Κάποιος κάποτε μου είπε πως το να ‘σαι δημοσιογράφος σημαίνει πως κάνεις το πιο απαιτητικό επάγγελμα στον κόσμο και λίγα χρόνια αργότερα συμφώνησα μαζί του, καθώς άρχισε να γίνεται σιγά-σιγά κι η δική μου καθημερινότητα.
Η δημοσιογραφία είναι μία δουλειά (για κάποιους λειτούργημα) που αν δεν την αγαπάς πραγματικά δεν μπορείς να την κάνεις· καθώς ένα απ’ τα συστατικά που χρειάζεται κανείς για ν’ αντεπεξέλθει σ’ αυτόν τον κλάδο είναι να ‘χει πρώτα απ’ όλα γερό στομάχι.
Δεν είναι μια δουλειά που σε βρίσκει πίσω από ένα γραφείο να πληκτρολογείς και να ψάχνεις θέματα μέχρι να σχολάσεις. Είναι μια δουλειά που δεν έχει σταθερό χώρο εργασίας, ούτε κι ωράριο. Όσο πιο δυνατό είναι το μικρόβιο μέσα σου γι’ αυτό το επάγγελμα, τόσο περισσότερο χρόνο και χώρο απ’ τη ζωή σου θα καταλαμβάνει, μα εσένα δε θα σε νοιάζει.
Ο δημοσιογράφος ξυπνάει πολύ νωρίς και κοιμάται αργά· τα ωράριά του απαιτητικά και δύσκολα κι είναι αρκετές οι φορές που μένει ξάγρυπνος ίσως και μέρες καθώς η επικαιρότητα ανανεώνεται με ρυθμούς αστραπής και πρέπει συνεχώς να βρίσκεται σε εγρήγορση και διαρκώς πάνω από ένα τηλέφωνο.
Ο δημοσιογράφος που σέβεται τη δεοντολογία του και τους ηθικούς κώδικές της δεν έχει καμία σχέση με τις καρικατούρες που συναντάμε όλο και πιο συχνά τελευταία στα ΜΜΕ, εκείνους που αγνοούν έννοιες όπως αντικειμενικότητα, σεβασμός στην πολυφωνία, δημοκρατική συνείδηση, ειλικρίνεια κι αίσθηση της κοινωνικής ευθύνης. Ο δημοσιογράφος δεν έχει καμία σχέση με όλους αυτούς που αυτοχρίζονται ως τέτοιοι, αφού ειδικά στη χώρα μας καθημερινά επιβεβαιώνουμε το «είσαι ό,τι δηλώνεις».
Ο κλάδος αυτός απαιτεί όλη την αλήθεια σου, άρα και πολύ απ’ το χρόνο σου για να επιβεβαιώνεις κάθε είδηση, για να ‘σαι απόλυτα σίγουρος για όσα λες και γράφεις, για να στέκεσαι στα γεγονότα κι όχι σε προσωπικούς υποκειμενικούς σχολιασμούς. Έτσι, ο ελεύθερος χρόνος ενός δημοσιογράφου είναι συχνά περιορισμένος και το πρόγραμμά του πιεσμένο.
Η οικονομική κρίση προφανώς κι επηρέασε κι αυτόν τον κλάδο. Πέρα απ’ τις ελάχιστες θέσεις εργασίας και τους αντικειμενικά χαμηλούς μισθούς, άλλαξε και το όλο κοινωνικό κλίμα. Οι δυσκολίες προκαλούν απογοήτευση κι εκνευρισμό κι ο εκνευρισμός μεγαλύτερες απαιτήσεις. Ο κόσμος πιέζεται ήδη πολύ στην καθημερινότητά του, ξεσπά και διαιρείται σε στρατόπεδα, ψάχνοντας πού να ρίξει τις ευθύνες. Παρά το τεταμένο κλίμα και τις εντάσεις, ένας δημοσιογράφος οφείλει να μένει ανεπηρέαστος από προσωπικά συμφέροντα κι ιδεολογικές προτιμήσεις, να μεταφέρει την είδηση, χωρίς να τοποθετείται και χωρίς φυσικά να κατευθύνει τη σκέψη του τηλεθατή/ακροταή/αναγνώστη.
Για να επιβιώσει και να αποκτήσει εμπειρία θα κάνει εκπτώσεις στα όνειρά του. Θα ασχοληθεί με γκόσιπ ρεπορτάζ κι όποια άλλη θέση του προσφερθεί κι ας ονειρευόταν πολιτικές συνεντεύξεις ή να γίνει πολεμικός ανταποκριτής. Δύσκολα εμπιστεύονται ένα νέο δημοσιογράφο για την κάλυψη μιας σημαντικής είδησης, πόσο μάλλον συνέντευξης. Θα περιμένει και θα επιμένει όμως.
Παλεύει συχνά με τον εαυτό του καθώς όσα κι αν εντοπίζει η αντίληψή του, εκείνος θα πρέπει να σταθεί σε όσα διασταυρωμένα γνωρίζει, χωρίς να επηρεάζει την κοινή γνώμη ή να χρωματίζει κατά πώς προτιμά μια είδηση. Ο σωστός δημοσιογράφος είναι συνώνυμο της αντικειμενικότητας. Δεν παρουσιάζει ψευδή στοιχεία για λόγους εντυπωσιασμού ούτε φυσικά κάνει προπαγάνδα, εκμεταλλευόμενος τη δύναμή του.
Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, μεγάλο βήμα έχει πάρει η ηλεκτρονική μορφή ειδήσεων και τα διάφορα (άλλα αμιγώς άλλα εν μέρει) ειδησεογραφικά site. Ακόμα πιο απαιτητικά, ακόμα πιο δύσκολο να παραμείνουν εντός δημοσιογραφικής δεοντολογίας, ανεπηρέαστοι από εμπορικά κίνητρα, ακόμα πιο πιεστικά ωράρια, καθώς η δουλειά στο ίντερνετ δε σταματά ποτέ και διαρκώς χρειάζεται να βρίσκονται σε εγρήγορση για οτιδήποτε μπορεί να προκύψει.
Κι όταν τα φώτα στο πλατό σβήσουν, τα ρεπορτάζ στους δρόμους τελειώσουν κι οι οθόνες μαυρίσουν, εκείνος θα ‘χει τη συνείδησή του καθαρή αν κατάφερε να μεταφέρει με σεβασμό κι υπευθυνότητα μια είδηση.
Ένας δημοσιογράφος, που ασκεί σωστά το επάγγελμά του και τιμά την ιδιότητά του, μπορεί μόνο περήφανος να ‘ναι για τον εαυτό του.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη