Απληστία· ένα απ’ τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Ένα απ’ τα διαχρονικότερα γνωρίσματα του ανθρώπινου είδους. Πάντα, όσα κι αν έχεις στη διάθεσή σου, δεν αισθάνεσαι ικανοποιημένος· ζητάς το κάτι παραπάνω. Δεν είσαι μόνο εσύ έτσι. Είναι κατασκευαστικό προνόμιο των ανθρώπων, να μην αρκούμαστε σ’ αυτά που διαθέτουμε. Θέλουμε συνεχώς περισσότερα· προσπαθούμε συνεχώς να κατακτήσουμε νέες και πιο απαιτητικές, πιο δυσκολοκατάβλητες κορυφές.
Μάλιστα, δεν αποτελεί ένα εφήμερο χαρακτηριστικό του είδους μας. Πρόκειται για κάτι που μας συνοδεύει απ’ την απαρχή μας. Όσοι αιώνες κι αν έχουν παρέλθει, όσο κι αν έχουν διαφοροποιηθεί συγκεκριμένα χαρακτηριστικά μας, όσο κι αν μεταβάλλονται ανά εποχή οι συνήθειες και τα ζητούμενα των ανθρώπων, αν κάτι μένει σταθερό, είναι αυτό. Η συνεχής προσπάθεια για το κάτι παραπάνω κι η μη ικανοποίηση μ’ αυτά που ‘χουμε τη δεδομένη στιγμή.
Σκέψου τον εαυτό σου, τη στιγμή που πετυχαίνεις ένα στόχο. Αρχικά, πλέεις σε πελάγη ευτυχίας· νιώθεις το αίσθημα της ικανοποίησης και της περηφάνιας γι’ αυτό που κατάφερες. Ένα συναισθηματικό στάδιο, όμως, με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα κι ημερομηνία λήξης. Μόλις παρέλθει, λοιπόν, η ευφορία απ’ την επίτευξη του στόχου σου, ποιο είναι το πρώτο πράγμα που κάνεις; Ξεκινάς να σκέφτεσαι και να σχεδιάζεις το επόμενο βήμα. Αφού αυτό που διακαώς επιθυμούσες πραγματοποιήθηκε, μετά από λίγο δε σ’ ευχαριστεί κι αρχίζεις τον προγραμματισμό για το κάτι επιπλέον.
Θ’ αναρωτιέσαι τώρα, γιατί ν’ αποτελεί ελάττωμα η επίμονη προσπάθεια για βελτίωση και για την απόκτηση του καλύτερου δυνατού; Σαφώς και δεν είναι· τουλάχιστον μέχρι ενός σημείου. Αντιθέτως, αποτελεί έναν απ’ τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους το ανθρώπινο είδος έχει επιδείξει αυτή την αλματώδη εξέλιξη ανά τους αιώνες. Αν ο άνθρωπος παρέμενε βολεμένος μ’ όσα είχε στη διάθεσή του, θα συνεχίζαμε να μένουμε σε σπηλιές κι αυτές οι γραμμές δε θα γραφόντουσαν ποτέ.
Ωστόσο, έχεις σκεφτεί πως ίσως τα παραπάνω αποτελούν κι έναν απ’ τους κυριότερους λόγους της δυστυχίας μας; Μήπως, ως ένα βαθμό, το ‘χουμε παρακάνει; Μήπως, η απληστία μας έχει κυριεύσει κι είμαστε μόνιμα ανικανοποίητοι –εκτός από μερικές εκλάμψεις χαράς–, χωρίς να υφίσταται ουσιαστικός λόγος;
Αναλογίσου τι έχεις στη διάθεσή σου. Τώρα αναλογίσου πόσοι άνθρωποι δεν είναι εξίσου τυχεροί με σένα και διαθέτουν πολύ λιγότερα. Επομένως, συνειδητοποιείς πως δεν είσαι τόσο άτυχος όσο νομίζεις, ε; Ότι αδίκως πολλές φορές στεναχωριέσαι; Προσοχή, κανείς δε θα ισχυριστεί πως είναι αρνητικό να προσπαθείς διαρκώς για τη βελτίωσή σου. Τουναντίον· οφείλεις, στον εαυτό σου πρωτίστως, να μάχεσαι για την απόκτηση όσον αξίζεις και την εξέλιξή σου.
Τα όνειρα, οι στόχοι κι επιδιώξεις που θέτεις είναι το καύσιμο της ζωής. Αυτά που θρέφουν τη φλόγα που ‘χεις μέσα σου και σου δίνουν ώθηση. Οπότε, είναι αναπόσπαστο συστατικό της ύπαρξής σου. Δεν πρέπει, όμως, σε καμία των περιπτώσεων, να επιτρέψεις στις επιδιώξεις σου να σ’ αποπροσανατολίσουν. Να μη σ’ αφήνουν, δηλαδή, να δρέψεις τους καρπούς των επιτυχιών σου και να χαρείς τα κεκτημένα του παρόντος.
Ένας απ’ τους μεγαλύτερους Αμερικάνους συγγραφείς, ο Τσαρλς Μπουκόβσκι, θέλοντας να δραματοποιήσει, με τον ιδιαίτερο τρόπο που τον χαρακτήριζε, το συγκεκριμένο γνώρισμα του ανθρώπου, που πολλές φορές τον οδηγεί στην αγνωμοσύνη και στην απελπισία, είχε πει πως «Όσα λιγότερα χρειαζόμουν, τόσο καλύτερα ένιωθα». Το να θες περισσότερα δεν είναι κάτι κατακριτέο αλλά κάτι απολύτως φυσιολογικό κι υγιές, που βρίσκεται σ’ απόλυτη σύμπνοια με τη φύση μας, αυτό όμως δε σημαίνει πως τα χρειάζεσαι κιόλας.
Μην του επιτρέψεις, όμως, να σε κατατρώει, να μετριάζει τη χαρά απ’ όσα έχεις επιτύχει έως τώρα και να σε μετατρέπει σε αγνώμονα. Να εκτιμάς αυτά που ‘χεις, γιατί υπάρχουν πάρα πολλοί που δεν είναι εξίσου τυχεροί. Μέσα απ‘ τα κεκτημένα σου ν’ αντλείς τη δύναμη και την ώθηση που χρειάζεσαι, ώστε να ξεκινήσεις την προσπάθεια για τους στόχους του αύριο.
Όχι όντας ανικανοποίητος μ’ όσα έχεις κι απλόχερα σου παρέχονται, αλλά γνωρίζοντας πως αποτελούν μία πολύ καλή βάση, πάνω στην οποία μπορείς να οικοδομήσεις τις μελλοντικές σου επιθυμίες.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη