Η Μαλβίνα Κάραλη είχε πει: «Χίλιοι άνθρωποι μέσα στο μπαρ κι είναι άδειο. Κανένας. Μπαίνει ο έρωτάς σου, τότε μόνο χίλιοι ένας. Οι χίλιοι απλώς κομπάρσοι». Ακριβώς έτσι νιώθω στην παρουσία σου. Τόσα χρόνια μαζί κι ακόμα δε χορταίνω να χώνω τα ρουθούνια μου στο λαιμό σου και να ρουφάω αχόρταγα τη μυρωδιά σου. Δε σε χορταίνω με τίποτα και δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία απ’ αυτό.

Καμιά φορά φοβάμαι πως θα πεταχτεί απ’ το πουθενά κάποιος και θα μου πει πως μου έκαναν πλάκα, πως δεν ήταν αληθινό όλο αυτό αλλά ένα καλοβαλμένο ριάλιτι. Θα πεις πως με έχουν επηρεάσει οι ταινίες μου και το “The Truman Show” και δε θα έχεις άδικο, αλλά –μεταξύ μας– πού και πού τσιμπιέμαι μήπως είναι όνειρο. Γιατί είναι ωραίο αυτό που ζούμε κι είναι αληθινό. Έχει τα πάνω και τα κάτω του, έχει βάθος, έχει ύψος, έχει ένταση, έχει χρώμα. Έχει περισσότερα απ’ όσα θα μπορούσαν να με προετοιμάσουν τα βιβλία κι οι ταινίες μου. Έχει περισσότερα απ’ όσα ζήτησα ή ονειρεύτηκα.

Αυτό που έχουμε είναι τόσο καλό που μέσα μου το ξέρω πως δε θα μπορούσε να επαναληφθεί με κανέναν τρόπο κι ενώ το απολαμβάνω όσο τίποτα, ταυτόχρονα με τρομάζει. Δεν ξέρω αν είμαι μόνο εγώ μια μηχανή που παράγει εκατομμύρια υποθετικά σενάρια το λεπτό κι είναι ως επί το πλείστον δραματικά, αλλά νιώθω πως αν χάσω εσένα θα χάσω τα πάντα. Γλυκανάλατο φαίνεται τώρα που το διαβάζω, αλλά δε θα το αφήσω να κρυφτεί δειλά πίσω από ένα backspace.

Ξέρεις, μετά από τόσα χρόνια κι έχοντας πια μπει στα πρώτα μας -άντα, έμαθα να μη με σκιάζει η ρομαντική πλευρά του εαυτού μου. Μαζί σου το έμαθα. Γιατί δεν ξέρω πώς το κατάφερες, αλλά με αποδέχτηκες για κάθε πλευρά μου και την αποδέχτηκα κι εγώ. Την ευαίσθητη που κλαίει με μια διαφήμιση 30’’ αλλά και τη σαρκαστική που κάνει μαύρο χιούμορ εκεί που κανονικά δε χωρούν λόγια. Ίσως συνήθισες να γελάς με τα αστεία μου, ίσως τα βρίσκεις όντως αστεία. Ίσως κι εγώ ενδόμυχα να γελάω με τα κρύα ανέκδοτά σου κι ας μην το δείχνω για να σε πικάρω.

Μπορεί να έμαθες μαζί μου να μιλάς για όσα σκέφτεσαι ώστε να λύσουμε τις διαφορές μας -σίγουρα το έμαθα κι εγώ. Μάθαμε μέσα σ’ αυτήν τη σχέση να συνυπάρχουμε και να αποδεχόμαστε ο ένας τις παραξενιές του άλλου. Κάποιες φορές με τον σκληρό τρόπο, όπως τότε που μου ήπιες την πρώτη γουλιά απ’ τον καφέ μου και γκρίνιαζα όλη την ημέρα -δεν το ξανάκανες όμως, έτσι;

Μεγαλώνουμε μαζί κι αυτό είναι μια ανέλπιστα καλή έκβαση στις ζωές μας. Είναι κάτι που κανένας απ’ τους δύο μας δεν περίμενε, ούτε προσδοκούσε. Είμαστε παιδιά χωρισμένων γονιών κι ίσως αναγκαστήκαμε να τα βλέπουμε όλα λίγο πιο κυνικά. Λες και τα διαζύγια των άλλων μπόλιασαν εμάς με μια κυνικότητα κι απάθεια από νωρίς. Όμως κάθε μέρα τον σπάμε τον κύκλο με τις πράξεις μας.

Κάθε μέρα που αγαπιόμαστε περισσότερο είναι σαν να διορθώνουμε τα κακώς κείμενα. Κάθε φορά που λήγουμε έναν καβγά και τον ξεπερνάμε, γυρνάμε την πλάτη στους ίδιους μας τους φόβους. Μαζί το καταφέραμε. Οι δυο μας. Δεν έγινε βάσει κάποιου εγχειριδίου, δεν αποκτήθηκε το know-how από καμία σχολή ή προηγούμενη εμπειρία. Εδώ· μαζί το κάνουμε καθημερινά. Τη χτίζουμε τη σχέση μας με προσπάθεια κι αγάπη.

Στις αρχές μου έδινες όλα τα εύσημα για το «μαζί» μας, αλλά δεν τα άξιζα όλα. Εσύ το ξεκίνησες αυτό που ζούμε, στο πρώτο μας ραντεβού. Εσύ τα άρχισες όλα παρά τους δισταγμούς και τις ανησυχίες μου, οπότε στα επιστρέφω. Μπράβο σου που είσαι τόσο καλός σύντροφος γιατί ξέρω πως κανείς δε σου το έδειξε, μόνος σου το βρήκες. Μπράβο σου που, αν χρειαστεί, κάνεις ένα βήμα πίσω στις διαφωνίες μας και που είσαι διατεθειμένος να με συναντήσεις κάπου στη μέση. Μπράβο σου που είσαι αυτός ο μοναδικός άνθρωπος που δε σταματά να με εκπλήσσει θετικά.

Λένε πως οι σύντροφοι όσων γράφουν ζουν αιώνια γιατί τα γραπτά μένουν. Αυτό που δε λένε όμως είναι πως η υστεροφημία που τους αποδίδεται είναι το ελάχιστο για όλη τη στήριξη και την έμπνευση που έχουν δώσει απλόχερα. Είναι ένα μικρό «ευχαριστώ», γιατί όχι μόνο αντέχουν κι υπομένουν όσα έρχονται πακέτο με μια πιο καλλιτεχνική φύση, αλλά βρίσκουν τον τρόπο να το αγκαλιάσουν και να το αγαπήσουν.

Μπορεί να μην έχουμε την τέλεια σχέση –ποιον κοροϊδεύουμε, αφού δεν υπάρχει το τέλειο– είναι, όμως, τόσο μαγικά εναρμονισμένη μ’ εμάς που ‘ναι ιδανική. Κι αυτό τρομάζει. Σε κάνει να αγωνιάς να μη χαλάσει, να μη συμβεί κάτι κακό. Σε κάνει να ανησυχείς μην τυχόν και λήξει άδοξα γιατί, αν λήξει αυτό που βίωσες ως ιδανικό, τότε παύεις να πιστεύεις στον έρωτα, στην αγάπη, στις σχέσεις, στους ανθρώπους.

Και ξέρεις κάτι; Μια ζωή δίχως έρωτα θα ήταν τόσο ανιαρή μετά απ’ αυτό.

 

Συντάκτης: Σουζάνα Ντεζούκι
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη