Κρίνονται, άραγε, οι χωρισμοί σε ποσοστά επιτυχίας; Λήγουν οι σχέσεις με καθώς πρέπει αποχαιρετισμούς, κάνουν επανεκκίνηση με άσκοπες δεύτερες ευκαιρίες; Μάταιες παρατάσεις, χωρίς περιθώρια αλλαγής αποτελέσματος. Αν μπεις στη διαδικασία να διεκδικήσεις μία ευκαιρία δεύτερη, φταις. Γιατί δεν εκμεταλλεύτηκες σωστά την πρώτη.
Δεν ξέρω πλέον ποια δύναμη κάνει τους ανθρώπους να δίνουν δεύτερες ευκαιρίες. Μας αρέσει η επανάληψη των λαθών και συνεπώς των παθών μας ή μήπως έτυχε να δούμε κάτι σε εκείνον τον άνθρωπο που μας έκανε να πιστέψουμε πως άξιζε μία νέα αρχή; Νέα αρχή, με τα απομεινάρια μιας πικρής παλιάς αλήθειας. Αυτής του παρελθόντος που ήδη έχει στιγματίσει αυτή τη σχέση.
Οι δεύτερες ευκαιρίες μοιάζουν περισσότερο με ψευδαισθήσεις των δειλών. Εκείνων που τρέμουν στην ιδέα να προχωρήσουν. Η ζωή δε σηκώνει αναβολές, παρατάσεις και δεύτερες ευκαιρίες. Ή εκμεταλλεύσου τις πρώτες ή άντε στο καλό.
Πέρα, λοιπόν, από ελάχιστες εξαιρέσεις, ο δεύτερος κύκλος ενός έργου που ήδη έχει παιχτεί και ρίξει τέλος, κάποτε (αργά ή γρήγορα) τελειώνει και ρίχνει το οριστικό φινάλε. Δύο τα τινά σ’ αυτή την περίπτωση: Ή επιλέγεις να χωρίσεις μετά τη δεύτερη ευκαιρία κι ενώ ο πρώτος χωρισμός δεν ήταν δική σου επιλογή ή επιλέγεις ξανά να βάλεις τέλος με τον ίδιο άνθρωπο για δεύτερη φορά κι ενώ η δεύτερη ευκαιρία ήταν συνειδητή επιλογή σου.
Όταν χωρίζεις κάποιον που πρώτα σε έδιωξε και μετά σου έδωσε το πράσινο φως της επανασύνδεσης, ο χωρισμός είναι ναι μεν δύσκολος (αφού απογοητεύτηκες για δεύτερη φορά), αλλά είναι ταυτόχρονα και κάπως ανακουφιστικός. Παίρνεις την εκδίκησή σου, αποκαθιστάς τον όποιο θιγμένο εγωισμό και ξεμπερδεύεις απ’ τις όποιες ενοχές κι αμφιβολίες της πρώτης φοράς, καθώς δεν ήταν μονάχα δική σου ευθύνη το τέλος κι είδες κι εσύ πως όντως το μεταξύ σας δεν τσουλάει. Βάζεις, λοιπόν, την τελεία με μια κάποια σχετική ηρεμία και σιγουριά κι ενώ η κάθε απόφαση για ένα χωρισμό είναι βασανιστική –σκεπτόμενοι τη δύναμη της συνήθειας κι ανησυχώντας πώς θα αντέξουμε το κενό στο διπλό μας κρεβάτι– δίνεις το φινάλε χωρίς υπερβολική φόρτιση.
Αν, όμως, κι ο πρώτος χωρισμός ήταν δική σου επιθυμία κι απόφαση; Μάλλον αυτομάτως η δεύτερη σερί ματαίωση των προσδοκιών σου γίνεται μια επίπονη διαδικασία. Δουλεύεις μέσα σου καιρό αυτή την απόφαση και ταλαντεύεσαι στο ζύγι για να μετρήσεις ποιοι είναι οι λόγοι να μείνεις και ποιοι να φύγεις. Κι ενώ η πρώτη σου απόφαση αναιρέθηκε, όταν επέστρεψες σε εκείνον τον άνθρωπο με τη σκέψη ότι προφανώς άξιζε αυτή την ευκαιρία, τα σημάδια κι οι συμπεριφορές οδηγούν ξανά στην έξοδό σου.
Φταίει το συναίσθημα που ξεθωριάζει, φταίει που οι συμπεριφορές επαναλαμβάνονται κι οι άνθρωποι δεν αλλάζουν, φταίει που ο έρωτας σβήνει καμιά φορά χωρίς να αναγνωρίζεις το γιατί, φταίει που κι η αγάπη κάποτε δεν είναι αρκετή να μας κρατήσει στην ασφάλεια μίας σχέσης. Γιατί χωρίς αυτήν, χωρίς τη βεβαιότητα της προοπτικής, σπάνια μένουμε.
Ίσως φταίει που φόρτωνες τον εαυτό σου με ουτοπικές ελπίδες για συναισθήματα που ανασταίνονται κι ύστερα ανακαλύπτεις πως αυτά έχουν φύγει ανεπιστρεπτί. Συναισθηματικά συγχυσμένοι, λοιπόν, απογοητευμένοι και θυμωμένοι κυρίως με μας, παίρνουμε ξανά την απόφαση που δεν είχαμε την τόλμη να υποστηρίξουμε λίγο καιρό πριν.
Τα τέλη είναι πάντα επίπονα, αλλά το να χωρίζεις τον ίδιο άνθρωπο δεύτερη φορά είναι απ’ τις πιο δύσκολες αποφάσεις που μπορείς να πάρεις, γιατί το φταίξιμο είναι μοιρασμένο κι ένα κομμάτι ευθύνης (ίσως το μεγαλύτερο) σου αναλογεί. Ίσως η άλλη πλευρά σε κρίνει αχάριστο ή άκαρδο, ειδικά αν έκανε κάποια προσπάθεια, που όμως δεν ήταν αρκετή για να σε κρατήσει εκεί. Ό,τι κι αν ακούσεις, εσύ να προστατεύσεις αυτόν που έχεις περισσότερη ανάγκη απ’ όλους: τον εαυτό σου.
Παίρνεις, λοιπόν, ξανά την απόφαση, μαζί και τις συνέπειές της και την ευθύνη. Δεκτή κι η όποια κριτική τρίτων πως, τάχα, δεν ξέρεις τι θες. Τι ξέρουν εκείνοι για τα συναισθήματά σου; Πώς να καταλάβουν πόσο δύσκολο σου είναι και πόσο ήθελες, όντως, να πετύχει.
Πάντα ο δεύτερος χωρισμός με τον ίδιο άνθρωπο θα πονάει διπλά, ειδικά όταν επιλέγεις ο ίδιος και τον πρώτο. Διώχνεις για δεύτερη φορά έναν άνθρωπο που κάποτε ερωτεύτηκες και που πίστεψες σε ένα παραλίγο μέλλον μαζί του, που σε διέψευσε και που του έδωσες ξανά την ευκαιρία να σου αποδείξει πως θα μπορούσε να πετύχει, για να αποτύχει πάλι.
Ναι, κι αυτός που φεύγει πονάει. Γιατί δεν ξέρεις πόσα άντεξε μέχρι να συνειδητοποιήσει πως δεν έχει μείνει τίποτα άλλο.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη