Η θεωρία του πληγωμένου παιδιού απ’ τον John Bradshaw αναφέρεται στο γεγονός ότι ως παιδιά δεν καταφέραμε ποτέ να επουλώσουμε τα τραύματα κι έτσι αυτά γίνονται αφορμές που μας επηρεάζουν στις σχέσεις που δημιουργούμε ως ενήλικες. Για την ακρίβεια, ο Bradshaw πιστεύει πως αυτό το πληγωμένο παιδί «είναι η μεγαλύτερη πηγή της ανθρώπινης δυστυχίας». Υποστηρίζει ότι αν δεν προσπαθήσουμε να διαχειριστούμε πιο ουσιαστικά και να αποδεχτούμε το πληγωμένο παιδί μέσα μας, τότε αυτό θα συνεχίσει να κάνει τη ζωή μας πιο τοξική κι αναπόφευκτα και τις σχέσεις μας αδιέξοδες.

Οτιδήποτε δεν εξωτερικεύσαμε ως παιδιά ή οποιαδήποτε επιθυμία μας δεν ικανοποιήθηκε όταν κι όπως τη θέλαμε τότε, στέκεται αφορμή για να αντιδρούμε περίεργα στην ενήλικη ζωή μας. Φερόμαστε σαν κακομαθημένα μικρά παιδιά, δηλαδή, υπερβολικά, εγωκεντρικά, με θυμό εκεί που δε θα έπρεπε να υπάρχει, επειδή πολύ απλά δε μας δίνουν αυτό που θέλουμε.

Όταν, για παράδειγμα, ο σύντροφός μας δε στέλνει καθημερινά μήνυμα για καλημέρα και καληνύχτα, θυμώνουμε πολύ και κάνουμε παράπονα, επειδή δεν έγινε αυτό που εμείς επιθυμούσαμε. Αντιδρούμε με φωνές κι υστερίες επειδή δε στέλνεται ένα μήνυμα όποτε εμείς το ζητάμε. Αυτό συμβαίνει επειδή το πληγωμένο παιδί μέσα μας αισθάνεται πως βιώνει μια μίνι απόρριψη. Εκείνο το αποθαρρυμένο πιτσιρίκι, εγκλωβισμένο στις σκέψεις μας, μάς φωνάζει ότι ίσως ο σύντροφός μας να μη μας νοιάζεται όσο δεν επικοινωνεί καθημερινώς κι αδιαλείπτως μαζί μας.

Ως γεγονός παραπέμπει σε μια πιθανή απόρριψη που βιώσαμε στο σχολείο ή στο οικογενειακό μας περιβάλλον και που τότε δεν μπήκαμε στη διαδικασία να συνειδητοποιήσουμε για ποιο λόγο συνέβη και ποια ήταν η πηγή του προβλήματος. Μας ενοχλεί όταν νιώθουμε μια έλλειψη προσοχής και φροντίδας. Πάλι, όμως, αντί να κάνουμε μία ενδοσκόπηση και να δούμε γιατί μας ενοχλούν αυτά, ρίχνουμε ευθύνες στο σύντροφό μας, αποκαλώντας τον αδιάφορο και καθόλου δοτικό. Ενώ στην ουσία το πρόβλημα το έχουμε οι ίδιοι με τον εαυτό μας. Δεν έχουμε προσπαθήσει να ενισχύσουμε το εγώ μας και να αντιμετωπίσουμε τις ανασφάλειές μας.

Είναι πιο βολικό να επιρρίψουμε το φταίξιμο αλλού απ’ το να καθίσουμε και να παρατηρήσουμε τις δικές μας αντιδράσεις. Είναι περίπλοκο κι οδυνηρό κάποιες φορές το να εμβαθύνουμε στον εαυτό μας. Είναι επικίνδυνο καθώς συνειδητοποιούμε πτυχές μας που δε θέλαμε να πιστέψουμε ότι έχουμε κι έτσι, καταλήγουμε να μη μας αρέσει αυτό που τελικά είμαστε. Για να μη φτάσουμε εκεί, αποφεύγουμε αυτού του είδους τις αναλύσεις με τον εαυτό μας και τις αναβάλλουμε για κάποια άλλη φορά.

Σε μία διαφορετική κατάσταση, μπαίνουν στο προσκήνιο κι οι φίλοι που ερεθίζουν το πληγωμένο και παραμελημένο μας παιδί και που φυσικά θεωρούμε πως έχουν τεράστια ευθύνη λόγω του πόνου που μας προκάλεσαν. Ο φίλος που αρνήθηκε να βγει μαζί μας στο μπαράκι που θέλαμε, επειδή ήταν κουρασμένος ή επειδή δεν του άρεσε τον συγκεκριμένο μέρος, γίνεται στο θιγμένο παιδικό νου μας ο φίλος που δε μας σκέφτεται καθόλου και που πιθανό να μην είναι τόσο αληθινός απέναντί μας, επειδή μας αρνήθηκε. Δεν ήταν απίκο για εμάς κι αυτό φυσικά μας ενοχλεί.

Βάζουμε το φίλο στη θέση του γονιού που αρνήθηκε να μας πάει βόλτα στο λούνα παρκ, επειδή κάποια σκανταλιά είχαμε κάνει. Ο φίλος που μας λέει «όχι» μετατρέπεται στα μάτια μας στο σκληρό κηδεμόνα που κάποτε μας είπε «όχι» στο παγωτό που θέλαμε και που φυσικά ως παιδιά αυτή η άρνηση μας έκανε να κλάψουμε και να πιστέψουμε πως οι γονείς μας δε μας αγαπούν.

Έχοντας αφήσει αυτό τον πόνο ανεκδήλωτο, ορίζουμε και το φίλο σαν έναν εγωιστή άνθρωπο που δεν ενδιαφέρεται για να τα συναισθήματά μας, αφού δεν κάνει το χατίρι στο κακομαθημένο παιδί που κρύβουμε μέσα μας. Δεν τείνουμε να καταλάβουμε την κούραση ή τη διάθεση του φίλου. Δε σεβόμαστε ότι εκείνος έχει τους λόγους του που δεν μπορεί να βγει. Για άλλη μια φορά δεν μπαίνουμε στη διαδικασία να αναρωτηθούμε γιατί επιμένουμε και για ποιο πραγματικό λόγο τσατιζόμαστε τόσο με τον φίλο μας.

Για να καταφέρουμε να ικανοποιήσουμε το πληγωμένο και παραμελημένο παιδί μέσα μας, χρειάζεται να διαβάσουμε πολύ, να δουλέψουμε με τον εαυτό μας, να συμβουλευτούμε κάποιον ειδικό και να μάθουμε να εκφράζουμε τη θλίψη ή την απογοήτευση που νιώσαμε από προηγούμενες σχέσεις με τρόπο που να προσδίδει κατανόηση κι αποδοχή και που δεν προκαλεί περαιτέρω συγκρούσεις, χρησιμοποιώντας άλλους ως εξιλαστήρια θύματα για όσους μας πόνεσαν κι εμείς δεν αντιδράσαμε.

Αν θέλουμε να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας, οφείλουμε να αποδεχτούμε τον εαυτό μας και να βάλουμε στόχο ζωής να τον εξελίξουμε, αναλογιζόμενοι όχι μόνο τη δική μας θέση αλλά και το πώς βιώνουν μια κατάσταση όσοι αγαπάμε. Έτσι, θα αποδεσμευτούμε βήμα-βήμα απ’ το πληγωμένο παιδί και θα μετατραπούμε σε συνειδητοποιημένους ενήλικες που θέλουν να ζουν ευτυχείς, δυνατοί κι όχι μολυσμένοι με τοξικές συμπεριφορές.

 

Βιβλιογραφία: Χόρχε Μπουκάι «Να βλέπεις στον έρωτα με τα μάτια ανοιχτά» (σελ. 63-65)

Συντάκτης: Ευτυχία Συντυχάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη