Σαββατόβραδο; Κυριακή; Καθημερινή; Στα νιάτα μας, Σαββατόβραδο και παραμονή στο σπίτι ήταν κάτι το ανεπίτρεπτο. Μεγαλώνοντας, αξία αρχίζουν να λαμβάνουν οι Κυριακές, εκεί λίγο πριν την κατάθλιψη της Δευτέρας να λάμψει στο προσκήνιο, βγαίνεις μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, έτσι, για να μας πάει καλά η εβδομάδα. Πλέον, όντας πιο επιλεκτικοί στις εξόδους και στον τρόπο διασκέδασης, οι καθημερινές έχουν ανέβει στα στάνταρ μας και βρίσκουν εμάς με νέο συνολάκι τα μεσάνυχτα να διασχίζουμε τους δρόμους της πόλης.
Όλα έτοιμα, όλα κανονισμένα και το πρώτο κλαμπάκι ξεπροβάλλει μπροστά μας. Ακούμε τη μουσική από μακριά και τσουπ ο γόβες ανεβαίνουν ήδη τα πρώτα σκαλιά του μαγαζιού. Πλησιάζουμε στο μπαρ, κοντά στο πλάσμα που προσπαθεί να κάνει κονέ το φιλαράκι μας, παραγγέλνουμε μία βότκα σκέτη, γιατί είμαστε και γερά ποτήρια, και πιάνουμε την προεδρική θέση στο σκαμπό. Αν έχει φυσικά. Γιατί, αν δεν έχει, κουράγιο στην παρέα να αντέξει την γκρίνια όταν τα πόδια σου δε θα σε κρατάνε.
Βγαίνεις για να χορέψεις ή για να κάθεσαι με το ποτό στο χέρι; Άραγε πόσοι από εμάς ταυτιστήκαμε με την παραπάνω εικόνα; Σίγουρα κάποια στιγμή, εκεί που είχαμε τις μαύρες μας και δε θέλαμε να βγούμε απ’ το σπίτι, εκεί που ήμασταν σερί από δουλειά και σχολή, δεν είχαμε κουράγιο ούτε το ποτό μας να πιούμε. Αλλά αυτή πρέπει να είναι η εξαίρεση, που στις μέρες μας, δυστυχώς, έχει γίνει ο κανόνας.
Μπαίνεις στο κλαμπ και βλέπεις άτομα ξενερωμένα, να κοιτάνε δεξιά κι αριστερά προσπαθώντας να μπανίσουν κάνα γκομενάκι, κρατώντας το ποτήρι με τον πάγο και κουνώντας άρρυθμα το κεφάλι, ίσα-ίσα για να μην πάθουν κανένα αυχενικό απ’ την ακινησία. Παρέες να κοιτούν τα κινητά τους, να βγάζουν σέλφι και να μιλούν μεταξύ τους μόνο και μόνο για να συμφωνήσουν τι θα γράψουν στο τσεκ ιν.
Διασκεδάζουμε πραγματικά έτσι; Μα αν βγαίνουμε για να συζητήσουμε και τελικά καταλήγουμε να μετράμε τις γόπες στο τασάκι, να ενοχλούμαστε κιόλας που τα μαλλιά της κοπέλας από δίπλα έπεσαν στο πρόσωπό μας επειδή τόλμησε να κουνηθεί και να χορέψει, τότε μήπως καλύτερα να μέναμε σπίτι; Μαζεύεις την παρέα, ανοίγεις ποτά, παραγγέλνεις πίτσες και μιλάτε ως άνθρωποι. Ούτε ετοιμασίες, ούτε στρίμωγμα, ούτε ξενέρωμα όταν ο dj δε σου κάνει τη χάρη να ακολουθήσει τις μουσικές σου προτιμήσεις. Κρίμα δεν είναι να φας δύο ώρες στον καθρέφτη για να καταλήξεις να κοιτάς τους φίλους σου να το κουνούν κι εσύ σαν το φτωχό συγγενή δίπλα να κατεβάζεις τα σφηνάκια το ένα μετά το άλλο;
Υπάρχουν όμως κι αυτοί, για να μην τους αδικούμε, που όταν ρίχνουν στο τραπέζι την πρόταση «θα βγούμε για χορό απόψε;» είσαι σίγουρος ότι το εννοούν. Θα φορέσουν το πιο άνετο παπούτσι, αν και στην τελική θα πετάξουν κι αυτό που τους χτυπάει και τους βγάζει απ’ το ρυθμό. Η συνέχεια της βραδιάς θα τους βρει να ξετρυπώνουν κάθε φιγούρα του Μάικλ Τζάκσον, παρασέρνοντας στο χορό και τον πιο μουρτζούφλη της παρέας. Δε θα ανησυχήσουν για το ότι αύριο δεν θα μπορούν να κάνουν ούτε βήμα ή ότι θα κουτουλάνε στη δουλειά, αρκεί που το ζουν εκείνη τη στιγμή.
Και εκεί, σε αυτή τη στιγμή, με τα χιλιάδες παγωμένα βλέμματα να κοιτούν αδιάφορα και να ασφυκτιούν απ’ τον καπνό, με το ποτό να ρέει και τον κόσμο να πηγαινοέρχεται, με εσένα να χορεύεις σαν να μην υπάρχει αύριο, εκεί είναι που η πραγματική διασκέδαση παίρνει σάρκα κι οστά. Ειδικά αν σιγοντάρει κι η παρέα, αν είστε από αυτούς που έχουν χορογραφήσει κάθε τραγούδι και πετάγονται στο άκουσμα της πρώτης νότας, τότε σίγουρα οι βραδιές σας αφήνουν παρακαταθήκη.
Εσύ διαλέγεις πού θες να σε βρίσκουν τα βράδια σου και πώς θα ανεβαίνεις τις σκάλες του σπιτιού σου στην επιστροφή. Ρούχα ατσαλάκωτα, χωρίς ίχνος ιδρώτα, πέντε ποτήρια αλκοόλ στο αίμα και με βλέμμα που μετρά τις ώρες για το κρεβατάκι σου ή ιδρωμένα ρούχα, αλκοόλ με ποτήρια νερού να εναλλάσσονται και πρησμένα πόδια απ’ το χορό;
Να βγαίνεις για το είναι κι όχι για το φαίνεσθαι. Και στην τελική η διασκέδαση δεν εξαρτάται απ’ το πόσο ακριβά ρούχα θα φορέσεις για να βγεις ή πόσα ποτά θα κατεβάσεις. Μονάδα μέτρησής της είναι ο χορός. Γιατί κι η ζωή χορεύει. Εσύ θα μείνεις ακόμα εκτός ρυθμού;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη