«Όταν ο άνθρωπος σκέφτεται, ο Θεός γελάει κι όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός ξεκαρδίζεται στα γέλια» έγραψε ο Μανώλης Δουκίδης κάποτε κι έχει γίνει ένα απ’ τα πιο γνωστά γνωμικά. Πιάνω και τον εαυτό μου πολλές φορές να παραδέχεται πόσο δίκιο έχει. Πόσο ανώφελο είναι να υπεραναλύω γεγονότα και πόσο δυσκολότερο είναι να ελέγξω την έκβαση μιας κατάστασης, εφόσον περιλαμβάνει κι άλλους ανθρώπους.

Πόσο άδικο χρόνο σπαταλάμε νομίζοντας πως τα σχέδιά μας θα γίνουν ακριβώς με τον τρόπο που για μας θα ήταν ο ιδανικός και πόσες δυστυχισμένες στιγμές θα γλυτώναμε αν παίρναμε απόφαση πως όλα (ή σχεδόν όλα) είναι δράση κι αντίδραση. Αν δεν αναπτύσσαμε καμία προσδοκία, θα γλυτώναμε τις απογοητεύσεις. Αυτό κοντεύει να γίνει το απόλυτο μότο της δεκαετίας που διανύω ηλικιακά!

Σκέψεις και σχέδια. Δύο λέξεις που σε καθημερινή βάση, οι περισσότεροι από εμάς, τις ξεχειλώνουμε όσο δεν πάει. Είναι η προσπάθεια που καταβάλλουμε για να νομίζουμε πως έχουμε τη ζωή μας σε τάξη. Σκεφτείτε (μαζί κι εγώ) πόσες φορές δεν έχουμε καταστρώσει πλάνα, απ’ το πιο μικρό κι ασήμαντο μέχρι το πιο μεγάλο και θαρραλέο. Τώρα αναλογιστείτε πόσες φορές έχουμε πέσει έξω –και με μεγάλη επιτυχία μάλιστα– και πόσες μας έχουν πέσει τα σαγόνια στο πάτωμα, γιατί εμείς αλλιώς τα είχαμε σχεδιάσει. Εννοείται πως αυτό ισχύει και για τους άλλους προς εμάς. Σκεφτείτε πόσοι δεν έκαναν σχέδια για μας και πόσο έξω πέσανε καθότι καθόλου δεν το περιμένανε. Είναι ένας vice-versa φαύλος κύκλος -κι εννοώ την υπερβολή σε όλο της το μεγαλείο.

Κι ενώ υπάρχουνε στιγμές που παίρνουμε τα πάνω μας με κάποια υπόθεση που είχε την έκβαση και που θέλαμε και που περιμέναμε βάσει σχεδίων, συνήθως είμαστε κολλημένοι με την πλάτη στον τοίχο, καθώς τα περισσότερα απ’ τα οποία σκεφτόμαστε ή σχεδιάζουμε δεν έχουν το αποτέλεσμα που μας έδιναν οι λογισμοί μας. Και συνεχίζουμε να λέμε «εγώ σε τρία χρόνια θα έχω παντρευτεί», «σε δέκα χρόνια θα έχω τέσσερα παιδιά». Κι όταν το μέλλον γίνεται παρόν και δεν έχουμε εκπληρώσει τους στόχους μας, απογοητευόμαστε.

Αλίμονο, δεν υποστηρίζω να μη βάζουμε στόχους. Ακριβώς το αντίθετο θέλω να πω κι ας μη φαίνεται ακόμη. Ίσα-ίσα πιστεύω πως πάντα θα πρέπει να θέτουμε τέτοιους και να παλεύουμε γι’ αυτούς με όλες μας τις θεμιτές δυνάμεις. Αλλιώς απλώς θα υπάρχουμε και δε θα εξελισσόμαστε ως νοήμονα όντα. Είναι ωραίοι οι στόχοι κι ελπιδοφόροι. Μας κρατάνε σε εγρήγορση. Επιμένω, όμως, πως δε θα πρέπει να μας διακατέχει η επιθυμία να ελέγχουμε τα πάντα, ακόμη κι αν μέσα σ’ αυτά τα πάντα είναι οι δικές μας δράσεις κι αντιδράσεις.

Σαφώς κι αναφέρομαι περισσότερο στις διαπροσωπικές σχέσεις, γιατί εκεί πιστεύω χάνουμε οι περισσότεροι την μπάλα. Θα σας πω ένα παράδειγμα για να γίνω πιο κατανοητή, αν δεν το έχω καταφέρει ακόμη. Τη φράση «εγώ δε θα ερωτευτώ ξανά», ας πούμε. Πόσες φορές την έχουμε πει και πόσες φορές δεν την έχουμε ακούσει; Ας παραδεχτούμε τώρα ότι χαμογελάμε με κατανόηση, ειδικά όταν το πληγωμένο κολλητάρι μας που μόλις βγήκε από μια σχέση την ξεστομίζει.

Αυτός, λοιπόν, ο ερωτοχτυπημένος άνθρωπος –που είτε χώρισε από επιλογή είτε όχι– την ώρα που το λέει, το πιστεύει χίλια τοις εκατό. Μη σας πω και δυο χιλιάδες τοις εκατό. Και το βλέπουμε πως το πιστεύει. Και τον πιστεύουμε ότι το λέει και το εννοεί. Ξέρουμε, όμως, πως δεν είναι δυνατόν να γίνει. Ακόμη και για τους εαυτούς μας αμφιβάλλουμε. Πόσο μάλιστα όταν βλέπουμε να διαδραματίζεται μπροστά μας ένα έργο όπου έχουμε βρεθεί πρωταγωνιστές πάνω από μία φορά. Κι εννοείται πως θα ερωτευτεί ξανά και –πράγμα που απευχόμαστε– ενδεχομένως να ξαναπονέσει. Αλλά θέλει και θέλουμε να πιστεύουμε πως μπορούμε να το ελέγξουμε.

Σκεφτείτε τώρα κάποιον που θέλει να ελέγχει όλους τους άλλους. «Πού ήσουν;», «Γιατί άργησες;», «Όχι, δε θα κόψεις τα μαλλιά σου, εμένα μου αρέσουν μακριά», «Να ξυρίσεις τα μούσια, δεν είσαι όμορφος», «Πάλι τρως;!» και πολλά τέτοια χειραγωγικά κλισέ που όμως είναι διαχρονικά εις τον αιώνα των αιώνων. Και που όταν στα λένε θες να αρχίσεις να τρέχεις όσο πιο μακριά γίνεται. Γιατί αυτά που αναφέρω είναι τα light. Υπάρχουν και χειρότερα.

Λοιπόν, μας έχω νέα. Ό,τι συμπεριλαμβάνει άνθρωπο και συναίσθημα δεν ελέγχεται. Ναι, μπορεί να το φρενάρει η λογική, να το παγώσει προς στιγμήν ο εγωισμός, αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε, κάποια στιγμή θα γίνει η έκρηξη και μπαμ, όποιον πάρει ο χάρος. Γιατί το πολύ control κάνει κακό στην υγεία! Κι ας πιστεύουμε ακράδαντα το αντίθετο!

Εδώ ολόκληρος Αριστοτέλης, όπου ανήγαγε τη λογική σε επιστήμη έχει παραδεχτεί πως «Ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι. Θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς». Γιατί εμείς θέλουμε να πιστεύουμε πως αν είμαστε control freak τύποι έχουμε δίκιο;

Θα με ρωτήσετε: «Και γιατί, μανδάμ, να έχει ο Αριστοτέλης δίκιο κι όχι εμείς;». Ξέρω ‘γω; Μήπως γιατί το συναίσθημα έχει μυστήριο και δεν μπορούμε να προβλέψουμε το τέλος κι όλο αυτό είναι σαγηνευτικό; Μήπως γιατί μόνο με τη λογική θα ήμασταν απλώς κρυόκωλοι, απόμακροι και μόνοι επί της ουσίας, ασχέτως οικογενειακής και σχεσιακής κατάστασης; Μήπως αν σταματήσουμε να περιμένουμε το οτιδήποτε έχουμε περισσότερες πιθανότητες να το βρούμε μπροστά μας; Λέω εγώ τώρα!

 

Συντάκτης: Σοφία Σοφιανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη