Ούτε ένα ούτε δύο. Εκατοντάδες –για να μην πω χιλιάδες και φανώ υπερβολική– είναι τα κείμενα που έχουν γραφτεί για τη φιλία και τη σπουδαιότητά της. Το πόσο θετικά αντανακλά στην ψυχολογία μας η αλληλεπίδραση με ανθρώπους που έχουμε επιλέξει να μας περιτριγυρίζουν και να μοιράζονται κομμάτια της καθημερινότητας και της τρέλας τους με την αφεντιά μας.
Στα δύσκολα, στα εύκολα, στα απλά και στα γκομενικά που τα κάνουμε σαλάτα, βρίσκονται εκεί να μας στηρίξουν ή να μας μουτζώσουν για τις επιλογές μας. Κάθε παρέα που σέβεται τον εαυτό της, οφείλει να απαρτίζεται από διαφορετικές προσωπικότητες. Μια από αυτές τις πολύ ξεχωριστές και λατρεμένες κατηγορίες φίλων είναι κι εκείνοι που δεν μπορούν (και βασικά δε θέλουν) να κάνουν τίποτα μόνοι τους. Απ’ την πληρωμή των λογαριασμών σε κάποια τράπεζα μέχρι το μανάβικο της γειτονιάς αρνούνται με κάθε τρόπο κι αιτία να πάνε μόνοι τους. «Γιατί έχεις φίλους αν είναι να σε τρώει η μοναξιά;» θα πουν κι έχουν, εδώ που τα λέμε, τα δίκια τους.
Κοιμόμαστε του καλού καιρού κι ακούμε πρωί-πρωί το τηλέφωνο να χτυπά από εκείνον το φίλο που θέλει να μας πάρει μαζί του για να οργώσουμε την αγορά της πόλης. Κι εκεί που εμείς λέμε πως αυτό το μήνα θα κάνουμε οικονομία, μάντεψε! Λογαριάζουμε χωρίς τον ξενοδόχο (στην προκειμένη φάση τον παριστάνει ωραιότατα ο φίλος μας). Μάλιστα για να μας δελεάσει μας τάζει ένα λουκούλλειο γεύμα στο αγαπημένο μας σουβλατζίδικο. Και κάπως έτσι, βρισκόμαστε με πέντε σακούλες ψώνια και πασαλειμμένοι με σος στα ακροδάχτυλα.
Ωστόσο και στις κοινές εξόδους, ενώ όλοι αποφασίζουμε να βρεθούμε έξω απ’ το μαγαζί, το συγκεκριμένο φιλαράκι θα σκαρφιστεί τρόπο και λόγο για να καταφτάσει παρέα με κάποιον άλλον. Ίσως υπάρχει κάποια ανασφάλεια. Ίσως πάλι απλά να θέλει παρέα για τη διαδρομή, γιατί είναι λαλίστατος και πρέπει να ξεσπάει κάπου αυτήν του την ενέργεια κι ένταση. Συν ότι μόνος θα βαριόταν και παίζει να μην ερχόταν και ποτέ.
Το χειρότερό μας, δε, είναι να μας προτείνει να πάμε μαζί του στις τράπεζες για πληρωμές ή γενικότερα σε διάφορες υπηρεσίες που η απόσταση στην ουρά ανταγωνίζεται σε μήκος εκείνη του Σινικού Τείχους. Φυσικά κι εκεί κάτι μας τάζει, από καφέ και pancakes ως την αγαπημένη μας ταινία στο τέλος της ταλαιπωρίας. Κι επειδή εμείς είμαστε συμπονετικά και κυρίως λιχούδικα πλάσματα, μας καταφέρνει πάντα. Μπορεί να σιχτιρίζουμε για τις ώρες που χάνουμε απ’ τη ζωή μας συμπάσχοντας στις αγγαρείες του αλλά είναι φίλος κι η παρέα μαζί του πάντα ενδιαφέρουσα. Επομένως, η συνταγή της επιτυχίας για επικές εμπειρίες κι άπειρη γκρίνια είναι εγγυημένη.
Γνωρίζουμε βαθιά μέσα μας πως ακόμα κι αν υψώσουμε ανάστημα, τολμήσουμε να χαλάσουμε χατίρι κι αρνηθούμε τη φυσική μας παρουσία σε αυτό που μας ζητάει, και πάλι δε θα τη γλυτώσουμε. Θα φροντίσει να μας πάρει τηλέφωνο και να μας μιλάει όση ώρα χρειαστεί να περιμένει κάπου ή περπατάει στο δρόμο. Όπως και να ‘χει, μας θέλει κοντά του -και θα μας έχει.
Απ’ τη μία κάποτε κουράζει λιγάκι όλο αυτό κι απ’ την άλλη τοποθετεί ένα χαμόγελο ικανοποίησης κι επιβεβαίωσης στο πρόσωπό μας. Ικανοποίηση που επιλέγει εμάς να έχει πλάι του σε ό,τι κι αν κάνει κι επιβεβαίωση της φιλίας μας. Όταν αποφασίζει τα θέματα της καθημερινότητάς του –απ’ τα πιο βαρετά ως τα πιο σοβαρά– να τα μοιράζεται μαζί μας, αντιλαμβανόμαστε ένα τσικ πιο καθαρά πως μόνο από βαρεμάρα δεν το κάνει.
Ναι, εντάξει. Ίσως κάποιες φορές να βαριέται και να μας τηλεφωνεί απλά και μόνο για να μιλήσει για άσχετα θέματα, να ευχαριστιέται να μας ταλαιπωρεί και να θέλει συνειδητά να μας πρήζει. Αλλά είναι κι ένα δείγμα πως μαζί μας περνάει καλά κι αισθάνεται ασφαλής. Ξέρει πως θα τον κάνουμε να γελάσει, να ξεχαστεί και νιώσει καλύτερα, όπου κι αν βρίσκεται, ό,τι κι αν κάνει.
Οι φιλίες κρίνονται στις λεπτομέρειες όσο μικρές ή μεγάλες κι αν είναι κι η αγάπη σφραγίζεται στις στιγμές που ίσως με άλλους να αποφεύγαμε αλλά μαζί τις απολαμβάνουμε! Εξάλλου, «τους φίλους τους διαλέγουμε, γι’ αυτό δεν τους παιδεύουμε», που λέει κι η Χαρούλα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη