Έχεις παρατηρήσει ποτέ κάποιους ανθρώπους που μένουν για ώρες κολλημένοι να κοιτούν τα αεροπλάνα; Εκείνα που έρχονται, εκείνα που φεύγουν, εκείνα που από κάπου γυρνάνε ή για κάπου ανοίγονται. Σκαλώνουν όταν περνούν από πάνω τους και τους ταράζουν με τη βοή τους, τα χάνουν όταν τυχαία πέσει το μάτι τους την ώρα που οδηγούν. Ή όταν μέσα στη νύχτα, εκεί που ψάχνουν για αστέρια που πέφτουν κι ανεκπλήρωτες ευχές, συναντούν ένα κόκκινο φωτάκι να αναβοσβήνει.
Αναρωτήθηκες ποτέ γιατί κάποιοι τα χάνουν στη θέα ενός αεροπλάνου; Ίσως γιατί ήταν πολλές οι φορές που θέλησαν να πάρουν ένα και να εξαφανιστούν από όλα κι όλους. Γιατί κάποτε ένα αεροπλάνο με προορισμό μια κάποια Αγγλία, μια κάποια Ιταλία ή μια κάποια Γερμανία έφυγε, μα είχε μέσα και κάποιον που αγαπούσαν πολύ.
Για ένα καλύτερο μέλλον, για ένα μεταπτυχιακό, για μια δουλειά που ήταν μεγάλη ευκαιρία, για έναν μεγαλύτερο μισθό ή μια πετυχημένη καριέρα. Για όλα αυτά κι άλλα τέτοια σημαντικά που γίνονται αιτίες να χωρίζουν κι όσοι δεν έπαψαν να αγαπιούνται.
Τι; Θα μου πεις κι εσύ γιατί δεν έκαναν σχέση από απόσταση; Και ποιος λέει πως είναι για όλους αυτή η δοκιμασία; Ποιος λέει πως αντέχουν και ποιος τους αναγκάζει να τα καταφέρουν; Τι είναι το Ελλάδα-εξωτερικό; Αθήνα-Πάτρα που με ένα ΚΤΕΛ είσαι εκεί ή Αθήνα-Θεσσαλονίκη που παίρνεις το βραδινό τρένο και το πρωί τρως μπουγάτσα; Ζούμε στην Ελλάδα της κρίσης και καλώς ή κακώς ο μέσος Έλληνας δεν μπορεί ούτε κατά διάνοια οικονομικά να υποστηρίξει κάτι τέτοιο. Άσε που και να μπορείς από άποψη χρημάτων, το ζήτημα μετά είναι και πρακτικό.
Πόσο θα τραβήξει αυτή η κατάσταση; Δυο άνθρωποι που αγαπιούνται και δεν μπορούν να αγγίζονται όποτε θέλουν, δεν μπορούν να αγκαλιαστούν όταν το ‘χουν ανάγκη, που πρέπει να κοιμούνται χώρια όταν θέλουν όσο τίποτα ένα φιλί, που πρέπει να περιμένουν μήνες για να περπατήσουν χέρι-χέρι, πόσο μπορούν να αντέξουν;
Πόσα να προλάβεις να εκπληρώσεις μέσα σε λίγες μέρες; Πόσα να στριμώξεις στις διακοπές των Χριστουγέννων, του Πάσχα και του καλοκαιριού; Πόσες ώρες με την κάμερα ανοιχτή, πόσα μηνύματα, πόσα εισιτήρια, πόσα πρέπει να πληρώσουμε τέλος πάντων, κύριε, για να δώσουμε ένα χάδι στον άνθρωπό μας; Όσα και να κοστίζει να τα δώσουμε! Μα έλα που μπορεί να μην ήθελε ο άλλος, να μην άντεχε η δική του τσέπη ή μάλλον η δική του σκέψη. Να μην μπορούσε να σηκώσει το βάρος της νέας αρχής με τις ενοχές και τις αναμονές ενός παλιού (σχεδόν) φινάλε.
Μακάρι να ‘ταν αλλιώς τα πράγματα, να μην ήταν αμοιβαία η αγάπη ή να μην ήταν καν αγάπη, μπας και φύγει ποτέ αυτό το βάρος απ’ την ψυχή μας, μήπως και σταματήσουμε να κλαίμε και να θυμώνουμε με το παραμικρό. Μπας και μπορέσουμε να ακούσουμε σε μια τυχαία συζήτηση εκείνη την παλιοχώρα που μας πήρε τον άνθρωπό μας, χωρίς να νευριάσουμε.
Είστε τυχεροί όλοι εσείς που μπορείτε οποιαδήποτε ώρα και στιγμή να μπείτε στο αμάξι και να πάτε κάτω απ’ το σπίτι του έρωτά σας. Ακόμη πιο τυχεροί είστε εσείς που αυτή τη στιγμή διαβάζετε αυτές τις γραμμές κι ο άνθρωπός σας κάθεται στον καναπέ του σαλονιού σας ή ακόμα καλύτερα δίπλα σας.
Αν είναι άτυχοι οι άνθρωποι που κάποτε ερωτεύτηκαν μα ο ένας απ’ τους δυο χρειάστηκε να φύγει; Μπα! Γιατί αυτό που έζησαν, εκείνο το πάθος που ακόμη θυμούνται, εκείνες οι ματιές κι νύχτες που έχουν αποτυπωθεί στο για πάντα του μυαλού άξιζαν όλα τα μίλια του κόσμου…
Κάθε φορά που ακούω ένα αεροπλάνο να περνάει από πάνω μου κάνω μία ευχή! Πως μια μέρα θα είμαστε μαζί μέσα σε αυτό κι η μόνη μου έγνοια θα ‘ναι πώς να σε πείσω να κάτσω εγώ στο παράθυρο. Ότι μια μέρα δε θα με νοιάζει το τι έγινε τότε. Μια μέρα απλά θα πάρω την πρώτη πτήση και θα ‘ρθω να σε βρω.
Κάποτε προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως δεν πρόλαβες ποτέ εκείνη την πτήση που θα σε έπαιρνε μακριά, πως είσαι κάπου εδώ, κοντά μου. Όταν δεν τα καταφέρνω, κάθομαι και χαζεύω τα αεροπλάνα να σουλατσάρουν μέσα στο γαλάζιο του ουρανού και σκέφτομαι πως βρίσκεσαι μέσα σε καθένα απ’ αυτά. Κάποτε σε βλέπω και σου χαμογελάω.
Όσο για εκείνη την παλιοχώρα που σε πήρε, να ξέρεις ότι την έβρισα πολύ, τη μίσησα σαν τον χειρότερο εχθρό, δεν άντεχα ούτε το άκουσμά της, άλλαζα θέμα κάθε φορά που κάποιος έκανε κουβέντα γι’ αυτήν. Μα πλέον την αγάπησα, γιατί μέσα σε εκείνη ζεις τώρα πια κι εσύ…
Αυτό που ακούστηκε ήταν αεροπλάνο;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη