«Είναι κόσμος αυτός που ζούμε για να φέρουμε τα παιδιά μας; Χώρα; Ποια χώρα; Η Ελλάδα; Ποια Ελλάδα; Δε βλέπεις πώς την έχουν καταντήσει. Καταρχάς, δες ποιοι κυβερνάν. Οι μισοί από αυτούς δεν έχουν πάει πανεπιστήμιο. Α, πανεπιστήμιο είπα, πάλι με έκοψε με 4 ο άτιμος ο καθηγητής. Καλά και ποιος ξέρει πώς έγινε καθηγητής, για να πούμε και την αλήθεια. Κάνα πλαστό πτυχίο απ’ τη Βουλγαρία θα πήρε. Είχαν λεφτά οι γονείς του και στείλανε τον κανακάρη τους να γίνει ό,τι θέλει. Βέβαια, να ντύνεται δεν τον μάθανε. Μου ‘ρχεται με το φανελάκι μέσα απ’ το πουκάμισο. Φυσικά αυτά δεν τα βλέπει η γυναίκα του, γιατί έχει χοντρό πορτοφόλι. Το χρήμα εξουσιάζει.»
Στην πραγματικότητα, ο κόσμος είναι όπως τον άφησαν οι συγγενείς μας που ζήσανε πριν από εμάς κι όπως θα τον συνεχίσουμε εμείς οι ίδιοι. Η Ελλάδα έχει την εικόνα που έχουν κι οι άνθρωποι που ζουν σε αυτή. Κυβερνάνε αυτοί που εκλεγούμε. Και μόλις το 31% του συνολικού πληθυσμού έχει πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Φυσικά εγώ περνάω, ενώ ο καθηγητής με κόβει στο μάθημα. Όπως κι εγώ αντίστοιχα είμαι άξιος για ελληνικό πανεπιστήμιο (χλευάζοντας πριν από λίγο θεσμικά τη χώρα) αλλά ο καθηγητής όχι. Δε διάβασε ο συγκεκριμένος, όλοι είναι έτσι. Πόσες δουλειές μπορεί να ‘καναν οι γονείς του για να τον στείλουν στο εξωτερικό να σπουδάσει, δεν το σκέφτομαι. Όπως δε σκέφτομαι κι ότι μπορεί να έχει ευαίσθητο δέρμα, γι’ αυτό να φοράει φανελάκι από μέσα. Κι η γυναίκα του σαφώς είναι μαζί του γιατί έχει λεφτά, όχι γιατί τον αγαπάει και την κάνει να γελάει. Και τέλος, το χρήμα που μέχρι τώρα καταδικάζω, πιστεύω ότι μας κυβερνάει. Μήπως εγώ, τελικά, το αφήνω να με κυβερνάει;
Ακραία κι ατυχή παραδείγματα, ε; Για κοίτα γύρω σου πόσες φράσεις λες ή ακούς καθημερινά απ’ την πρώτη και πόσες απ’ τη δεύτερη παράγραφο. Δε σε πείθω; Ας το πάμε στο πιο προσωπικό. Το φιλαράκι μου αργεί γιατί είναι ασυνεπές. Εγώ όταν αργώ, αργώ εξαιτίας των συνθηκών. Λεωφορείο ή ξυπνητήρι, κάτι θα φταίει, πάντως όχι εγώ. Η μαμά μου μερικές φορές δε μαγειρεύει τόσο καλά. Πόσες φορές μαγείρεψα εγώ για τη μαμά μου; Το ταίρι μου δε με καταλαβαίνει και κάνει λάθη. Πόσα «πειράζει» του είπα αντί για «σ’ αγαπώ»;
Ζούμε σε έναν κόσμο που έχουμε μάθει να κρίνουμε τόσο επιδεικτικά κι αβίαστα τους άλλους. Απ’ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέχρι τα ΜΜΕ και την προσωπική μας ζωή, καθημερινά προκαλούμε ή παρακολουθούμε ένα ατέρμονο παιχνίδι καταλογισμού ευθυνών. Έχουμε φτάσει στο σημείο κάποιοι άνθρωποι όχι απλά να ζουν από αυτό, αλλά να πλουτίζουν κιόλας. Και ταυτόχρονα είμαστε τόσο υποκριτική κοινωνία που καταδικάζουμε τον σχολικό εκφοβισμό και κάθε μορφή βίας. Τα παιδιά μιμούνται. Μάντεψε τι θα κάνουν σε μια τέτοια κοινωνία!
Όλοι έχουμε γνώμη για όλα. Ξέρουμε τα πάντα και κρίνουμε τα πάντα. Έχουμε φτάσει στο σημείο να ‘ναι ντροπή να πεις «δεν ξέρω» πάρα να μην πεις την κούφια άποψή σου για θέματα που δεν κατέχεις. Η ευκολία που εισβάλουμε στην προσωπική ζωή των άλλων είναι χαρακτηριστικό που παραπέμπει σε ζώο κι όχι σε άνθρωπο. Και γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;
Γιατί ελάχιστοι από εμάς έχουν τη δύναμη να κοιτάξουν τον εαυτό τους κατάματα. Να πουν: «Κρίνω γιατί φοβάμαι να κριθώ. Ασχολούμαι με τα δικά σου προβλήματα, για να ξεχάσω τα δικά μου. Μειώνω εσένα, για να νιώσω καλύτερα με το δικό μου επίπεδο. Ευτυχώ, γιατί δυστυχείς. Ζω μέσα από ‘σένα, γιατί δεν έχω τα κότσια για να ζήσω όπως θέλω εγώ. Κοιτάω έξω μου για να μην κοιτάξω μέσα μου. Κι όσες φορές κοιτάξω, με δικαιολογώ τόσο περίτεχνα ώστε να συνεχίσω ανώδυνα τη ζωή μου.
»Γιατί δικιά μου είναι η ζωή. Άσχετα αν φοβάμαι να την ζήσω. Άσχετα αν ποτέ δεν πήρα το βάρος της στα χέρια μου. Οι γονείς μου, το αγόρι μου, η κοπέλα μου, η χώρα μου, ο κόσμος γενικότερα. Κάποιος φταίει αλλά όχι εγώ».
Τόση αντικειμενικότητα με τον εαυτό μας κι υποκειμενικότητα με τους άλλους; Μήπως θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο;
Η ψυχολογία έχει απαντήσεις για όλα. Έτσι και για την εν λόγω κατάσταση. Δικαιολογεί αυτή την ανθρώπινη τάση (όσο μπορεί να χαρακτηριστεί ανθρώπινη) μέσω του θεμελιώδους σφάλματος της «απόδοσης αιτιών». Με απλά λόγια, αποδίδουμε τις ευθύνες των άλλων στα έμφυτα χαρακτηριστικά τους (ή αυτά που πιστεύουμε ότι είναι) χωρίς να βλέπουμε τις συνθήκες. Ενώ αντίθετα, στα προσωπικά μας ζητήματα, επειδή εκ των πραγμάτων γνωρίζουμε τις συνθήκες, μπορούμε πιο εύκολα να δικαιολογήσουμε μια λάθος κατάσταση.
Η αρνητική κριτική τρέφεται απ’ την άγνοια. Η εποικοδομητική απ’ τη γνώση. Το να κάτσεις να σκεφτείς όλες τις οπτικές γωνίες μιας αλήθειας είναι πολύ πιο χρονοβόρο και δύσκολο απ’ το να πεις αβίαστα την ανασφαλή γνώμη σου. Το ίδιο ισχύει και για τον εαυτό μας. Το να κάτσεις να ασχοληθείς ενδελεχώς με το εγώ σου, τα λάθη σου και τα ελαττώματά σου είναι μακράν δυσκολότερο απ’ το να δικαιολογείς κάθε κίνησή σου.
Σκέψου για να κρίνεις σωστά. Νιώσε, γιατί κρίνεσαι λάθος. Αγάπα το λάθος και μέσα από αυτό θα κρίνεις σωστά!
Υ. Γ. Μη βιαστείς να κρίνεις το άρθρο μου, δε σε ξέρω!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη