς να σκεφτείς πως έτσι είναι οι σχέσεις, πως κάποτε ο έρωτας σβήνει κι αυτή είναι η φυσιολογική συνέχειά τους.

Όχι, οι σχέσεις δεν είναι καθόλου έτσι. Οι σχέσεις εξελίσσονται, μεταλλάσσονται, μεγαλώνουν, ωριμάζουν. Οι υγιείς σχέσεις γίνονται με τον καιρό κάτι σαν το καλό κρασί, οι άνθρωποι μαθαίνουν, αγαπούν, δημιουργούν μαζί, όχι ο καθένας μόνος του. Δε σβήνει ο έρωτας. Αλλάζει ίσως μορφή, γίνεται αγάπη, γίνεται κάτι πιο όμορφο, κάτι πιο μόνιμο, στεριώνει, γίνεται λιμάνι. Αλλά το πάθος δε χάνεται, δεν μπορεί να χαθεί αν έχει υπάρξει.

Κι αν χάθηκε, τότε μάλλον δεν ήταν ποτέ έρωτας, μάλλον ήταν ένα βεγγαλικό που έσβησε. Και σίγουρα, δεν καταλήγουν έτσι όλα τα ζευγάρια. Αυτό είναι κατάντια, δεν είναι κατάληξη. Τα ζευγάρια που στα 30 τους, ή στα 35, ή στα 40, ή σε οποιαδήποτε ηλικία καταντούν να βρίσκονται αντικριστά σε ένα καφέ, σε ένα μπαρ, σε ένα εστιατόριο χωρίς να ‘χουν λέξη να πουν πρέπει να χωρίζουν. Έτσι απλά κι έτσι δύσκολα.

Η συζήτηση μεταξύ δύο ανθρώπων –πόσο μάλλον δυο ανθρώπων που αποφάσισαν να είναι μαζί– είναι ο τρόπος να επικοινωνούν, η επιθυμία να ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλον. Είναι, λοιπόν, αδιανόητο να μην υπάρχει συζήτηση σε μια σχέση. Μάλλον δε θα΄ταν πάντα έτσι, ίσως κάποτε να μιλούσαν πολύ, ίσως να το βάφτισαν αμηχανία της αρχής και να περίμεναν περισσότερα απ’ την πορεία τους∙ πολλά τα σενάρια, ένα το αποτέλεσμα.

Ίσως τα ενδιαφέροντα άλλαξαν, ίσως οι ίδιοι οι άνθρωποι άλλαξαν, ίσως απομακρύνθηκαν, ίσως μεγάλωσαν ξεχωριστά, ίσως δεν ταιριάζουν πια. Όμως ό,τι και να συμβαίνει, έχει τον ίδιο παρονομαστή. Έπαψε να είναι μια υγιής σχέση αυτή, δεν είναι όμορφη, δεν προσφέρει ό,τι όφειλε να προσφέρει. Ίσως είναι τελειωμένη από καιρό, ίσως μόλις τελείωσε. Κι όσο πιο γρήγορα το καταλάβουν οι εμπλεκόμενοι, τόσο το καλύτερο για εκείνους.

Το να αναλωνόμαστε και να επιμένουμε να δίνουμε το παρόν σε τελειωμένες σχέσεις είναι προσβολή πρώτα απ’ όλα στον ίδιο μας τον εαυτό. Όλοι μας κάποτε βαλτώσαμε, ξεμείναμε, ξεχάσαμε πώς είναι να (μας) αγαπάμε, δοθήκαμε στην ασφάλεια που προσφέρει μια σχέση και ξεχάσαμε το πιο σημαντικό: τον έρωτα!

Άνοιξα, λοιπόν, το λάπτοπ μου και κόλλησα στην οθόνη μου. Θα προτιμούσα να πνίγομαι στη δουλειά εκείνη την Κυριακή παρά να κάθομαι αμίλητη δίπλα σε έναν έρωτα-φάντασμα.

 

Συντάκτης: Ναταλία Κωνσταντινίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη