Ανέκαθεν μας δυσκόλευαν κάποιες λέξεις περισσότερο. Πράτταμε, κατανοούσαμε, μετανιώναμε, αλλά στην απολογία γεννιόταν η πραγματική δυσκολία. Γιατί εκεί ανυψώνονταν όλοι οι τοίχοι μας κι έβρισκαν αντιμέτωπο το λάθος μας. Kι ο πιο δυνατός, νικούσε.
Συνήθως τη δύναμη την ορίζει ο εγωισμός. Αυτός αποτρέπει και μας σταματά από την αποδοχή και τη συγγνώμη. Μια λέξη πιο δύσκολη απ’ το «σ’ αγαπώ». Μια λέξη ισάξια με το «υπήρξα λάθος». Το λάθος ποτέ δε μας ταίριαξε, όμως, για τον εαυτό μας. Πάντα μας θεωρούμε σωστούς κι αλάνθαστους. Πάντα ξεχνάμε ότι ασυνείδητα μεταμορφωνόμαστε σε έναν εαυτό πολύ διαφορετικό απ’ αυτό που είμαστε και σίγουρα απ’ αυτόν που θέλουμε να γίνουμε.
Μα έχοντας υπάρξει λάθος και κατανοώντας το, αυτόματα ζητάμε απ’ τον άλλον να μας συγχωρέσει. Να ξεχάσει ό,τι έγινε, ώστε να πάμε παρακάτω. Να λιώσουμε τη σκληρότητα που τον περιβάλλει, να τη γεμίσουμε θετική διάθεση και με ειλικρίνεια να λούσουμε την από εδώ και πέρα σχέση, καθιστώντας προφανές ότι δε θα υπάρχουν φαινόμενα επαναληπτικότητας.
Και σ’ αυτήν την εποικοδομητική διαδικασία σίγουρα θα πρέπει να εκλείπουν οι δικαιολογίες και οι προσπάθειες να καλυφθούν όσα -σίγουρα καθόλου εύκολα- δεν καλύπτονται. Κανένας λόγος δεν υπάρχει, άλλωστε. Το άλλο άτομο γνωρίζει καλύτερα κι αναλυτικότερα το λάθος μας και μάλιστα απ΄ την αρχή. Όταν ακόμα εμείς υποστηρίζαμε το αλάθητο των πράξεών μας, όταν πιστεύαμε πράγματα και δεν είχαμε καμία όρεξη να σκεφτούμε την άλλη πλευρά. Εκείνοι όμως το ξέρουν από τότε.
Όταν λοιπόν έχεις φτάσει στο σημείο της κατανόησης και της αποδοχής, το μόνο που χρειάζεται είναι ειλικρινείς συζητήσεις κι εξηγήσεις. Μια μεγάλη αγκαλιά ίσως, ένα γλυκό φιλί, μια φράση βγαλμένη απ’ τη ψυχή. Απλά πράγματα χρειάζονται κι έλλειψη περιαυτολογίας και περιττών πληροφοριών που καθόλου δε μειώνουν την βαρύτητα των όσων έχουν γίνει.
Ο άνθρωπος όταν πληγώνεται έχει ανάγκη να ακούσει, πέρα απ’ την ίδια τη συγγνώμη, ένα λόγο, γεγονότα που περικυκλώνουν την ίδια την πράξη, κάτι που να καταλάβει ότι δεν ήταν ηθελημένο και πως η άλλη πλευρά δεν έχει την ανάγκη να κουκουλώσει τα γεγονότα και να τη βγάλει καθαρή. Πρέπει να δει ότι δε φοβάται τις συνέπειες, μα είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που τον ενδιαφέρει πολύ, ή ακόμα κι αν όχι, θέλει τη συνείδησή του καθαρή και με θάρρος αποδέχεται τα λάθη κι όσες συνέπειες αυτά φέρουν.
Άλλωστε, οι δικαιολογίες κρύβουν μια μιζέρια. Είναι λυπηρές, δε μας αρμόζουν, προσπαθούν να χωρέσουν και να στριμώξουν ψέματα σε μια αλληλουχία πιστευτή, ώστε να πείσουν ότι το ατομικό λάθος ήταν το ελάχιστο, μπροστά στις απίστευτες συμπτώσεις και κακοτυχίες που έτυχαν κι έβγαλαν απ’ τον ίσιο δρόμο. Είναι και λίγο αστείες έτσι όπως ακούγονται, δε νομίζεις; Ώρες-ώρες νομίζω ότι φτιάχτηκαν για να υποβαθμίσουν το πρόβλημα, να του δώσουν ένα ψέμα για εξήγηση, μα πάνω απ’ όλα για να δείξουν πόσο θάρρος και κότσια δεν έχει ο εκάστοτε ομιλητής.
Γι’ αυτό, όποιο και να είναι το πρόβλημα και οι συνθήκες να εξηγείτε και να μιλάτε. Να μη δικαιολογείστε- σε κανέναν δεν αρέσει και κανείς δεν το εκτιμάει. Μια απλή συγγνώμη είναι ιδανική. Τουλάχιστον κρύβει τη μεταμέλεια της σιωπής, κρύβει τη βαθιά κατανόηση και την επιθυμία να λήξει η όλη κατάσταση. Απαιτείται ειλικρίνεια πάντα και πριν απ’ όλα. Απαιτείται μετάνοια και σκέψη, που θα βασίζεται στο πώς νιώθει ο άλλος πρώτα και στο ελάχιστο εμείς.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου